Ο ΠΡΩΗΝ Πρωθυπουργός κ. Γ. Ράλλης, που ως πρόεδρος του συνεδρίου (την ανάγκη συγκλήσεως του οποίου είχε υπογραμμίσει σε άρθρο του στο «Βήμα» τον περασμένο Οκτώβριο) εξασφάλισε τη διαδοχή με ομαλό τρόπο της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας, αποκαλύπτει με τη σημερινή συνέντευξή του ότι συμβούλευσε τον νέο πρόεδρο κ. Κωνσταντίνο Καραμανλή:


Πρώτον, να μην κυριαρχείται στην αντιπολιτευτική τακτική του από λαϊκιστικό πνεύμα και, αντίθετα, να επιδοκιμάζει τα ορθά κυβερνητικά μέτρα.


Δεύτερον, να αγνοήσει παντελώς το λεγόμενο κομματικό κόστος και να λαμβάνει υπόψη του μόνο το εθνικό κόστος.


Τρίτον, στο θέμα των Σκοπίων να εγκαταλείψει την έξαλλη τακτική του παρελθόντος. Ο κ. Γ. Ράλλης συνιστά να γίνει αποδεκτή η σύνθετη ονομασία.


Τέλος, ιδιαίτερη σημασία έχει ότι ο κ. Γ. Ράλλης κρίνει σώφρονα την τακτική της κυβέρνησης να αυξήσει πρώτα τον εθνικό πλούτο και κατόπιν να κάνει παροχές υπέρ των ασθενεστέρων τάξεων.


­ Αισιοδοξείτε, κύριε Πρόεδρε, ότι μετά την εκλογή του νέου αρχηγού θα αποκατασταθεί η ενότητα της παράταξης και θα τερματισθεί η νοσηρή κατάσταση των αμφισβητήσεων και αντιπαραθέσεων;


«Είμαι πολύ αισιόδοξος και πιστεύω ότι κανένας μέσα στη Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται, άμεσα τουλάχιστον, να αμφισβητήσει τον κ. Κωνσταντίνο Καραμανλή. Είναι τόσο μεγάλη η πλειοψηφία με την οποία εξελέγη και είναι ακόμη μεγαλύτερη η εμπιστοσύνη με την οποία τον περιβάλλει ο κόσμος της παρατάξεως ώστε κανείς επώνυμος, κανένα στέλεχος του κόμματος δεν θα αποτολμήσει να τον αμφισβητήσει. Εχω ιδίαν αντίληψη των αισθημάτων της κοινής γνώμης γιατί καθημερινά δέχομαι δεκάδες τηλεφωνήματα και επικοινωνώ με πολλούς πολίτες».





­ Αργότερα όμως τι θα προκύψει;


«Συμφωνώ ότι η διατήρηση του σημερινού κλίματος ευφορίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική που θα εφαρμόσει ο κ. Κ. Καραμανλής, από τις πράξεις του».


­ Εσείς, ποια εικόνα και ποιες εντυπώσεις αποκομίσατε από τη συνάντησή σας με τον νέο πρόεδρο;


«Θα ήθελα να υπογραμμίσω τη διαπίστωσή μου ότι ο νέος Καραμανλής έχει ένα σπουδαίο κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα με τον παλαιό Καραμανλή: δεν κατατάσσει τους βουλευτές και τα στελέχη του κόμματος σε «δικούς του» και σε «μη δικούς του». Αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία στην ορθότατη αυτή αντίληψη, η οποία αποτελεί μια πολύ ευοίωνη ένδειξη για την ευτυχή μελλοντική πορεία της Νέας Δημοκρατίας».


