Να κλείσει κάθε συζήτηση για τον κίνδυνο επιβολής ενός τέταρτου μνημονίου, επιχείρησε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ι. Δραγασάκης, τονίζοντας στην εκδήλωση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για την κρίση, τις μεταρρυθμίσεις και την ανάπτυξη, ότι «κάθε συζήτηση για 4ο μνημόνιο είναι άστοχη και μπορεί να καταστεί επικίνδυνη», διότι, όπως εξήγησε, «το 4ο μνημόνιο ούτε προσφέρεται ούτε αντέχεται και ευτυχώς δε θα χρειαστεί».

Αναφορικά με την πορεία της αξιολόγησης, ο κ. Δραγασάκης ανέφερε ότι «παρά τις καθυστερήσεις που οφείλονται σε αποκλίνουσες απόψεις και επιδιώξεις των δανειστών, παραμένουμε εντός του αρχικού σχεδιασμού». Έτσι, όπως είπε, «εφόσον η δεύτερη αξιολόγηση κλείσει με μια συνολική συμφωνία, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση, τον Απρίλιο ή λίγο μετά τη σύνοδο του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, τότε τα επόμενα βήματα μπορούν να επιταχυνθούν με τη συμμετοχή στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές και την επιτάχυνση της ανάκαμψης το β’ εξάμηνο το 2017».

Σύμφωνα με τον κ. Δραγασάκη, «σε κάθε περίπτωση, κοινός στόχος της κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών θεσμών είναι η τεχνική συμφωνία να έχει ολοκληρωθεί ως τις 7 Απριλίου, οπότε θα απομένουν προς διευθέτηση τα αμιγώς πολιτικά θέματα του ύψους και της διάρκειας των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, η συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, καθώς και η αποσαφήνιση της θέσης και του ρόλου του ΔΝΤ στο ελληνικό Πρόγραμμα».

Όσον αφορά την καθυστέρηση, είπε ότι «η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται όσο κανείς άλλος για την έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης». Επανέλαβε, πάντως, ότι η κυβέρνηση «δεν προτίθεται να δεχθεί παράλογες απαιτήσεις, που αν υιοθετούντο θα διαιώνιζαν το φαύλο κύκλο της ύφεσης και της λιτότητας με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ήδη καταπονημένη κοινωνία.

Επίσης, χαρακτήρισε «άστοχη, αν όχι κακόβουλη την καταστροφολογία που εγχώρια κέντρα αναζωπυρώνουν τελευταία». «Καταστροφολογία που διαψεύστηκε εμφατικά αρκετές φορές στο παρελθόν και θα διαψευστεί και φέτος», όπως είπε και υπογράμμισε ότι κεντρικός στόχος της κυβερνητικής πολιτικής είναι η έγκαιρη ολοκλήρωση του Προγράμματος το καλοκαίρι του 2018 και ο τερματισμός του καθεστώτος της επιτροπείας.

«Βεβαίως, η χώρα θα παραμένει και τότε αντιμέτωπη με τους περιορισμούς του ευρωπαϊκού πλαισίου όμως θα διαθέτει τους αναγκαίους βαθμούς αυτονομίας ώστε υπό συνθήκες δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας να είναι σε θέση να σχεδιάζει το μέλλον της και να ανταποκριθεί στις όποιες προκλήσεις», συμπλήρωσε.

Αναφορικά με την διαδικασία της δεύτερης αξιολόγησης, είπε ότι «η πορεία αυτή πρέπει να θωρακιστεί και ο χρόνος που έχει απομείνει να αξιοποιηθεί με τρόπο παραγωγικό». «Η πορεία πρέπει να θωρακισθεί διότι όπως δείχνουν οι διαμάχες σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση, ενώ εμείς ορθά επικαλούμαστε το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, υπάρχουν δυνάμεις εκτός αλλά και εντός της Ευρώπης που θέλουν να απαλλαγούν από αυτό».

«Ενώ εμείς επιδιώκουμε να επιστρέψουμε στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, υπάρχουν δυνάμεις που επιδιώκουν την ανατροπή αυτής της κανονικότητας και τη μετατόπιση των εξελίξεων προς τα δεξιά. Ενώ εμείς επιδιώκουμε την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα μας, υπάρχουν δυνάμεις που επιδιώκουν την αποδυνάμωση ή και την κατάργησή τους σε όλη την Ευρώπη», σημείωσε ο κ. Δραγασάκης.

Άσκησε δε κριτική σε όσους κατηγορούν την κυβέρνηση για την καθυστέρηση στην διαδικασία αξιολόγησης: «Είναι μυωπικό να αποδίδουν κάποιοι την ευθύνη για κάθε καθυστέρηση στην κυβέρνηση, και να μη βλέπουν ότι για μια ακόμα φορά η χώρα μας γίνεται πεδίο ευρύτερων αντιπαραθέσεων που αφορούν το μέλλον όχι μόνο της χώρας μας αλλά και όλης της Ευρώπης.

Γεγονός που από τη μια μας δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες, από την άλλη δημιουργεί και δυνατότητες ευρύτερων συμμαχιών και συμπράξεων, δυνατότητες τις οποίες η χώρα πρέπει για πολλούς λόγους να αξιοποιεί και η σημερινή κυβέρνηση να διευρύνει όπως και να επιχειρεί», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αναφορικά με την διευθέτηση του ελληνικού χρέους, είπε ότι «οι απόψεις που αρνούνται την ανάγκη μείωσης του χρέους δεν τεκμηριώνονται, είναι αυθαίρετες και ενδεχομένως υπηρετούν άλλες σκοπιμότητες».

«Το ίδιο αυθαίρετη είναι και η αντιπαράθεση της αναγκαίας ελάφρυνσης του χρέους προς την ανάγκη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης ή την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων», σημείωσε απαντώντας στις σχετικές απόψεις που διατυπώνονται από μέρος των δανειστών.