«Είμαστε κοντά σε συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να είναι κανείς βέβαιος ότι τη Δευτέρα θα αποφασισθεί η τελική λύση από το Eurogroup».
Με αυτές τις 30 λέξεις κορυφαίος ευρωπαίος αξιωματούχος μιλώντας προς «Το Βήμα», μετά και από την ψήφιση των μέτρων από τη Βουλή, έδωσε το στίγμα της διαπραγμάτευσης Ευρωπαίων και ΔΝΤ που συνεχιζόταν πυρετωδώς όλο το Σαββατοκύριακο.

ΔΝΤ και Βερολίνο είναι μακριά
Την Κυριακή αναμένεται να συνεδριάσει το Washington Group στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι «παίκτες» από Ευρώπη και ΗΠΑ με στόχο να βρεθεί συμβιβασμός ανάμεσα στη Γερμανία και στο ΔΝΤ για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και των προτάσεων που θα μπορούσαν, ίσως, να ανακοινωθούν τη Δευτέρα.
Η συνάντηση αυτή λίγες ώρες πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup, θα γίνει στις Βρυξέλλες. Από ελληνικής πλευράς, παρότι δεν συμμετέχουν στο Washington Group, μεταβαίνουν στη Βελγική κυβέρνηση ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Γιώργος Χουλιαράκης ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Δημήτρης Λιάκος και ο επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους Στέλιος Παπαδόπουλος.
Ο στόχος της ελληνικής πλευράς είναι τη Δευτέρα να τεθούν στο Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών όλα τα στοιχεία στο τραπέζι και να διαμορφωθούν οι συμμαχίες που θα επιτρέψουν να ανακοινωθεί, τουλάχιστον, ένα γενικό πλαίσιο αρχών για «ελάφρυνση του ελληνικού χρέους χωρίς κούρεμα».
Βέβαια προϋπόθεση είναι να εγκριθεί προηγουμένως η έκθεση και υλοποίησης των 143 προαπαιτούμενων μέτρων της δεύτερης αξιολόγησης.
Πέραν τούτου, το κρίσιμο ζήτημα για τους Ευρωπαίους είναι ότι «χωρίς συμφωνία το ΔΝΤ δεν μπαίνει στο πρόγραμμα και η ΕΚΤ δεν θα εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση».
Το κλίμα μάλιστα βάρυνε από την παρέμβαση του προέδρου της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής του Κογκρέσου, του Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή Αντι Μπαρ την Παρασκευή, ο οποίος τάχθηκε κατά της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Μιλώντας σε ειδική συνεδρίαση της Επιτροπής για την Ελλάδα είπε χαρακτηριστικά:

«Το ΔΝΤ δεν έχει μάθει το μάθημά του από τα δύο ελληνικά προγράμματα του 2010 και του 2012. Αν λάβει μέρος σε ένα τρίτο πρόγραμμα για την Ελλάδα θα αποδείξει ότι δεν αναγνωρίζει τα λάθη του»
.
Χαρακτήρισε δε «σοκαριστικό» το γεγονός ότι το ΔΝΤ εξετάζει και τρίτη διάσωση για την Ελλάδα, σχολιάζοντας ότι στόχος θα είναι, κυρίως, η προστασία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων εν όψει εκλογών αφού οι Ευρωπαίοι δεν έχουν ανάγκη τα χρήματα του ΔΝΤ για την Ελλάδα καθώς υπάρχει ο ESM.
Λίγο αργότερα μεταδόθηκε από την Ουάσιγκτον ότι η κυρία Λαγκάρντ πιστεύει ότι «τα πράγματα προχωρούν προς το παρόν καλά». Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ μίλησε στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου για τα ταξίδια της στην Ιταλία και την Κίνα και το ελληνικό ζήτημα. Πάντως μέχρι και την Παρασκευή οι διαφορές ΔΝΤ και Γερμανίας έμεναν αγεφύρωτες. Οπως έλεγαν χαρακτηριστικά πηγές από τη Φρανκφούρτη: «Η τελική λύση για το ελληνικό χρέος είναι αυτή που θα αποφασίσουν και θα δώσουν η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε».
Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα σεβαστούν την απόφαση του περυσινού Eurogroup (25 Μαΐου 2016) που καθόριζε ότι το ύψος των ακαθάριστων δανειακών αναγκών της Ελλάδας δεν πρέπει να υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ ετησίως.
Οι ίδιες πηγές, απαντώντας στο ερώτημα πότε θα τελειώσει αυτό το παιχνίδι δύναμης μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανών εκτιμούσαν ότι «μπορεί να πάει μέχρι και τα μέσα Ιουνίου» γιατί, εκτός των άλλων, η γερμανική πλευρά θέλει χρόνο να αποτιμήσει επακριβώς τα μέτρα που ψήφισε η ελληνική Βουλή . «Οι Γερμανοί δεν κάνουν τίποτε τυχαία».
Υπό αυτές τις συνθήκες οι πιθανότητες μιας συνολικής λύσης, δηλαδή ταυτόχρονα της συμφωνίας για την αξιολόγηση, έγκρισης της δόσης των 7 δισ. ευρώ και ανακοίνωσης των οριστικών μέτρων για το χρέος –και όχι μόνο η περιγραφή πλαισίου αρχών για τη βιωσιμότητα –είναι «fifty – fifty».

Το τηλεφώνημα στη Μέρκελ
Ο Αλέξης Τσίπρας την περασμένη Τετάρτη μετά την επικοινωνία του με την κυρία Μέρκελ περιέγραψε την κατάσταση. «Το ΔΝΤ εννοεί αυτά που λέει. Αυτό σημαίνει ότι το παιχνίδι δεν είναι στημένο» είπε . Και πρόσθεσε: «Αυτό σημαίνει πως μπορεί να είναι μια δύσκολη βραδιά η 22α Μαΐου και να μην έχουμε συμφωνία. Υπάρχει όμως και η θετική πλευρά. Να έχουμε λύση».
Ο κ. Τσίπρας αποκάλυψε ότι στη συνάντηση που είχε με την κυρία Λαγκάρντ τού είπε:
«Είμαι σε σύγκρουση με τον Σόιμπλε. Χωρίς χρέος δεν μπορώ να περάσω τη συμφωνία από το συμβούλιο» και παραδέχθηκε πως «η συνομιλία με την κυρία Λαγκάρντ μού δημιούργησε ανησυχία, γι’ αυτό επικοινώνησα με την κυρία Μέρκελ. Η Γερμανίδα καγκελάριος μου ξεκαθάρισε ότι το ζήτημα του χρέους δεν το διαχειρίζεται αποκλειστικά ο κ. Σόιμπλε, αλλά ότι είναι κοινή απόφαση. Μου είπε ότι είμαστε «on board«».
Σε ερώτημα, δε, για το αν η κόντρα ΔΝΤ – Βερολίνου μεταθέσει τις όποιες αποφάσεις για το χρέος για μετά τις γερμανικές εκλογές, ο Πρωθυπουργός είπε: «Δεν φοβάμαι αυτό το σενάριο. Δεν θέλει η κυρία Μέρκελ να πάει σε εκλογές με ανοικτή κρίση στην Ελλάδα».
Την επομένη και σε ερώτηση για το ποια ρύθμιση του χρέους θα είναι ικανοποιητική για τη χώρα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος έθεσε άλλη προτεραιότητα λέγοντας:
«Το βασικό αυτή τη στιγμή είναι από αυτή τη ρύθμιση να προκύψει η δυνατότητα της ΕΚΤ να μας βάλει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης».
Και πρόσθεσε ότι «η ρύθμιση δεν θα ποσοτικοποιηθεί τώρα. Θα υπάρξει ένα γενικό πλαίσιο ρυθμίσεων, το οποίο θα εφαρμοστεί από τον Αύγουστο του 2018 και μετά…».
Αυτό που μένει ανοιχτό είναι να καθοριστεί από το Eurogroup το ύψος των πλεονασμάτων που πρέπει να έχει η Ελλάδα από 2022 έως το 2028, δεδομένου ότι μέχρι το 2021 δεσμεύτηκε για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ετησίως.