­ Ποια, κατά τη γνώμη σας, θα είναι η στάση των κκ. Εβερτ και Σουφλιά έναντι του νέου αρχηγού;


«Με ικανοποίησε η άψογη συμπεριφορά των υποψήφιων αρχηγών κκ. Εβερτ και Σουφλιά έναντι του σημερινού προέδρου μετά την εκλογή του· γι’ αυτόν τον λόγο μάλιστα τους έστειλα προσωπική επιστολή με την οποία τους επαινούσα για τη στάση τους. Αλλά και η στάση του κ. Μητσοτάκη, μετά την εκλογή του νέου προέδρου, αποτελεί θετικό στοιχείο και επιτρέπει ευοίωνες προβλέψεις για το μέλλον της Νέας Δημοκρατίας. Βέβαια, η καλή πορεία του κόμματος δεν εξαρτάται μόνο από τον πρόεδρό του, αλλά βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην πρόθυμη, ομόψυχη και σύντονη συμβολή των στελεχών και των οπαδών της παρατάξεως στην όλη προσπάθεια. Δεν υπονοώ ότι πρέπει να εκλείψει η κριτική και να επικρατεί η υποκριτική σιωπή, που μπορεί να αποβεί και επικίνδυνη. Ασφαλώς πρέπει να ασκείται κριτική. Επιβάλλεται όμως αυτή να είναι πάντοτε καλόπιστη και εποικοδομητική, ποτέ να μην προσλαμβάνει τη μορφή συνεχούς μεμψιμοιρίας και στείρας αρνήσεως και, φυσικά, να μην έχει ως ελατήρια την προσωπική φιλοδοξία και την ατομική προβολή. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εκλείψει το απαράδεκτο φαινόμενο της για προσωπικούς μόνο λόγους εμφανίσεως στελεχών και της προβολής συνεντεύξεών τους από τα τηλεοπτικά «παράθυρα»».


­ Και η στάση των στελεχών που ακολουθούσαν τον κ. Μητσοτάκη ποια θα είναι;


«Επισημαίνω ότι η Νέα Δημοκρατία διαθέτει σήμερα αξιόλογα και πολύ ικανά στελέχη μέσης ηλικίας, τα οποία αποτελούν σπουδαίο κεφάλαιο για την προκοπή του κόμματος. Δεν ανήκει στις συνήθειές μου η παράθεση ονομάτων. Περιορίζομαι στην αναφορά του ονόματος της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη, γιατί την εμφάνιζαν πριν από το συνέδριο ως τον ενδεχόμενο αντίπαλο πόλο έλξεως. Η σωφροσύνη, η σοβαρότητα και το αίσθημα ευθύνης που επέδειξε η κυρία Μπακογιάννη, τόσο πριν από το συνέδριο όσο και κατά το διάστημα του ενός περίπου μηνός που πέρασε μετά την εκλογή του νέου προέδρου του κόμματος, έχουν υπερακοντίσει τον υπερβάλλοντα ζήλο εκείνων που την ήθελαν ή έστω την παρουσίαζαν ως αντιδραστικό προπύργιο στους κόλπους της παρατάξεως».


­ Εσείς, κύριε Πρόεδρε, είστε μια σεβαστή προσωπικότητα και με την ηθική παρουσία σας διασφαλίσατε την επιτυχία του συνεδρίου. Παρά ταύτα δεν έλειψαν οι αιτιάσεις για αποφάσεις που ελήφθησαν όσον αφορά κυρίως το Καταστατικό. Σας θυμίζω τις παρατηρήσεις του κ. Στ. Μάνου. Τι απαντάτε;


