Τριπλή νίκη για τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: Επί της Κριστίν Λαγκάρντ, την οποία πίεσε για μία ακόμη φορά, με επιτυχία να αποφύγει κάθε συγκεκριμένη αναφορά στην ημερομηνία και το ύψος του «κουρέματος» του ελληνικού χρέους· επί του Ευκλείδη Τσακαλώτου, τον οποίο εξανάγκασε να αποδεχθεί όλους τους «γερμανικούς» όρους στο τελευταίο Eurogroup· και επί της Ανγκελα Μέρκελ, την οποία μπόρεσε να πείσει ότι το ΔΝΤ επιφέρει τελικά μάλλον ζημιές παρά οφέλη στην ευρωζώνη και ότι για αυτό θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό
Σταθερότητας ESM.
Αυτή η αίσθηση θριάμβου, που θυμίζει λίγο «ημέρες πολέμου», ήταν διάχυτη τις δύο τελευταίες εβδομάδες στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Οι τρεις νίκες δεν ήταν βέβαια ισάξιες. Η κυριότερη ήταν το «τουμπάρισμα» της καγκελαρίου, που μέχρι πρότινος εξήρε την «ανυπολόγιστη αξία» του ΔΝΤ. Η επιμονή της ήταν διαχρονική. Η κυρία Μέρκελ ήταν εκείνη που είχε φέρει τον Μάιο του 2010 το Διεθνές Ταμείο στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη –και αυτό παρά τις ενστάσεις του κ. Σόιμπλε. Ο τελευταίος αποφάνθηκε μεν αργότερα ότι η κυρία Μέρκελ είχε συνολικά δίκιο, δεν παρέλειπε όμως κατά καιρούς να υπενθυμίζει τις «βάσιμες» αντιρρήσεις του. Τώρα που η καγκελάριος μεταπείστηκε οριστικά, δεν διστάζει λοιπόν να δείχνει δημόσια ικανοποίηση για τη «δικαίωσή» του.
Οι δυο άλλες νίκες θεωρούνται μικρότερης σημασίας, επειδή εκτιμούνται ως προσωρινές. Και αυτό επειδή τόσο ο κ. Τσακαλώτος όσο και η κυρία Λαγκάρντ κρίνονται ως «απρόβλεπτοι» πολιτικοί, ο πρώτος για ιδεολογικούς, η δεύτερη για πραγματιστικούς λόγους –λόγω των δεσμεύσεων που της επιβάλλει το καταστατικό του ΔΝΤ. Αυτό δεν χαλάει όμως την καλή διάθεση στο περιβάλλον του κ. Σόιμπλε: «Η Λαγκάρντ δεν μας ενοχλεί, όσο αποδέχεται την απόφαση του Eurogroup από τον Μάιο του 2016, που προβλέπει διαβουλεύσεις για ενδεχόμενη ελάφρυνση του χρέους μετά το καλοκαίρι του 2018» λέει συνεργάτης του. Και μέχρι στιγμής τουλάχιστον, προσθέτει, δεν δείχνει διάθεση να αλλάξει στάση.
Το επιτελείο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών έχει όμως και έναν άλλο λόγο να θριαμβολογεί. Το γεγονός ότι ο κ. Σόιμπλε «έκλεψε την παράσταση» στη σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον με την ανακοίνωση της αντικατάστασης του ΔΝΤ από το ESM. Για τα μέσα ενημέρωσης ήταν η μεγάλη είδηση της συνόδου. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Ντένις Κόλμπεργκ έσπευσε μεν να διευκρινίσει ότι η αντικατάσταση αυτή δεν είναι του παρόντος, όμως ήδη η απλή αναφορά της έφτασε για να επισκιάσει τις δηλώσεις της κυρίας Λαγκάρντ για την «ταραγμένη» σχέση του ΔΝΤ με την ευρωζώνη και ιδιαίτερα την Ελλάδα.
Το Βερολίνο δεν είναι βέβαια μόνο το υπουργείο Οικονομικών. Εξω από τα τείχη του επικρατεί άλλη, λιγότερο «πολεμική» ατμόσφαιρα. Η εντύπωση που επικρατούσε τις τελευταίες ημέρες ήταν ότι η ρήξη μεταξύ της κυρίας Λαγκάρντ και του κ. Σόιμπλε έχει προς το παρόν αποφευχθεί, χωρίς όμως αυτό να εξασφαλίζει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Αυτό εξηγεί και την εκ νέου επιστροφή της «αρχής της ελπίδας». «Ελπίζω το ΔΝΤ να αποφασίσει τώρα γρήγορα τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα» λέει ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών στην Επιτροπή Προϋπολογισμού της γερμανικής Βουλής Εκχαρτ Ρέμπεργκ –χωρίς να βάζει βέβαια ο ίδιος στοίχημα για αυτό. Ο κ. Ρέμπεργκ δεν θέλει να προκαταλάβει τις συζητήσεις για το χρέος, θεωρεί όμως απαραίτητες τις δομικές μεταρρυθμίσεις «αν η Ελλάδα θέλει να παραμείνει στην ευρωζώνη». Η βάση των διαπραγματεύσεων πρέπει να είναι η επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5%. Εάν αποκλίνει από αυτό, προσθέτει, «το δημοσιονομικό κενό, που θα έπρεπε ενδεχομένως να καλύψουν κατόπιν οι δανειστές, θα ήταν ακόμα μεγαλύτερο» από το σημερινό.
Ομως τέτοιες φρούδες ελπίδες έχουν μηδαμινό πρακτικό αποτέλεσμα σε σύγκριση με τη χειροπιαστή πολιτική του κ. Σόιμπλε, που δημιουργεί τετελεσμένα στην Ευρώπη. Οχι παράδοξο έτσι το γεγονός ότι η δεξιά λαϊκιστική εφημερίδα «Bild – Zeitung» τον ανήγαγε την Παρασκευή σε μέγα «ευρωπαϊστή», σε ένα είδος μυστικού καθοδηγητή της ηπείρου. Και όχι παράδοξο επίσης, ότι ο ίδιος γίνεται αντικείμενο σφοδρών επιθέσεων, που προέρχονται από εκείνους που προσπαθεί να «σώσει»: «από μια οικονομικώς αδύναμη Γαλλία, μια υπερβολικά χρεωμένη Ιταλία και από μια ανίκανη να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις Ελλάδα». Με αποτέλεσμα να είναι ταυτόχρονα «όσο λίγοι άλλοι πολιτικοί τόσο μισητός σε ευρύτατα τμήματα της Ευρώπης». Εύστοχη διαπίστωση, που είχαν προλάβει βέβαια να κάνουν πριν από την «Bild- Zeitung» πολλά άλλα μέσα ενημέρωσης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