Συμβιβαστική λύση από την ΕΚΤ
Βασικός «παίχτης» σε αυτή την αντιπαράθεση, ο οποίος μπορεί να δώσει και τη συμβιβαστική λύση και μέχρι σήμερα δεν έχει φανεί στο παιχνίδι, είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία έχει κάθε λόγο να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση χρέους, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη σταθερότητα στην ευρωζώνη.Στη συνεδρίαση του συμβουλίου της ΕΚΤ στις αρχές Ιουνίου ο Γιάννης Στουρνάρας θα καταθέσει την πρόταση της κεντρικής τράπεζας για το χρέος.
Ο κ. Στουρνάρας θα επισημάνει ότι μετά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2016, επιτεύχθηκε η δημοσιονομική προσαρμογή που το πρόγραμμα προέβλεπε να ολοκληρωθεί το 2018. Επίσης είναι βέβαιο ότι η υπερψήφιση από τη Βουλή των προαπαιτούμενων μέτρων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αίρει την αβεβαιότητα που χαρακτήρισε τις οικονομικές εξελίξεις από το τέλος του 2016 μέχρι σήμερα.
Και θα τονίσει ότι είναι «απαραίτητο να εξειδικευθούν το συντομότερο δυνατόν από το Eurogroup τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα για τη βιωσιμότητα του χρέους».

Πρόταση για ήπια αναδιάρθρωση
Ο κ. Στουρνάρας θα υποστηρίξει πρόταση για ήπια αναδιάρθρωση του χρέους με βασικό στοιχείο τη «μετάθεση της μέσης σταθμικής διάρκειας αποπληρωμής των τόκων των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) κατά οκτώμισι χρόνια».
Συγκεκριμένα η πρόταση της κεντρικής τράπεζας προβλέπει να κεφαλαιοποιηθεί το «βουνό των τόκων» που σχηματίζεται το 2022 από τα δάνεια ύψους 130 δισ. ευρώ του EFSF (δεδομένου ότι μέχρι τότε έχει δοθεί περίοδος χάριτος και η Ελλάδα δεν καταβάλλει τόκους) και εν συνεχεία η χώρα να αναλάβει την υποχρέωση να αποπληρώνει κάθε χρόνο το 1/20 των τόκων.
Με βάση αυτό το σενάριο μετατοπίζεται ο χρόνος αποπληρωμής των τόκων κατά οκτώμισι χρόνια και εξασφαλίζονται οι ελάχιστες προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους.
Στην άσκηση που έχει γίνει μια τέτοια απόφαση, διευκόλυνσης πληρωμών και όχι «κουρέματος» τόκων, επιτρέπει στην Ελλάδα να προχωρήσει σε δημοσιονομική χαλάρωση μετά το 2020-2021 και να περιορίσει τον στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ ετησίως.
Το «κλείδωμα» των επιτοκίων δανεισμού σε επίπεδα κάτω του 2% που επιδιώκει ο ΟΔΔΗΧ επιτυχώς μέχρι τώρα για ορισμένα δάνεια μέσω των βραχυπρόθεσμων μέτρων και για όλες τις δόσεις που δίνονται στην Ελλάδα από το πρόγραμμα, είναι μια δύσκολη παράμετρος και πολύ δύσκολη υπόθεση. Ομως αν και εφόσον επιτευχθεί με όρους και εργαλεία της αγοράς θα είναι τεράστια επιτυχία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