«Οσοι ισχυρίζονται ότι, μολονότι το πρόσφατο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας ήταν υποδειγματικό, ορισμένες αποφάσεις του δεν ελήφθησαν με δημοκρατικό τρόπο γιατί τάχα δεν έγινε συζήτηση για τα θέματα επί των οποίων ελήφθησαν οι αποφάσεις αυτές, όπως π.χ. συνέβη με τις αλλαγές στο Καταστατικό του κόμματος, καθώς και με το πρόγραμμα, φαίνεται ότι δεν παρακολούθησαν τις εργασίες του συνεδρίου. Και για τα δύο αυτά θέματα έγινε εξαντλητική συζήτηση, πρώτα πρώτα κατά τις διήμερες εργασίες των προσυνεδριακών συνδιασκέψεων στη Θεσσαλονίκη, στις 2 και 3 Μαρτίου 1997, όπου έγιναν 30 περίπου σχετικές εισηγήσεις από συνέδρους, ιδίως για το Καταστατικό. Είχα συγκροτήσει δύο επιτροπές, ανά μία για το Καταστατικό και το πρόγραμμα, από μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής, οι οποίες μελέτησαν τις εισηγήσεις των συνέδρων και, με βάση αυτές, είχαν καταλήξει στις τελικές προτάσεις, που συζητήθηκαν εκτενώς κατά τη δεύτερη ημέρα του συνεδρίου, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Στο πρόγραμμα δεν έγινε καμία τροποποίηση, όμως οι τροποποιήσεις που έγιναν στο Καταστατικό είναι σημαντικές. Αναφέρω ενδεικτικά τις αλλαγές: α) στο άρθρο 4 για τη διαδικασία εγγραφής των μελών του κόμματος, β) στο άρθρο 10 για τη διεξαγωγή του συνεδρίου κάθε τρία χρόνια, καθώς και για τη συγκρότηση του συνεδρίου από αριθμό μελών υπερδιπλάσιο εκείνου που προβλεπόταν, γ) στο άρθρο 14 για την εκλογή και την αμφισβήτηση του προέδρου του κόμματος, δ) στο άρθρο 16 για την Κεντρική Επιτροπή και τη συγκρότησή της, ε) στο άρθρο 20 για την Κοινοβουλευτική Ομάδα, στ) στο άρθρο 21 για την επιλογή των υποψήφιων βουλευτών, καθώς και στα άρθρα 27 και 28 για την περιφερειακή οργάνωση του κόμματος. Με τα δύο αυτά άρθρα προβλέπεται ότι εφεξής η εκλογή των προέδρων των ΤΟ (Τοπικών Οργανώσεων) και των ΝΟΔΕ (Νομαρχιακών Διοικουσών Επιτροπών) θα γίνεται από το σύνολο των μελών των τοπικών συνελεύσεων και των νομαρχιακών συνελεύσεων, αντίστοιχα, και όχι από τα διοικητικά συμβούλια των ΤΟ και των ΝΟΔΕ, όπως γινόταν ως τώρα».


­ Δεν αγνοείτε πάντως ότι έγιναν σχόλια και για κρυφή υποστήριξη εκ μέρους σας της υποψηφιότητας του κ. Κ. Καραμανλή και μάλιστα ότι το κάνατε αυτό σε εκπλήρωση σχετικής επιθυμίας του τ. Προέδρου της Δημοκρατίας;


«Πρώτον, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είχε ανάμειξη σε καμία φάση της διαδικασίας εκλογής νέου αρχηγού. Δεύτερον, ως προς εμένα γνωρίζω ότι κάποιοι ισχυρίζονται πως είχα ταχθεί υπέρ της υποψηφιότητας του κ. Γ. Σουφλιά, άλλοι υπέρ του Κώστα Καραμανλή. Κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα ταχθεί υπέρ οποιουδήποτε υποψηφίου και τήρησα απόλυτα αντικειμενική και αμερόληπτη στάση έναντι όλων, γιατί ως πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου είχα την υποχρέωση να τηρήσω αυτή τη στάση. Η ευθύνη της ομαλής πορείας προς το συνέδριο, καθώς και της άψογης διεξαγωγής των εργασιών του, επέβαλλε την αποφυγή δημόσιων εκδηλώσεων υπέρ ή κατά των υποψήφιων προέδρων, δεοντολογία που συνέστησα με ειδική επιστολή μου προς όλους τους βουλευτές της ΝΔ, από την πρώτη κιόλας ημέρα της αναλήψεως των καθηκόντων μου (11 Ιανουαρίου 1997). Πώς ήταν δυνατόν να παραβιάσω πρώτος εγώ αυτή την αρχή; Οσα λέγονται περί του αντιθέτου, μου θυμίζουν ανάλογο μύθο ­ που βλέπω να επαναλαμβάνεται και τώρα από μερικούς συναδέλφους σας ­ ο οποίος είχε κυκλοφορήσει κατά την εκλογή μου ως προέδρου της ΝΔ τον Μάιο του 1980. Τότε είχε λεχθεί ότι με είχε υποστηρίξει, εμμέσως πλην σαφώς, ο πρόεδρος Κωνσταντίνος Καραμανλής. Αυτό, βέβαια, δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ο Καραμανλής δεν υποστήριξε κανέναν, μολονότι, όπως σημειώνω και στις σελίδες 11 και 12 του βιβλίου μου «Ωρες ευθύνης» (Απρίλιος 1983), ήταν πεπεισμένος ότι πρόεδρος του κόμματος θα εκλεγόταν ο Αβέρωφ. Τα περιστατικά αυτά που περιγράφω στις «Ωρες ευθύνης» δεν τόλμησε να τα αμφισβητήσει κανένα από τα ηγετικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο μου ή αργότερα».


