Πέμπτη πρωί 14 Δεκεμβρίου 2000. Στις Βρυξέλλες η κίνηση στους δρόμους γίνεται με δυσκολία εξαιτίας της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με κυρίαρχο θέμα την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας (European Security and Defence Policy – ESDP). «Μέχρι τη Σύνοδο όλοι είχαν στραφεί κατά της Τουρκίας καθώς στην πρώτη αυτή φάση δεν είχαν εκδηλωθεί οι ελληνικές θέσεις για τον απλό λόγο ότι δεν υπήρχαν. Παρά τις συχνές οχλήσεις μου, κανείς στην Αθήνα δεν είχε ασχοληθεί με το θέμα που φάνταζε ακόμα απόμακρο, δυσνόητο και ως εκ τούτου «κράτα το μακριά»». Ο πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης, μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ την περίοδο 2000- 2004, περιγράφει στο βιβλίο του «Η τέλεια καταιγίδα» (Εκδόσεις Μεταίχμιο) το κωμικοτραγικό παρασκήνιο εκείνης της Συνόδου, το οποίο είναι συνταρακτικά επίκαιρο επειδή στην ουσία αποκαλύπτει τη σύγκρουση δύο διαφορετικών αντιλήψεων για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Μιας χώρας που δυσκολεύεται να βρει την ισορροπία της μεταξύ σοβαρότητας και σαχλαμάρας, σήμερα περισσότερο από ποτέ.

Τα σημάδια της κρίσης
Ο διακεκριμένος διπλωμάτης καταγράφει τις εξελίξεις στο ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου ως το 2004. Στο γραπτό του όμως ανιχνεύονται όλα τα σημάδια της κατοπινής κρίσης που βούλιαξε την Ελλάδα. Εκείνη την Πέμπτη, λοιπόν, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Παπανδρέου φθάνει με τους συνεργάτες του στην έδρα του ΝΑΤΟ και ο Κασκαρέλης ξεκινά ως είθισται την ενημέρωση. «Κράτησε δέκα λεπτά περίπου. Αντιλήφθηκα ότι τόσο ο υπουργός όσο και οι εξ Αθηνών συνοδοί του είχαν εικόνα διάφορων θεμάτων εκτός από το κρίσιμο του ESDP. Εθιξα ορισμένα καίρια σημεία διατηρώντας τις σοβαρές αμφιβολίες μου για το κατά πόσο έπιασαν τόπο. Δυστυχώς στη συνέχεια επαληθεύτηκαν οι φόβοι μου στο ακέραιο» αφηγείται.
Κατόπιν, οι υπουργοί Εξωτερικών συνοδευόμενοι από τον μόνιμο αντιπρόσωπο και πέντε μέλη των αντιπροσωπειών τους κατευθύνθηκαν στην Αίθουσα 1 που σύντομα θα μετατρεπόταν σε «αρένα ρωμαϊκού σταδίου». Ξεκίνησαν οι προσυνεννοήσεις, σε «ένα πανδαιμόνιο παρόμοιο με τις αίθουσες των χρηματιστηρίων πριν από την έναρξη της συνεδρίασης». «Η ελληνική αντιπροσωπεία κρατούσε πολύ χαμηλούς τόνους λόγω έλλειψης γραμμής, και παρά τις προσπάθειές μου για τη δημιουργία του αναγκαίου κλίματος συναγερμού, ο Γιώργος Παπανδρέου παραμένει ήρεμος».
Από την αρχή της συνεδρίασης γίνεται φανερό ότι η Τουρκία επιθυμεί την πλήρη συμμετοχή της στο ESDP με στόχο να αποκτήσει καθοριστικό ρόλο στα της ΕΕ αποκλείοντας την Κύπρο από τα νατοϊκά δρώμενα, θέση που αντιστρατεύεται τα ζωτικά συμφέροντα του συνόλου των ευρωπαϊκών δυνάμεων και των ΗΠΑ. Σε αντίθεση με άλλες συνόδους, η συνεδρίαση διακόπτεται αρκετές φορές για παρασκηνιακές διαβουλεύσεις και κάθε τόσο διάφοροι υπουργοί πηγαίνουν στην απέναντι αίθουσα για διμερείς συναντήσεις. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ είναι εμφανώς καταβεβλημένος εξαιτίας της πίεσης που δέχεται από τους συμμάχους, ενώ στο διήμερο της συνόδου υπήρξε και τηλεφωνική συνομιλία Μπιλ Κλίντον Μπουλέντ Ετζεβίτ.

