Τι να προσφέρει ένα κοκτέιλ με τη Σκάρλετ Τζοχάνσον στον Ευκλείδη Τσακαλώτο όταν ο ίδιος ξέρει καλά ότι για να επιβιώσει θα χρειαστεί να βαδίσει επί των υδάτων του τριτοτέταρτου Μνημονίου, να ησυχάσει την τρικυμία στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και να μεταβάλει το νερό της διαπραγμάτευσης σε κρασί; Η δυσκολότερη από όλες τις δοκιμασίες του όμως είναι να βρει έναν Πρωθυπουργό πρόθυμο να αναλάβει την ευθύνη της διαπραγμάτευσης και της συμφωνίας με τους εταίρους. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι φανερό ότι δεν έχει τέτοια πρόθεση και ο ατυχής υπουργός Οικονομικών κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να δείξει πως δεν θα είναι εκείνος ο μοναδικός φταίχτης αν κοπούν οι συντάξεις και μειωθεί το αφορολόγητο. Οι σχέσεις του Μεγάρου Μαξίμου με το υπουργείο Οικονομικών συντηρούν τις απορίες και μια εικόνα εύθραυστων ισορροπιών στο τρίγωνο Αλέξη Τσίπρα – Ευκλείδη Τσακαλώτου – Γιώργου Χουλιαράκη. Ενδεχομένως και ρήξης.
Οι φήμες και η αντίδραση
Ο κ. Τσακαλώτος προτού αναχωρήσει για το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου ζήτησε σύμφωνα με πληροφορίες την κάλυψη του Πρωθυπουργού, καθώς είχε πάρει εντολή να αποψύξει τη διαπραγμάτευση αποδεχόμενος την προνομοθέτηση των μέτρων. Γι’ αυτό δήλωνε ότι αναμένει «πολιτική λύση». Αντί για αυτό τον περίμενε το πανηγυρικό (και παραπλανητικό) non paper του Μεγάρου Μαξίμου για την απόφαση του Eurogroup. Ο υπουργός Οικονομικών εκδήλωσε την αντίθεσή του αποφεύγοντας να κάνει δηλώσεις μετά τη συνεδρίαση και μόλις φούντωσαν οι φήμες για την «εξαφάνισή» του μίλησε για υπερβολές. Οταν αποκαλύφθηκε η πραγματική συμφωνία, το πρωθυπουργικό περιβάλλον επιχείρησε υπογείως να ρίξει την ευθύνη στον κ. Τσακαλώτο που άλλα τού είπαν, άλλα συμφώνησε και άλλη ενημέρωση τους έκανε. Ο κ. Τσίπρας είχε σπεύσει να προαναγγείλει πέντε ημέρες πριν από το Εurogroup στη συνάντηση με τον Πιερ Μοσκοβισί «ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα», όπως και τον Δεκέμβριο του 2016 σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» διαβεβαίωνε ότι «η αξιολόγηση θα κλείσει έγκαιρα» και «είναι ζήτημα λίγων εβδομάδων να έχουμε καλά νέα για το χρέος». Αυτή τη φορά ο υπουργός Οικονομικών αντέδρασε: «Εγώ δεν θα γίνω Βαρουφάκης. Δεν είμαι Ιφιγένεια» φέρεται να διεμήνυσε.
Ηταν όμως αργά για επικοινωνιακή διαχείριση, ο κ. Τσακαλώτος είχε αυτοακυρωθεί πολιτικά –ακόμα και στα μάτια των «53» –όταν ζήτησε πρωθυπουργική κάλυψη προκειμένου να υλοποιήσει μια πολιτική με την οποία διαφωνούσε, και δεν την έλαβε.

Ελλειψη εμπιστοσύνης
Οσο σέρνονται οι συζητήσεις με τους θεσμούς και η οικονομία επιβαρύνεται, δεν φαίνονται σημάδια ότι βελτιώνεται η σχέση Τσίπρα – Τσακαλώτου. Ποιος έχει την ευθύνη της διαπραγμάτευσης όταν ο υπουργός Οικονομικών δεν έχει σχέση εμπιστοσύνης με τον Πρωθυπουργό; Ο κ. Τσίπρας επιμένει ότι θέλει να κλείσει η αξιολόγηση, όμως κι εκείνος έχει τραυματίσει τη σχέση εμπιστοσύνης με τους ευρωπαίους ηγέτες και τους θεσμούς. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αμφιβάλλουν αν ο έλληνας πρωθυπουργός επιθυμεί να κλείσει τις εκκρεμότητες, δίνοντας σαφείς εντολές, και όχι να διατηρήσει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά ώστε να αποφασίζει αναλόγως των εξελίξεων.
Σε όσους ασχολούνται με τις συνεδριάσεις του Eurogroup και του EuroWorking Group στις Βρυξέλλες έχουν μεταφερθεί σκηνές στις οποίες οι συμμετέχοντες ζητούν από τον κ. Χουλιαράκη να διευκρινίσει τις θέσεις της κυβέρνησης και εκείνος απαντά: «Το σημειώνω. Να προχωρήσουμε στο επόμενο θέμα;». Ή να συζητούν με τον κ. Τσακαλώτο για τα μέτρα και ο υπουργός Οικονομικών να μονολογεί «δεν ξέρω αν θα τα εγκρίνουν αυτά η Κοινοβουλευτική Ομάδα και η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ…». Παρ’ όλα αυτά ο υπουργός και ο αναπληρωτής του ανήκουν στα ελάχιστα μέλη της κυβέρνησης που χαίρουν εκτιμήσεως στις Βρυξέλλες και στις αντιπροσωπείες των θεσμών. Οι συνομιλητές τους όμως αδυνατούν να κατανοήσουν πώς σε κρίσιμες στιγμές θεωρούν φυσικό να προηγούνται οι χρονοβόρες εσωτερικές διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ. Και έτσι να χάνονται οι μήνες και τα ορόσημα διαδοχικών Eurogroup.

