Η ώρα που όλοι απεύχονταν αλλά που παράλληλα, κατά οξύμωρο τρόπο, όλοι ανέμεναν έφθασε. Η επίδοση της εξασέλιδης επιστολής της Τερέζα Μέι προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ την περασμένη Τετάρτη 29 Μαΐου με την οποία η βρετανίδα πρωθυπουργός ενεργοποίησε τη διαδικασία του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας για την αποχώρηση της χώρας της από την Ευρωπαϊκή Ενωση συνιστά στιγμή κομβικής σημασίας. Το ρολόι της βρετανικής αποχώρησης άρχισε πλέον να κτυπά και η 29η Μαρτίου 2019 είναι η καταληκτική ημερομηνία της διετούς διαδικασίας. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στο Λονδίνο η ανησυχία και ο προβληματισμός είναι έντονα. Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι θα χάσουν από το «διαζύγιο» –ενδεχομένως η Βρετανία λίγο περισσότερο. Είναι επίσης σαφές ότι σε αρκετά ζητήματα υπάρχουν διαφορές. Ισως η καλύτερη περιγραφή του τι θα επακολουθήσει να ήταν αυτή που έκανε ο Ντόναλντ Τουσκ λίγο μετά την παραλαβή της επιστολής Μέι από τον βρετανό μόνιμο αντιπρόσωπο στην ΕΕ Τιμ Μπάροου: «Ουσιαστικά, πρόκειται για ελαχιστοποίηση της ζημιάς».

Τα βλέμματα στο Βερολίνο
Τα βλέμματα πολλών είναι στραμμένα στο Βερολίνο. Η Ανγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τήρησαν τις πρώτες ώρες αυστηρή γραμμή. Είναι ξεκάθαρο ότι η Γερμανία δίνει πολύ μεγάλη σημασία στη διατήρηση της ενότητας των «27», χωρίς να καταφεύγει σε ρητορικές ακρότητες. Διπλωμάτες ευρωπαϊκών χωρών τόνιζαν επίσης σε ιδιωτικές συνομιλίες τους ότι το μεγαλύτερο λάθος που θα μπορούσε να διαπράξει το Λονδίνο είναι να επιδιώξει διαιρετικές πολιτικές εντός των «27». Κάτι τέτοιο, εξηγούσαν, «θα δηλητηρίαζε την ατμόσφαιρα». Επιπλέον, από αρκετές πλευρές εκφράζεται ανησυχία για το αν η κυρία Μέι θα μπορέσει να διασφαλίσει ότι οι σκληροί ευρωσκεπτικιστές του Συντηρητικού Κόμματος θα παραμείνουν πειθήνιοι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ή θα τη σπρώξουν προς αδιάλλακτες θέσεις υπό το λάβαρο μιας νέας «αυτοκρατορικής αντίληψης», δυσχεραίνοντας μια ομαλή αποχώρηση.

