Το πολιτικό ημερολόγιο της χώρας φαίνεται πως καθορίζει η κατ’ αρχήν συμφωνία της Μάλτας για επιστροφή των εκπροσώπων των θεσμών στα δωμάτιά τους στο «Χίλτον» και στις συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση. Παρά την προσπάθεια καλλιέργειας θετικού κλίματος, η οποία καταβλήθηκε πρωτίστως από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, η προ-συμφωνία με τους θεσμούς δεν σημαίνει και ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Υπάρχει άλλωστε και ένας ακόμη σταθμός: η σύνοδος του ΔΝΤ στις 21-23 Απριλίου, όπου θα γίνει –αν γίνει –η συζήτηση για το χρέος το οποίο στο Μέγαρο Μαξίμου εξακολουθούν να θεωρούν κομβικό ζήτημα.
Εγκλωβισμένη η κυβέρνηση
Πάντως τα χρονοδιαγράμματα που έχουν τεθεί για μειώσεις συντάξεων κατά 1,8 δισ. ευρώ το 2019 και φορολογικές επιβαρύνσεις άλλων 1,8 δισ. ευρώ από το 2020 φαίνεται ότι εγκλωβίζουν την ελληνική κυβέρνηση σε μια αναγκαστική προσφυγή στις κάλπες πριν από τη λήξη της θητείας της καθώς ο Αλ. Τσίπρας δεν θα μπορεί να πάει σε εκλογές με το… τσεκούρι των περικοπών στο χέρι.
Στην πραγματικότητα, ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στη Μάλτα επαναφέρει τη διαπραγμάτευση στο σημείο όπου είχε φθάσει πριν από το ναυάγιο του Brussels Group της προηγούμενης εβδομάδας. Εκεί ο Ευ. Τσακαλώτος είχε στην ουσία συμφωνήσει σε ένα αντίστοιχο πλαίσιο, όμως από το Μέγαρο Μαξίμου είχαν διαμηνύσει ότι εφαρμογή πρόσθετων μέτρων πριν από το 2020 δεν είναι πολιτικά αποδεκτή και διαχειρίσιμη. Πλέον ο κ. Τσακαλώτος φαίνεται πως προσπαθεί να προετοιμάσει το έδαφος, με τη δήλωσή του της Παρασκευής: «Υπάρχουν μέτρα στη συμφωνία που θα στενοχωρήσουν τον ελληνικό λαό».

Παρασκήνιο, επαφές και προειδοποιήσεις
Το παρασκήνιο που προηγήθηκε του συμβιβασμού της Παρασκευής φαίνεται ότι ψαλίδισε τα φτερά του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα εμφανιζόταν έτοιμος ακόμη και για ρήξη όταν προανήγγειλε προτρέχοντας έως και Σύνοδο Κορυφής της Ενωσης για το ελληνικό ζήτημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο ίδιος ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ αλλά και η καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ, με την οποία ο Πρωθυπουργός είχε τηλεφωνική συνομιλία, διαμήνυσαν ότι οι τόνοι πρέπει να πέσουν και οι εμπρηστικές δηλώσεις να περιορισθούν. Επειτα δε και από τη συνάντηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ το απόγευμα της Πέμπτης και εν όψει της συνεδρίασης του Eurogroup της επόμενης ημέρας, η γραμμή απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση είχε διαμορφωθεί και η συνέχιση της διαπραγμάτευσης ήταν μονόδρομος αφού και στο Μέγαρο Μαξίμου έδειξαν να κατανοούν ότι κάθε άλλο ενδεχόμενο θα ήταν καταστροφικό.
Τα μηνύματα από το Βερολίνο έγιναν ακόμη σαφέστερα την Παρασκευή, διά του Προέδρου της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Οπως σημείωσε ήδη προτού προσγειωθεί στην Αθήνα, στην πρώτη του επίσκεψη με τη νέα του ιδιότητα, η Ελλάδα έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει και βασική προϋπόθεση για τα επόμενα βήματα είναι η ψήφιση και εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.
Κάπως έτσι έληξε μάλλον άδοξα ακόμη μια προσπάθεια της κυβέρνησης για «πολιτική διαπραγμάτευση».
Με το χρονοδιάγραμμα της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης να παραμένει πιεστικό και με καταληκτικό χρόνο τον Ιούνιο, η συζήτηση πλέον μεταφέρεται στο πεδίο της διαχείρισης από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης.
Μια πρώτη απόπειρα θα γίνει στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής την Κυριακή το πρωί, όμως αυτό που εκτιμούν κάποια πολιτικά στελέχη, κυρίως της αντιπολίτευσης, είναι ότι η κυβέρνηση και ο κ. Τσίπρας έχουν χάσει στην ουσία κάθε δυνατότητα αιφνιδιασμού, πολιτικής πίεσης ή ελιγμών που θα αποτρέψουν ή θα μετριάσουν τη φθορά τους. Επιπλέον δε, αρχίζει να γενικεύεται η εκτίμηση και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ότι ο χρόνος των εκλογών έχει γίνει προβλέψιμος.
Ορόσημο οι γερμανικές εκλογές
Κατά τα όσα αναφέρουν οι ίδιες πηγές, η σημερινή πραγματικότητα σε συνδυασμό με τις προαναγγελθείσες περικοπές από το Eurogroup της Μάλτας αποκλείει σχεδόν με βεβαιότητα την εξάντληση της θητείας της κυβέρνησης. Ενδεχομένως δε να έχουν καταστήσει πλέον σχεδόν και επισήμως την πολιτική εξέλιξη στην Ελλάδα ευθέως συναρτημένη από τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Οπως λένε κάποιοι πολιτικοί παράγοντες: «Αν η κυβέρνηση φθάσει έως το φθινόπωρο χωρίς κάποιο απρόοπτο, με το που θα κλείσουν οι κάλπες του Σεπτεμβρίου στη Γερμανία η Ελλάδα θα μπει σε προεκλογική περίοδο». Υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να ερμηνευθεί και η πρόσφατη δήλωση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι «το θέμα της Ελλάδας δεν πρόκειται να παίξει κανέναν ρόλο στις γερμανικές εκλογές».

«Τσαλακωμένος» στη συνεδρίαση της ΚΕ

Η συνεδρίαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ της Κυριακής διεξάγεται σε ένα μάλλον βαρύ κλίμα. Οι κ.κ. Τσίπρας και Τσακαλώτος καλούνται να εξηγήσουν στο κομματικό όργανο τα επόμενα βήματα και, όπως φαίνεται, οι προσεγγίσεις τους δεν συμπίπτουν.

Ο μεν Πρωθυπουργός κινείται στη γραμμή της συνωμοσιολογίας και της κατασκευής εχθρών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ο δε υπουργός Οικονομικών προαναγγέλλει δυσάρεστα μέτρα και αναμένεται για μία ακόμη φορά να θέσει ζήτημα συλλογικής ευθύνης και απόφασης κόμματος και κυβέρνησης, προτού κάνει το επόμενο βήμα στη συζήτηση με τους θεσμούς. Αυτό που αναμένεται με κάποιο σχετικό ενδιαφέρον είναι το κλίμα που θα επικρατήσει και πώς θα εκδηλωθεί. Η συνεδρίαση συμπίπτει με μια περίοδο κατά την οποία τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ περιφέρονται στη χώρα και μιλούν σε κομματικές εκδηλώσεις, εισπράττοντας κάτι μεταξύ αδιαφορίας και απογοήτευσης.

Παράλληλα, η προσπάθεια καλλιέργειας έντασης με τις επιθέσεις κατά στελεχών του ΠαΣοΚ και της ΝΔ, του Κ. Σημίτη, του Ι. Στουρνάρα, του Βερολίνου, της Ουάσιγκτον και της διαπλοκής, σε συνδυασμό με την οικειοποίηση των συμβόλων της Αριστεράς και του ΚΚΕ και το μπαράζ εγκαινίων από τον κ. Τσίπρα, φανερώνουν μια κεντρική επιδίωξη της ηγεσίας της κυβέρνησης: να κρατήσει ζωντανή και σε κάποια εγρήγορση την εκλογική της πελατεία.
Το πώς θα καταστεί αυτό δυνατό θα διαφανεί στη συνεδρίαση του κομματικού οργάνου της Κυριακής. Κατά κάποιες εκτιμήσεις, το μεγάλο ζήτημα για τον Αλέξη Τσίπρα είναι ότι στην ουσία δεν διαθέτει ένα σενάριο για τις επόμενες πολιτικές κινήσεις του.

Η φθορά της κυβέρνησης και η εικόνα που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις πλήττουν πλέον και προσωπικά τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, ενώ τα πρόσωπα του στενού πολιτικού του περιβάλλοντος δέχονται πιέσεις που φαίνεται ότι θα ενταθούν.

Σε αυτό το περιβάλλον και με την πορεία προς τις νέες περικοπές προδιαγεγραμμένη, οι διαθέσεις προσώπων να υποστηρίξουν τον Πρωθυπουργό ή να ακολουθήσουν τυφλά την πορεία που εκείνος θα τους υποδείξει είναι μάλλον περιορισμένες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