Ως πολύ θετική εξέλιξη χαρακτήρισε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος τη σημερινή συμφωνία δεδομένου ότι μετά από πολλές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις επιτεύχθηκε η επιδίωξη της κυβέρνησης για συμφωνία που δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα.
Σε συνέντευξή του στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alpha, ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι όλες οι πλευρές αποδέχονται και αναγνωρίζουν «τις εξαιρετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και είναι γι’ αυτόν τον λόγο που καταφέραμε να φτάσουμε σε μια συμφωνία με βασικό περίγραμμα και στόχο τη συζήτηση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που όμως δεν θα έχουν ούτε ένα ευρώ δημοσιονομικό αντίκτυπο, δηλαδή ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα».
«Πετύχαμε μια αποφασιστική νίκη σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για επιπλέον μέτρα της τάξης του 2% του ΑΕΠ. Δηλαδή όλα αυτά που συζητούσαμε επί ενάμιση χρόνο περίπου για 4,5 δισ. επιπλέον μέτρα μετά το 2019 δεν είναι πλέον στην ατζέντα της συζήτησης», υπογράμμισε. Επιτεύχθηκε, είπε, η αναγνώριση της θετικής πορείας της ελληνικής οικονομίας, η αναγνώριση ότι δεν υπάρχει δημοσιονομικό κενό για μετά το 2019 και όλα τα υπόλοιπα θα συζητηθούν σε τεχνικό επίπεδο. Μίλησε για εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη, προσθέτοντας ότι για πρώτη φορά στα 7 χρόνια που εφαρμόζονται προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, μια αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς να υπάρχει θέμα δημοσιονομικού κενού.
Ερωτηθείς για το χρονοδιάγραμμα από εδώ και πέρα, ο κ. Τζανακόπουλος σχολίασε ότι δεν θέλει να θέσει τεχνητά χρονοδιαγράμματα, ωστόσο είπε ότι «η δουλειά των τεχνικών κλιμακίων θα είναι σύντομη, θα μπορέσουμε να καταλήξουμε πάρα πολύ γρήγορα σε μια συμφωνία, γιατί κανείς αυτή τη στιγμή, ούτε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και ούτε από το ΔΝΤ, θέλουν περαιτέρω κωλυσιεργία από τη στιγμή που υπάρχει μια συμφωνία επί της αρχής και η οποία ανοίγει τον δρόμο για την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης. Σημείωσε πως το βασικό μήνυμα δόθηκε και ότι με βάση αυτό «επανέρχεται η σταθερότητα, κλείνουν τα κινδυνολογικά σενάρια που διακινούνταν από διάφορες πολιτικές πλευρές και άλλες πλευρές το προηγούμενο διάστημα και με ηρεμία και ψυχραιμία θα μπορέσουμε να έχουμε πάρα πολύ σύντομα μια καλή συμφωνία που θα εμπεδώσει το κλίμα εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία». Επισήμανε πως προϋποθέσεις για την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση είναι αφενός η ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης και, αφετέρου, η κατάληξη στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, και ότι με αυτά ο δρόμος για την ποσοτική χαλάρωση θα είναι ανοικτός.

Ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι με την επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων την επόμενη εβδομάδα, θα συζητηθούν μεταρρυθμίσεις σε σειρά από πεδία, «αλλά οποιοδήποτε μέτρο παρθεί, θα αντισταθμιστεί από κάποιο άλλο μέτρο αντίστοιχου ποσού». Ερωτηθείς σχετικά, είπε ότι «αν ζητηθεί μείωση του αφορολόγητου και άρα κατ’ αυτόν τον τρόπο αυξηθούν τα έσοδα του ελληνικού δημοσίου, θα έχουμε και μείωση σε κάποιον άλλον φόρο είτε είναι ο ΕΝΦΙΑ είτε ο ΦΠΑ, έτσι ώστε το δημοσιονομικό αποτέλεσμα να είναι μηδέν και στον τελικό λογαριασμό των νοικοκυριών να μην υπάρχει καμία απολύτως επιβάρυνση». Σε άλλο ερώτημα, απάντησε ότι «αν ζητηθεί μείωση συντάξεων, θα δούμε καταρχήν ποια θα είναι η συζήτηση στο επίπεδο των τεχνικών κλιμακίων, θα υπάρξουν αντισταθμίσματα είτε από τη φορολογία εισοδήματος είτε μέσω μείωσης του ΦΠΑ, είναι πάρα πολλά αυτά που θα μπορούσαμε να συζητήσουμε». Πρόσθεσε ότι «αυτό είναι το τεχνικό κομμάτι της συμφωνίας, εμείς αυτό στο οποίο είχαμε δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα έχει σ’ αυτή τη φάση επιτευχθεί και από εκεί και πέρα θα προσπαθήσουμε να βρούμε την καλύτερη δυνατή λύση».
Ο κ. Τζανακόπουλος αναφέρθηκε και σε άλλα στοιχεία της συμφωνίας για τα οποία η κυβέρνηση δηλώνει ικανοποίηση, με βασικό ότι μπαίνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων η επαναφορά της κανονικότητας στην ελληνική αγορά εργασίας. Είπε ότι ο τρόπος με τον οποίο θα επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα συζητηθεί σε τεχνικό επίπεδο με την επιστροφή των κλιμακίων και πως και σήμερα και η Επιτροπή και ο πρόεδρος του Eurogroup έδειξαν τη διάθεση και την προσήλωση τους στον στόχο για να επανέλθει η ευρωπαϊκή κανονικότητα στην αγορά εργασίας.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επισήμανε ότι επίκειται συνάντηση της Κρ. Λαγκάρντ με την ‘Α. Μέρκελ, καθώς το μεγάλο πρόβλημα στο ζήτημα του χρέους είναι η διαφωνία που υπάρχει μεταξύ ΔΝΤ, Γερμανίας και ευρωπαϊκών θεσμών σε ό,τι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2019, αλλά και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. «Και ο βασικός στόχος», τόνισε, «είναι ακόμα εφικτός και θα επιτευχθεί, δηλαδή να υπάρξει μια συνολική συμφωνία που θα εμπεδώσει οριστικά την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία ώστε το 2018 να μπορέσουμε να βγούμε κανονικά στις αγορές και να αναχρηματοδοτούμε το χρέος μας χωρίς στήριξη από τον επίσημο τομέα».
Ερωτηθείς για τον στόχο για συνολική συμφωνία για χρέος και πλεονάσματα, είπε ότι όχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ και όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης συνεχίζουν αυτή τη συζήτηση που θα πρέπει να καταλήξει πριν από την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης. Ως προς αυτό, πρόσθεσε, δεν υπάρχει καμία διαφωνία από κανέναν από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Θα υπάρξει τελικά μια συνολική συμφωνία που θα ρυθμίζει όλα αυτά τα ζητήματα, τόνισε.