Τα σημεία-κλειδιά της επιστολής
Διαβάζοντας κανείς παράλληλα την επιστολή της πρωθυπουργού της Βρετανίας και το προσχέδιο των κατευθυντηρίων γραμμών που διένειμε το επιτελείο του κ. Τουσκ στις 27 πρωτεύουσες μπορεί να αντιληφθεί ότι καμία πλευρά δεν θέλει να τραβήξει εξαρχής τα πράγματα στα άκρα. Ευρωπαίοι διπλωμάτες μιλώντας ανώνυμα προς «Το Βήμα» σημείωναν ότι η επιστολή Μέι κινήθηκε στη γραμμή που θα ήθελαν οι Βρυξέλλες. «Ηταν γραμμένη με συναινετικό τόνο και με επαρκείς δόσεις δημιουργικής ασάφειας ώστε να επιτρέπει ευελιξία» τόνιζε χαρακτηριστικά πηγή από τις Βρυξέλλες.
Οπως σημείωνε σε ενημερωτική συνάντηση που είχε με μικρή ομάδα δημοσιογράφων το πρωί της περασμένης Πέμπτης στην Αθήνα η βρετανίδα πρεσβευτής Κέιτ Σμιθ, τα δύο βασικά σημεία της επιστολής ήταν α) ότι η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ δεν θα είναι το τέλος της σχέσης με την ΕΕ, αλλά η έναρξη μιας νέας βαθιάς εταιρικής σχέσης και β) ότι η πρώτη προτεραιότητα του Λονδίνου θα είναι η διαπραγμάτευση για να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των βρετανών πολιτών στην ΕΕ και των πολιτών της ΕΕ στη Βρετανία. Η κυρία Σμιθ κατέστησε επίσης σαφές ότι το Λονδίνο επιδιώκει να υπάρξει εντός της επόμενης διετίας συμφωνία τόσο επί του «διαζυγίου» όσο και επί της μελλοντικής σχέσης ΕΕ – Βρετανίας, με έμφαση φυσικά στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών. Η προτίμηση της κυβέρνησης Μέι είναι να υπογραφεί μια Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (FTA), διότι σε διαφορετική περίπτωση η Βρετανία θα πρέπει να υιοθετήσει τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO).
Η κυρία Μέι αναφέρθηκε στην ανάγκη διαπραγμάτευσης με πνεύμα εποικοδομητικό και με αμοιβαίο σεβασμό. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την αποδοχή εκ μέρους της του αδιαίρετου χαρακτήρα των τεσσάρων ελευθεριών (προσώπων, κεφαλαίου, αγαθών και υπηρεσιών), ήχησε όμορφα στα «αφτιά» των Βρυξελλών και αυτό αποτυπώθηκε στις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου. Επιπλέον, η επισήμανση ότι οι δύο πλευρές πρέπει να εργαστούν για μια «γρήγορη συμφωνία» για τα δικαιώματα των πολιτών κρίνεται θετική, χωρίς αυτό να σημαίνει πως το Λονδίνο θα προχωρήσει σε κάποια μονομερή κίνηση καλής θέλησης, όπως τόνιζε τα τελευταία 24ωρα βρετανός αξιωματούχος.