­ Ας επιστρέψουμε όμως στα θέματα πολιτικής που, όπως είπατε, θα κρίνουν τον νέο αρχηγό. Σεις, τι συστήσατε στον νέο πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας κατά τη συνάντηση που είχατε μαζί του μετά την εκλογή του;


«Οι συμβουλές μου προς τον νέο πρόεδρο του κόμματος, σε συνδυασμό με τις σκέψεις μου για το καλό του τόπου και την καλή πορεία της παρατάξεως, κινήθηκαν στο πνεύμα της ομιλίας μου στο συνέδριο την επομένη της εκλογής του. Σας υπενθυμίζω όσα, μεταξύ άλλων, είπα, π.χ. για την άσκηση αντιπολιτεύσεως, ότι δηλαδή αυτή δεν πρέπει να έχει συνεχώς και αδιακρίτως αρνητικό χαρακτήρα ούτε να κυριαρχείται από λαϊκιστική αντίληψη. Αυτό σημαίνει ότι τίμιο και χρήσιμο είναι να επιδοκιμάζει η αντιπολίτευση τα προφανώς ορθά κυβερνητικά μέτρα ­ όταν, φυσικά, διαπιστώνει ότι λαμβάνονται τέτοια μέτρα ­ γιατί αυτό ωφελεί τη χώρα και αποτελεί ουσιαστικά δημιουργική προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο. Το κάκιστο προηγούμενο της αντιπολιτευτικής τακτικής του ΠαΣοΚ αποτελεί, ασφαλώς, παράδειγμα προς αποφυγήν, γιατί πολύ έβλαψε τα εθνικά μας συμφέροντα, έχει πλήξει σοβαρά την οικονομία της χώρας και υποβάθμισε την πολιτική μας ζωή. Αφήνω το γεγονός ότι πολλά από εκείνα που με δριμύτητα στηλίτευσε, αργότερα τα υιοθέτησε. Μικρής βέβαια σημασίας, το αναφέρω όμως ως παράδειγμα γιατί είναι πολύ πρόσφατο, η έκθεση σπουδαίων έργων βυζαντινής τέχνης (σπάνιων βυζαντινών εικόνων, άλλων πολύτιμων κειμηλίων) στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, με τον τίτλο «Η Δόξα του Βυζαντίου». Σπάνια έργα κλασικής ελληνικής τέχνης είχαν επίσης εξαχθεί από τη χώρα μας και είχαν εκτεθεί και παλαιότερα στο ίδιο μουσείο, όταν υπουργός Πολιτισμού ήταν η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη. Ορθές ήταν οι ενέργειες και στις δύο περιπτώσεις, γιατί προφανώς απέβλεπαν στη διεθνή προβολή της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς και την προσέλκυση ξένων επισκεπτών στην Ελλάδα. Οταν όμως η κυβέρνηση Καραμανλή είχε κάμει, για πρώτη φορά το 1976-77, κάτι ανάλογο, σε συνεργασία με το ίδιο μουσείο και για τον ίδιο σκοπό, το ΠαΣοΚ, που ήταν τότε στην αντιπολίτευση, είχε χαλάσει τον κόσμο με τις αντιδραστικές εκδηλώσεις, τις οποίες είχε υποκινήσει, κάνοντας έτσι αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Θα μπορούσα να αναφέρω σωρεία παραδειγμάτων τέτοιας αντιπολιτευτικής τακτικής σε πολύ σοβαρότερα θέματα, σέβομαι όμως τον χώρο του «Βήματος»».


­ Θα συμφωνήσετε όμως ότι ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να υπολογίσει και το κομματικό κόστος που θα έχει αν επικροτήσει κυβερνητικά μέτρα.