«Αυτοί» και ο «Αλέξης»

Παρά τη φημολογία που φούντωσε όταν ο κ. Χουλιαράκης σε ομιλία του στην LSE στις 10 Φεβρουαρίου είχε δηλώσει ότι «είναι καλύτερη μια κακή συμφωνία τώρα παρά μια καλύτερη αργότερα», οι σχέσεις του με τον Τσακαλώτο λέγεται ότι εξελίχθηκαν θετικά με την πάροδο του χρόνου μολονότι πρόκειται αντίθετους χαρακτήρες. «Ο Γιώργος είναι μοναχικός, εργασιομανής, δεν εμπιστεύεται εύκολα τους άλλους. Ο Ευκλείδης είναι πιο παρορμητικός, πολύ ευγενικός, εύκολος στη συνεργασία» σκιαγραφεί τον χαρακτήρα τους πρόσωπο που στο παρελθόν συνεργάστηκε και με τους δύο. Και οι δύο έχουν πρόβλημα με το Μέγαρο Μαξίμου, φροντίζοντας να εξαιρούν πάντα «τον Αλέξη». Οποιος έχει καταφέρει να στήσει αφτί σε ιδιωτικές συνομιλίες τους έχει ακούσει να αναφέρεται το πρωθυπουργικό περιβάλλον ως «αυτοί» με έναν φανερό υπαινιγμό για την αδυναμία κατανόησης της οικονομίας, πλην του Δημήτρη Λιάκου.


«Η κυβέρνηση έχει δυσκολίες χωρίς κανόνες»

Από ποιον ενημερώνεται ο Πρωθυπουργός για την οικονομία και για τη διαπραγμάτευση; Από όλους, μεταδίδεται, και μάλιστα με λεπτομέρειες. Επόμενο ερώτημα: Ενδιαφέρεται πραγματικά ο Πρωθυπουργός για την οικονομία; Οι απαντήσεις δεν είναι ξεκάθαρες, όπως θολή είναι και η εικόνα των θεσμών για το αν ισχύουν για την κυβέρνηση όσα συμφωνούνται στις Βρυξέλλες και στο Χίλτον. Αυτή η αμφιβολία διαβρώνει τα θεμέλια της διαπραγμάτευσης. «Η Ευρώπη έχει δυσκολία στις αποφάσεις αλλά έχει κανόνες. Η ελληνική κυβέρνηση έχει δυσκολίες χωρίς κανόνες» λέγεται ότι μετέφερε σε εγχώριο συνομιλητή του εκπρόσωπος των θεσμών. Οι δυσκολίες κάνουν δύσκολους τους χειρισμούς σε δύο σημαντικά ζητήματα. Το πρώτο αφορά την παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Την προηγούμενη εβδομάδα, στο Χίλτον, ήταν φανερό ότι η πλειονότητα των τεχνοκρατών του Ταμείου δεν επιθυμεί τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, σε αντίθεση με την ηγεσία του, ειδικά ύστερα από τη συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ. Σε αυτή την εσωτερική αντίφαση και στην άκαμπτη στάση του Πόουλ Τόμσεν έπειτα από την υποκλοπή συνομιλιών του με την Ντέλια Βελκουλέσκου οφείλεται η ξαφνική στροφή του ΔΝΤ τον Δεκέμβριο του 2016, όταν η κυβέρνηση ήταν έτοιμη να υπογράψει τη συμφωνία. Η αντιπαράθεση ΔΝΤ – Κομισιόν σοβεί, αλλά καμία πλευρά δεν φάνηκε διατεθειμένη να υποχωρήσει στους ελληνικούς εκβιασμούς. Το δεύτερο θέμα αφορά τις τράπεζες, τον ακριβό δανεισμό τους από τον ELA, τη φυγή των καταθέσεων, την απομείωση της περιουσίας τους σε μια εποχή που θα έπρεπε να ενισχύσουν τη θέση τους για να αντιμετωπίσουν τα stress tests και τους δύσκολους στόχους του 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