«Προσέγγιση σταδίων»
Σύμφωνα με το κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών του Συμβουλίου, ο πρωταρχικός στόχος της ΕΕ θα είναι «η διαφύλαξη των συμφερόντων της, των συμφερόντων των κρατών-μελών της, των πολιτών και των επιχειρήσεών της». Στο κείμενο αναγνωρίζεται ότι η αποχώρηση της Βρετανίας δημιουργεί «σημαντικές αβεβαιότητες». Αυτός είναι ο λόγος που οι Ευρωπαίοι προτείνουν μια «προσέγγιση σταδίων» με σκοπό να αποφευχθεί μια άτακτη αποχώρηση. Το πρώτο από αυτά τα στάδια αφορά την απεμπλοκή της Βρετανίας από την ΕΕ και από τα δικαιώματα ή υποχρεώσεις που σήμερα υπάρχουν, καθώς επίσης την παροχή νομικής ασφάλειας για πολίτες, επιχειρήσεις και άλλους εταίρους που θα μπορούσαν να επηρεαστούν από την αποχώρηση.
Το δεύτερο στάδιο συνιστά «κλειδί». Αφορά τη μελλοντική σχέση ΕΕ – Βρετανίας και, όπως έχει επισημανθεί πολλάκις, θα συγκεκριμενοποιηθεί μόνο αφού ολοκληρωθεί τυπικά το διαζύγιο. Η μελλοντική σχέση «θα λάβει σάρκα και οστά» μόνον όταν η Βρετανία θα είναι, τυπικώς, τρίτη χώρα. Ωστόσο οι Βρυξέλλες αποφεύγουν να πιέσουν τα πράγματα στα άκρα. Στις κατευθυντήριες οδηγίες τονίζεται ότι μπορεί να διεξαχθούν προκαταρκτικές και προπαρασκευαστικές συνομιλίες για το πλαίσιο της μελλοντικής σχέσης, κάτι που προβλέπεται στο άρθρο 50. Από εκεί και πέρα, οι συνομιλίες για συμφωνίες με τρίτες χώρες ή οργανισμούς διέπονται από άλλη νομική βάση (το άρθρο 218) και επομένως θα ακολουθήσουν αργότερα.
Σε σχέση με αυτό το «καυτό ζήτημα», βρετανικές πηγές υπογράμμιζαν ότι το Λονδίνο επιθυμεί «μια FTA που να είναι πολύ φιλόδοξη» και η οποία θα καλύπτει και τους τομείς των υπηρεσιών (πρόκειται για τομέα στον οποίο πολλά κράτη-μέλη της ηπειρωτικής Ευρώπης έχουν επιβάλει αρκετούς περιορισμούς). Εκτιμά δε ότι η ΕΕ διαθέτει την απαραίτητη εμπειρία ώστε να υπάρξει κατάληξη σε ένα τέτοιο εγχείρημα. Παράλληλα, η βρετανική κυβέρνηση παρουσίασε την περασμένη Πέμπτη 30 Μαρτίου τη Λευκή Βίβλο για τον «Νόμο της Μεγάλης Ανάκλησης» (The Great Repeal Bill) με τον οποίο η ευρωπαϊκή νομοθεσία και το κοινοτικό κεκτημένο θα μεταφερθούν στη βρετανική εσωτερική έννομη τάξη. Με τον τρόπο αυτόν, εκτιμούν βρετανοί αξιωματούχοι, οι συνομιλίες για μια νέα εμπορική συμφωνία δεν θα ξεκινήσουν από μηδενική βάση, όπως συνέβη π.χ. στην πρόσφατη εμπορική συμφωνία ΕΕ – Καναδά (CETA). Ηδη πάντως, στο παρασκήνιο, ορισμένοι έχουν αρχίσει να μιλούν για το «μοντέλο Ουκρανίας» ως καταλληλότερο για τη σχέση ΕΕ – Βρετανίας μετά το Brexit.
Να σημειωθεί πάντως ότι η μελλοντική συμφωνία απαιτεί ομοφωνία, ενώ αν ληφθεί υπόψη το προηγούμενο της CETA (που χαρακτηρίστηκε «μεικτή συμφωνία») τότε θα ζητηθεί και η συμφωνία των εθνικών Κοινοβουλίων. Επιπλέον, το Συμβούλιο δεν αποκλείει την ανάγκη να συμφωνηθεί μια μεταβατική περίοδος ως γέφυρα προς μια μελλοντική συμφωνία. Ωστόσο θα υπάρχουν περιορισμοί. Μια μεταβατική περίοδος θα είναι χρονικά και ουσιαστικά καθορισμένη, ενώ ενδέχεται να προβλέπεται μηχανισμός εφαρμογής των συμφωνηθέντων. Μένει φυσικά να φανεί τι ακριβώς θα αφορά μια μεταβατική περίοδος. Βρετανοί αξιωματούχοι μιλούν για τη σταδιακή εφαρμογή μιας Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου, ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο ότι τα υπόλοιπα κράτη-μέλη εννοούν το ίδιο πράγμα.

Ο τομέας της ασφάλειας
Υπάρχει επίσης το ζήτημα της συνεργασίας στον κρισιμότατο τομέα της ασφάλειας, καθώς και ο… λογαριασμός που πρέπει να καταβάλει το Λονδίνο αποχωρώντας.
Σε ό,τι αφορά τα χρήματα, έχουν ακουστεί πολλά περί των 60 δισ. ευρώ που πρέπει να πληρώσουν οι Βρετανοί. Οι
Βρυξέλλες θέλουν τον σεβασμό των υποχρεώσεων που θεωρούνται ανειλημμένες, είτε νομικές είτε καθαρά οικονομικές.
Βρετανικές πηγές σημείωναν εμφατικά ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη νομική βάση για τον υπολογισμό του λογαριασμού και «όλα τα νούμερα που ακούγονται είναι υποθετικά».
Ουδείς μπορεί να αποκλείσει ότι το ζήτημα αυτό δεν θα αποτελέσει εστία σοβαρών τριβών.
Στα θέματα ασφαλείας, δημιουργήθηκε αρχικώς ανησυχία από την αναφορά στην επιστολή Μέι ότι εφόσον δεν οριστικοποιηθεί μια μελλοντική συμφωνία ως το 2019, τότε θα αποδυναμωθεί η συνεργασία σε θέματα αντιτρομοκρατίας και καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος.
Οι ίδιες πηγές υπογράμμιζαν πάντως ότι το Λονδίνο δεν συνδέει τα οικονομικά θέματα με την ασφάλεια και ότι δεν πρέπει να υπάρχει ανησυχία για τη δέσμευση του Λονδίνου στο ΝΑΤΟ.

Η διαδικασία και τα πρόσωπα που εμπλέκονται

Το νομικό πλέγμα της συμφωνίας θα είναι δαιδαλώδες. Το πρώτο βήμα από ευρωπαϊκής πλευράς θα είναι η σύγκληση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 29 Απριλίου, όταν και θα συζητηθούν οι κατευθυντήριες γραμμές που μοίρασε ο κ. Τουσκ. Μετά την έγκρισή τους, η Επιτροπή θα υποβάλει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα σύσταση στο Συμβούλιο για την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων. Αυτή θα συμφωνηθεί από το Κολέγιο των Επιτρόπων τέσσερις ημέρες μετά τη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων οριστικοποιείται από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων με ενισχυμένη ειδική πλειοψηφία (άρα πρέπει να συμφωνήσει το 72% των 27 κρατών-μελών, ήτοι 20 κράτη που να εκπροσωπούν το 65% του πληθυσμού της ΕΕ).

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι πολύπλοκα νομικά και πολιτικά ζητήματα πρέπει να διευθετηθούν μέσα σε ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, καθώς στην καταληκτική ημερομηνία της 29ης Μαρτίου 2019 πρέπει να συνυπολογιστεί η διαδικασία επικύρωσης, αλλά και απρόβλεπτοι παράγοντες, όπως η… συμπεριφορά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μια πλήρης συμφωνία θα αποτελείται από τουλάχιστον τρία κείμενα: ένα για την αποχώρηση βάσει του άρθρου 50, ένα που θα περιγράφει πιθανές μεταβατικές διατάξεις και περιόδους και ακόμη ένα επί του πλαισίου μιας μελλοντικής συμφωνίας. Οι μεταβατικές περίοδοι θα είναι κρίσιμες για να ολοκληρωθεί ομαλά η έξοδος της Βρετανίας από την τελωνειακή ένωση (εξετάζεται το ενδεχόμενο συμφωνίας επί μηδενικών δασμών για την περίοδο αυτή), αλλά και για να αποσαφηνιστεί η ισχύς των αποφάσεων του Δικαστηρίου της ΕΕ.

Ο «αστερισμός» των εμπλεκομένων προσώπων δεν μπορεί επίσης να παραγνωριστεί. Μπορεί επισήμως ο Μισέλ Μπαρνιέ να έχει τον ρόλο του «αρχιδιαπραγματευτή», αλλά στο παρασκήνιο κινούνται προσωπικότητες με ισχυρή επιρροή στις τελικές αποφάσεις. Ο Μάρτιν Σελμάιερ, προσωπάρχης του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο Ρίτσαρντ Σόστακ, που παρακολουθεί το έργο του Μπαρνιέ λαμβάνοντας εντολές από τον Σελμάιερ, αλλά και ο Ντιντιέ Σέους, βασικός σύμβουλος του Ντόναλντ Τουσκ για το Brexit, πρέπει να προστεθούν στο κάδρο. Η Σαμπίνε Βέγιαντ, η «υπαρχηγός» του Μπαρνιέ με τεράστια ειδίκευση σε θέματα εμπορίου, δεν μπορεί επίσης να υποτιμηθεί, ενώ ο «λαλίστατος» Γκι Φερχόφσταντ που εκπροσωπεί την Ευρωβουλή θεωρείται ικανός να ναρκοθετήσει τη διαδικασία ανά πάσα στιγμή. Ωστόσο δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και οι αρχηγοί των υπολοίπων 27 κρατών θα έχουν πάντα τον τελευταίο λόγο.

Τι σημαίνει για την Ελλάδα και την Κύπρο

Η Αθήνα δεν έχει την πολυτέλεια να παρακολουθήσει αμέτοχη τις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Το θέμα δεν είναι μόνο πρακτικό αλλά και στρατηγικό. Στο υπουργείο Εξωτερικών έχει συγκροτηθεί μια άμισθη επιτροπή για τη μελέτη των επιπτώσεων του Brexit, η οποία έχει πραγματοποιήσει κάποιες συνεδριάσεις. Ωστόσο δεν έχουν δημοσιοποιηθεί κάποια συμπεράσματα στα οποία να έχει καταλήξει.

Στη Βρετανία κατοικούν πολλοί Ελληνες, υπάρχει σημαντικότατος αριθμός φοιτητών στα βρετανικά πανεπιστήμια, ενώ έλληνες ερευνητές συμμετέχουν σε προγράμματα που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά κονδύλια. Βρετανικές πηγές έλεγαν πριν από λίγες ημέρες ότι έχει ληφθεί μέριμνα ώστε να μην επηρεαστούν τα δίδακτρα για είσοδο στα βρετανικά πανεπιστήμια, καθώς και η πρόσβαση σε φοιτητικά δάνεια για το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018. Παράλληλα, ένας από τους δυναμικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, η ναυτιλία, έχει στενότατους δεσμούς με τη Βρετανία και το City του Λονδίνου.

Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Η έξοδος της Βρετανίας από την τελωνειακή ένωση θα έχει επίδραση στις ελληνικές εξαγωγές, ιδιαίτερα στα αγροτικά προϊόντα και στα φάρμακα. Τι θα συμβεί αν υπάρξει επιβολή δασμών; Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια υπάρχει στενή συνεργασία σε θέματα ασφάλειας και μετανάστευσης. Ιδιαίτερα σε θέματα αντιτρομοκρατίας, η Σκότλαντ Γιαρντ έχει πολύχρονη παρουσία στην Ελλάδα, ενώ η βοήθεια στη μετανάστευση (αν και η Βρετανία δεν είναι μέλος της Ζώνης Σένγκεν) είναι μεγάλη τόσο σε χρηματικό όσο και σε υλικό επίπεδο. Το Λονδίνο έχει χρηματοδοτήσει προγράμματα εθελοντικής επιστροφής προσφύγων μέσων του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ), θα παράσχει δύο νέα σκάφη στο Λιμενικό Σώμα ενώ από το καλοκαίρι αναμένεται να αναλάβει τη διοίκηση της νατοϊκής δύναμης SNMG-2 στο Αιγαίο για τη διαχείριση των προσφυγικών ροών.
Σε σχέση με την Κύπρο, στο κείμενο των κατευθυντηρίων γραμμών του Συμβουλίου υπάρχει ειδική αναφορά στην ανάγκη να υπάρξει διευθέτηση σε σχέση με τις βρετανικές βάσεις στο νησί και να αναγνωριστούν οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Βρετανίας που είναι συμβατές με το κοινοτικό δίκαιο. Αυτό αφορά κυρίως τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ, κυρίως Κυπρίων, που διαβιούν στην περιοχή των δύο βάσεων. Ηδη η Λευκωσία διεξάγει συνομιλίες με το Λονδίνο για το θέμα αυτό και κρίνεται ότι δεν θα είναι δύσκολο να βρεθεί λύση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