«Εγώ δεν τα συμμερίζομαι αυτά. Στον νέο πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας μίλησα επίσης και για το περίφημο πολιτικό ­ ή, ορθότερα, κομματικό ­ κόστος, ο υπολογισμός του οποίου αποτελεί σοβαρότατη αδυναμία της πολιτικής μας ζωής και έχει στοιχίσει πολλά στον τόπο μας. Κατά την τελευταία δεκαπενταετία, τα πολιτικά κόμματα και οι ηγεσίες τους, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, χάραξαν πολλές φορές την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική τους με γνώμονα το ενδεχόμενο κομματικό κόστος. Στις περιπτώσεις αυτές αγνόησαν το εθνικό κόστος, που ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσαν ­ όπως και έχουν προκαλέσει ­ οι σχετικές επιλογές τους. Τα παραδείγματα αφθονούν σε όλους σχεδόν τους τομείς, ιδιαίτερα όμως στην οικονομία και στα εθνικά μας θέματα».


­ Η συμβουλή σας αυτή καλύπτει και το θέμα των Σκοπίων;


«Βεβαίως ναι. Δεν πρέπει ο νέος πρόεδρος να ακολουθήσει την έξαλλη γραμμή στο θέμα αυτό. Από το 1992 υποστηρίζω ότι το όνομα δεν έχει τόση σημασία. Δυστυχώς η επιχειρηματολογία μου αυτή δεν κατέστη δυνατόν να πείσει την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση και φθάσαμε στο σημείο να απομονωθούμε και όλος ο κόσμος να αποκαλεί τα Σκόπια «Μακεδονία». Αν συνεπώς η διεθνής μεσολάβηση καταλήξει σε ένα σύνθετο όνομα που περιέχει τη λέξη «Μακεδονία», θα συνιστούσα να αποδεχθούμε τη λύση. Η ηγετική μας θέση στα Βαλκάνια εξαρτάται πολύ από την αποκατάσταση καλών σχέσεων με τα Σκόπια. Σας θυμίζω ότι εξαιτίας αυτού του θέματος παραιτήθηκα από βουλευτής τον Μάρτιο του 1993 και δεν επολιτεύθηκα εκ νέου».


­ Τι γνώμη έχετε για τα ανοίγματα της κυβέρνησης Σημίτη προς τα αριστερά αλλά και προς τα δεξιά; Απωθούν τη Νέα Δημοκρατία στη γωνία;


«Συχνά ακούω να γίνεται λόγος για κεντροδεξιά και κεντροαριστερά μερίδα του λαού, για ομώνυμες πτέρυγες των κομμάτων και για ανάλογες πολιτικές και τάσεις. Νομίζω ότι είναι αναχρονιστικοί όσοι εμμένουν ακόμη σ’ αυτές τις αντιλήψεις, τις ξεπερασμένες από τις εξελίξεις και τη διαμορφωθείσα νέα πολιτική πραγματικότητα σε παγκόσμια κλίμακα. Σήμερα, ακόμη και εκείνα τα κόμματα που επιμένουν να διατηρούν τον τυπικό τίτλο των σοσιαλιστικών, έχουν σαφώς ταχθεί υπέρ της ελεύθερης οικονομίας με κοινωνικό περιεχόμενο, του περιορισμού των κρατικών παρεμβάσεων και της ελεύθερης αγοράς. Αρχές τις οποίες η Νέα Δημοκρατία έχει περιλάβει στο πρόγραμμά της, έχει διακηρύξει πριν από δέκα χρόνια στο Α’ Συνέδριο της Χαλκιδικής και τις ακολουθεί έκτοτε χωρίς παρεκκλίσεις, εκσυγχρονίζοντάς τες με βάση τις σημειούμενες εξελίξεις και τα νέα δεδομένα. Το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα είναι το πρώτο από τα σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης που εγκαινίασε αυτή τη στροφή των 180 μοιρών, ένα έτος μετά την ανάδειξη του Μιτεράν ­ τον Μάιο του 1981 ­ στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας. Από τότε η γαλλική οικονομία σταθεροποιήθηκε και ακολουθεί αναπτυξιακή πορεία».


­ Μα και το ΠαΣοΚ άλλαξε οικονομική πολιτική!


