Άρχισε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, με τον χαρακτήρα του επείγοντος, η συζήτηση του νομοσχεδίου με τα μέτρα επιτάχυνσης του κυβερνητικού έργου σε θέματα εκπαίδευσης.

Η συζήτηση του νομοσχεδίου θα ολοκληρωθεί την Τετάρτη με την ψήφιση επί της αρχής και των άρθρων, αφού προηγηθούν το πρωί οι αρμόδιοι εκπαιδευτικοί φορείς που έχουν κληθεί να εκφράσουν τις απόψεις τους.

Η κάθετη διαφωνία της αντιπολίτευσης για τον τρόπο επιλογής των διευθυντών σχολείων χαρακτήρισε τη συζήτηση του εκπαιδευτικού νομοσχεδίου.

Ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου διευκρίνισε ότι σ’ αυτή τη φάση, όλοι όσοι έχουν τα τυπικά προσόντα μπορούν να κάνουν αίτηση για τη θέση του διευθυντή σχολείου, ανεξαρτήτως θητείας.

Αποδεχόμενος σχετικές εισηγήσεις της αντιπολίτευσης, ο υπουργός Παιδείας δέχτηκε να μην ισχύσει η απαγόρευση που προβλέπει ο νέος νόμος σε όσους έχουν πάνω από δύο θητείες, και δεσμεύτηκε το θέμα να επανεξεταστεί στην κατ’ άρθρο συζήτηση.

Το νομοσχέδιο δέχτηκε τις έντονες επικρίσεις της αντιπολίτευσης, κυρίως για τον τρόπο επιλογής των διευθυντών των σχολείων στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με αιτιάσεις κατά της κυβέρνησης για αναξιοκρατία, αδιαφανή κριτήρια και προσπάθεια δημιουργίας «κομματοκρατίας».

Ο κ. Γαβρόγλου χαρακτήρισε «μη σοβαρά» τα «περί κομματοκρατίας», ενώ τόνισε ότι οι νέες ρυθμίσεις λύνουν το πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί μετά την απόφαση του ΣτΕ, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη δημοκρατία, την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία.

Απαντώντας στις επικρίσεις για τη διάταξη που αφορά τη συνέντευξη, ο κ. Γαβρόγλου αντέτεινε ότι «μπορεί να ακούγεται ρομαντικό ή θεωρητικό, αλλά την ξαναφέρνουμε, όχι για λόγους κομματικούς ή ανάγκης, αλλά γιατί πιστεύουμε ότι είναι ένας δημοκρατικός θεσμός».

Νωρίτερα, υπεραμυνόμενος της διαδικασίας του επείγοντος, ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου επισήμανε ότι προκύπτει από την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο 4327/15 για τον τρόπο επιλογής των διευθυντών εκπαίδευσης.

Παράλληλα, όπως είπε, υπάρχουν ζητήματα που χρήζουν άμεσης παρέμβασης, όπως η παράταση της θητείας των μονοπρόσωπων οργάνων στη τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα επαγγελματικά λύκεια και η δημιουργία του μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι απόψεις του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννη Στέφου, και του ειδικού αγορητή των ΑΝΕΛ, Κώστα Κατσίκη, που τόνισαν, μεταξύ άλλων, ότι λήγουν οι προθεσμίες για τη θητεία των διευθυντών και πιέζουν για να γίνουν οι τοποθετήσεις τους.

Από την πλευρά της, η εισηγήτρια της ΝΔ, Νίκη Κεραμέως, κατηγόρησε την ηγεσία του υπουργείου ότι δεν έκανε καμία διαβούλευση πριν από την κατάθεση του νομοσχεδίου και ότι νομοθετεί μέσω δελτίων τύπου, χωρίς συναίνεση και διάλογο.

«Αν έχετε τον παραμικρό σεβασμό στην κοινοβουλευτική διαδικασία να το αποσύρετε, να το θέσετε σε δημόσια διαβούλευση για να τοποθετηθούν οι εκπαιδευτικοί και να το φέρετε με κανονική διαδικασία» ανέφερε.

«Καμία διαβούλευση δεν κάνατε, κανένα διάλογο, φέρνετε ένα νομοσχέδιο στο πόδι, έχετε τη λογική «ψηφίζουμε και ξεψηφίζουμε» υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ο εισηγητής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος.

Επικριτικοί για τον τρόπο που νομοθετεί η κυβέρνηση ήταν τόσο ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελλής, όσο και της Ένωσης Κεντρώων, Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου.

Απαντώντας ο κ. Γαβρόγλου στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης, αντέτεινε ότι έστειλε επιστολή στη ΔΟΥ και την ΟΛΜΕ, αμέσως μετά την κοινοποίηση της απόφασης του ΣτΕ, καλώντας τις δύο Ομοσπονδίες να εκφράσουν τις απόψεις τους.