Η «ανάλυση» του Παλαιστινιακού

«Μέσα σε αυτή την καταιγίδα η ελληνική πλευρά απλώς παρακολουθούσε ήρεμη, λες και το θέμα δεν την αφορούσε»
. Το απόγευμα ο αμερικανός ομόλογος του Κασκαρέλη, Σάντι Βέρσμποου, ζήτησε διμερή συνάντηση της αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπραϊτ και του κ. Παπανδρέου. «Πήγαμε στην απέναντι αίθουσα όπου μας περίμενε η Ολμπραϊτ με τους διπλωματικούς και στρατιωτικούς συμβούλους της. Καθίσαμε απέναντί τους και μετά τα πρώτα τυπικά ο Γιώργος Παπανδρέου άρχισε να κάνει μια ενημέρωση για το πρόσφατο ταξίδι του στη Μέση Ανατολή, αναλύοντας το Παλαιστινιακό. Δεδομένου ότι καθόμουν δίπλα του, του ψιθυρίζω στα ελληνικά να αλλάξει αμέσως θέμα και να μπει στην ουσία του ESDP (…) Ηλπιζα, ακόμα, ότι κάτι διπλωματικές γενικότητες θα έβρισκε να πει για να δώσει την εντύπωση ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί το θέμα και περιμένει τους Αμερικανούς να ανοίξουν περαιτέρω τα χαρτιά τους σε σημεία του άμεσου ενδιαφέροντός μας. Ο υπουργός όμως, με την παροιμιώδη ψυχραιμία και την τάση του για αποστασιοποίηση από την ενοχλητική πραγματικότητα, συνέχισε ακάθεκτος στην ανάλυσή του της παλαιστινιακής κατάστασης». Η Ολμπραϊτ στην αρχή δεν αντέδρασε για λόγους ευγενείας και διπλωματικού τακτ, σύντομα όμως άρχισε να δείχνει τη δυσφορία της.

«Υστερα από άλλα πέντε λεπτά ανάλυσης της ψυχολογίας των καταπιεσμένων Παλαιστινίων και ενώ στην Αίθουσα 1 γινόταν πανδαιμόνιο, η αμερικανίδα υπουργός τον έκοψε απότομα λέγοντας «όλα αυτά είναι καλά αλλά ας μπούμε στο θέμα», και τον ρώτησε για τις εντυπώσεις του από την εξέλιξη της συζήτησης στην Αίθουσα 1 και για τις ελληνικές θέσεις στο φλέγον θέμα της Συνόδου. Η αντίδρασή του μας άφησε όλους άφωνους. Την ευχαρίστησε για την ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων (που δεν υπήρξε), σηκώθηκε, πήγε στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού, τη χαιρέτησε ευγενέστατα και της είπε ότι ο μόνιμος αντιπρόσωπος, δηλαδή εγώ, θα συζητήσει το θέμα με τους συμβούλους της, γιατί ο ίδιος έχει μια επείγουσα συνάντηση (που δεν είχε). Εμειναν εμβρόντητοι»
. Ο Κασκαρέλης έμεινε πίσω για να μπαλώσει την κατάσταση.
Το δείπνο εργασίας και η Ολμπραϊτ
Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και την επόμενη ημέρα. Υστερα από 36 ώρες συνεδριάσεων, η Ολμπραϊτ βλέποντας ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί συμφωνία μέσα στην αίθουσα προτείνει να συνεχιστεί η συζήτηση στο δείπνο εργασίας των υπουργών Εξωτερικών. Ο Παπανδρέου λέει στον Κασκαρέλη ότι μετά τη συνεδρίαση του Μόνιμου Κοινού Συμβουλίου ΝΑΤΟ –Ρωσίας θα φύγει για την Αθήνα, γιατί την επόμενη ημέρα πετούσε για την Ινδία και δεν μπορούσε να μετάσχει στο νατο-ευρωπαϊκό δείπνο. «Με κάθε ευγένεια, αλλά σε έντονο ύφος, του εξήγησα ότι το δείπνο είναι μόνο για υπουργούς, είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που δεν επιτρέπεται η αντικατάστασή τους από τον μόνιμο αντιπρόσωπο και ότι δεν μπορεί να αναχωρήσει γιατί η θέση της Ελλάδας θα μείνει κενή με ένα εξαιρετικής σημασίας ανοικτό θέμα πάνω στο τραπέζι. Προβληματίστηκε για λίγο και τελικά μου ανακοινώνει ότι θα αποχωρήσει».

«Επιμένω, επιμένει και η λύση που μου προτείνει με αφήνει άναυδο, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο. «Θα τηλεφωνήσω στην Αθήνα να έρθει αμέσως ο υφυπουργός για τον Απόδημο Ελληνισμό Γρηγόρης Νιώτης, ώστε να μη μείνει η καρέκλα άδεια και εσείς θα παραμείνετε έξω από την αίθουσα για να του πείτε τι πρέπει να πει αν παραστεί ανάγκη
«». Ο Νιώτης έφθασε λίγο πριν από την έναρξη του δείπνου «αγχωμένος, χωρίς να καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται», «κάθισε στην καρέκλα με εμένα έξω από την πόρτα για να προσφέρω πρώτες βοήθειες, κάτι που δεν χρειάστηκε γιατί ο εκπρόσωπός μας δεν πήρε τον λόγο, ούτε αντέδρασε στα λεγόμενα των άλλων». Ετσι η Ελλάδα έμεινε εντελώς αμέτοχη σε ένα θέμα με τεράστιο αντίκτυπο για τα συμφέροντά της.

«Για άλλη μια φορά είχαμε χάσει το τρένο»

Τον Φεβρουάριο του 2001, παραμονή της Εκτακτης Συνόδου των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ πραγματοποιείται συνάντηση Γ. Παπανδρέου – Κόλιν Πάουελ. «Διαπίστωσα ότι κανείς από την Αθήνα δεν είχε ασχοληθεί με το θέμα και έτσι συζητήσαμε διάφορα άσχετα ζητήματα, αλλά το ESDP δεν μπόρεσε να αποτελέσει αντικείμενο της ανταλλαγής απόψεων παρά τις σχετικές κρούσεις του Πάουελ». «Δεν άργησα να συνειδητοποιήσω ότι για άλλη μια φορά είχαμε χάσει το τρένο. Γυρίζοντας στο σπίτι μου μια Τετάρτη βράδυ, μου τηλεφωνεί ο Πρωθυπουργός (σ.σ.: ο Κώστας Σημίτης) ιδιαίτερα εκνευρισμένος. Του είχε εγείρει το θέμα του ESDP κάποιος ξένος συνομιλητής του, ρωτώντας τι ξέρω για το θέμα και γιατί δεν έχει ενημερωθεί. Του έδωσα την εικόνα, εκνευρίστηκε ακόμα περισσότερο, και μου είπε ότι θα ζητήσει ευθύνες από το Υπουργείο Εξωτερικών». Ο Κασκαρέλης, όπως του ζητήθηκε έφτιαξε μια λίστα με τα βασικά από τα δεκάδες τηλεγραφήματα που είχε στείλει όλο το προηγούμενο διάστημα στην Αθήνα. «Η παρέμβαση του Πρωθυπουργού ανάγκασε τουλάχιστον το σύστημα στα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα», υπογραμμίζει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