«Το ΠαΣοΚ και ο απελθών ηγέτης του Α. Παπανδρέου δεν μιμήθηκε δυστυχώς τότε τον ομοϊδεάτη του γάλλο ηγέτη, ούτε τον επίσης σοσιαλιστή συνάδελφό του της Ισπανίας Γκονζάλες. Το αποτέλεσμα της εμμονής του στα σοσιαλιστικά πρότυπα και τα ουτοπικά οράματα ήταν να φτάσει η ελληνική οικονομία στα πρόθυρα της καταρρεύσεως και σήμερα να δεινοπαθεί ο τόπος μας και ο λαός. Η σκληρή αυτή πραγματικότητα ανάγκασε τον σημερινό υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Παπαντωνίου να μιλήσει, πριν από δύο περίπου μήνες, για τη χαμένη δεκαετία του ’80. Ηταν μια ειλικρινής διαπίστωση και ομολογία. Η χαμένη δεκαετία οφείλεται κυρίως στην αλόγιστη αύξηση του ελλείμματος. Υπενθυμίζω ότι στις 18 Οκτωβρίου 1981 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρέδωσε στο ΠαΣοΚ δημόσιο έλλειμμα της τάξεως του 60% επί του ΑΕΠ και σήμερα αυτό υπολογίζεται στο 160% περίπου, αν ληφθούν υπόψη και οι ακατάπτωτες ακόμη εγγυήσεις του Δημοσίου υπέρ τρίτων. Κάποιο στέλεχος του ΠαΣοΚ (σ.σ.: πρόκειται για τον αντιπρόεδρο της Βουλής κ. Κρητικό), που πολύ το εκτιμώ, πρότεινε σε πρόσφατο δημοσίευμά του να ακολουθήσει η σημερινή κυβέρνηση την οικονομική πολιτική Παπανδρέου κατά την περίοδο 1981-85, δηλαδή να επανέλθει στην πολιτική παροχών. Αυτή η ατυχέστατη πρόταση με ανάγκασε να του γράψω ότι, αν τυχόν εισακουόταν, ήταν πλέον βέβαιο ότι αυτή τη φορά η ελληνική οικονομία δεν θα γλίτωνε από την κατάρρευση». Περιορίστε τις δημόσιες δαπάνες


­ Κύριε Πρόεδρε, ποια είναι η γνώμη σας για την οικονομική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης;


«Ευτυχώς, φαίνεται πως ο σημερινός Πρωθυπουργός έχει πεισθεί ότι προέχει η σύντονη προσπάθεια αυξήσεως του εθνικού πλούτου και όταν αυτός ο καίριος στόχος επιτευχθεί, τότε θα είναι ο καιρός να αποφασισθούν παροχές υπέρ των οικονομικά ασθενεστέρων λαϊκών τάξεων. Είναι μια σώφρων τακτική, την οποία, όπως σας προανέφερα, δεν ακολούθησε δυστυχώς η πρώτη μετά το 1981 κυβέρνηση του ΠαΣοΚ. Το κακό εν τούτοις είναι ότι και η σημερινή κυβέρνηση του κ. Σημίτη δεν έχει φροντίσει να περιορίσει δραστικά ­ στον βαθμό που επιβάλλεται ­ τις δημόσιες δαπάνες, ώστε να μειωθούν τα απειλητικά ελλείμματα του Δημοσίου. Οι τακτικές δαπάνες του προϋπολογισμού δεν έχουν περιορισθεί σε σημαντικό βαθμό, ενώ σε πολλές περιπτώσεις εγκρίνονται πρόσθετες δαπάνες που δεν είναι απολύτως αναγκαίες. Διάβασα πρόσφατα στον Τύπο ότι μελετάται στη Χαλκιδική η κατασκευή νέου γηπέδου γκολφ για το οποίο εγκρίνεται δαπάνη 4 δισ. δραχμών. Με τα μισά χρήματα θα μπορούσαν να ανακαινιστούν το γκολφ της Ρόδου, που είναι σε απαράδεκτη κατάσταση, καθώς και το γκολφ της Σιθωνίας και του Δήμου Γλυφάδας, που χρήζουν σημαντικής ανακαινίσεως. Η ανακαίνιση των τριών αυτών γκολφ θα είχε ως αποτέλεσμα την προσέλκυση πολύ περισσότερων ξένων τουριστών, και σε συντομότερο βέβαια διάστημα, από εκείνους που θα προσελκύσει το δεύτερο γκολφ της Χαλκιδικής».