Με το Grexit είναι όπως με τα ξωτικά: όσο και να τα ξορκίζει κανείς, δεν εξαφανίζονται τελείως –παραμονεύουν κάπου για να εμφανιστούν πάλι κατά το δοκούν. Στην περίπτωση του Grexit η περασμένη εβδομάδα ήταν εβδομάδα εξαφάνισης. Υστερα από έναν καταιγισμό απειλών, που άρχισαν τις παραμονές των Χριστουγέννων και συνεχίστηκαν για επτά περίπου εβδομάδες, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θεώρησε καλό να βάλει άνω τελεία στο θέμα. Γιατί; Κανείς δεν ήξερε, οι αναλυτές απορούσαν με τη σιωπή του.
Την εξήγηση την έδωσε ο ίδιος τη Δευτέρα στο προεδρείο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, όπου, αφού αναφέρθηκε στην τρέχουσα βελτίωση του κλίματος μεταξύ της Αθήνας και των θεσμών, κατέληξε με την «προσεκτικά αισιόδοξη» διαπίστωση ότι οι διαπραγματεύσεις μπήκαν τώρα σε καλή τροχιά. Το Grexit μπορούσε λοιπόν να μπει προσωρινά στην άκρη.
Μια δεύτερη εξήγηση ακολούθησε την Τετάρτη, στην Επιτροπή Προϋπολογισμού της γερμανικής Βουλής, όπου ο επίτροπος Προϋπολογισμού της Κομισιόν Γκίντερ Ετινγκερ χαρακτήρισε το Brexit τη μεγαλύτερη πρόκληση της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τα επόμενα 1-2 χρόνια. «Το Λονδίνο θα επιχειρήσει να του δώσει τη μορφή απελευθέρωσης της Μεγάλης Βρετανίας από τα δεσμά της ΕΕ και θα ζητήσει την ύψιστη δυνατή αποζημίωση για αυτό» προειδοποίησε. Οι προσπάθειες της Επιτροπής θα συγκεντρωθούν έτσι στη διαχείριση της βρετανικής εξόδου. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να μείνουν άλλες ανοικτές πληγές στην ευρωζώνη, όπως το Grexit. Προς τον σκοπό αυτόν, η Κομισιόν προωθεί την ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθεροποίησης ESM, έτσι που αυτός να μπορεί μελλοντικά να σηκώνει από μόνος του το βάρος της διάσωσης των προβληματικών χωρών. Ο υφυπουργός Οικονομικών Γενς Σπαν, που ήταν παρών στη συνεδρίαση, κουνούσε επιδοκιμαστικά το κεφάλι του.
Οι γνώμες για την επικαιρότητα του Grexit είναι πάντως διχασμένες. Ο Σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Εβαλντ Σούρερ αποκλείει την επανεμφάνισή του πριν από τις γερμανικές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου. «Ο Σόιμπλε φοβάται ότι τυχόν εμπλοκή του στον προεκλογικό αγώνα θα προκαλέσει ανυπολόγιστες απώλειες στο κόμμα του» (το Χριστιανοδημοκρατικό) λέει. Επιπλέον, προσθέτει, η παρατηρούμενη εμβάθυνση της διαφωνίας του με τη διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ σχετικά με τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, του δίνει ακόμη μικρότερη ευχέρεια κινήσεων αναφορικά με το Grexit.
Μια ενδιάμεση θέση παίρνει ο αναπληρωτής εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών στην Επιτροπή
Προϋπολογισμού της γερμανικής Βουλής Νόρμπερτ Μπράκμαν. Η κυβέρνηση και οι Χριστιανοδημοκράτες, λέει, κάνουν το παν για να επιτύχει το τρίτο πρόγραμμα βοήθειας. Ομως υπάρχουν πολλοί αστάθμητοι παράγοντες, έκαστος εκ των οποίων θα μπορούσε από μόνος του να προκαλέσει μια κρίση τύπου Grexit. Ενας από αυτούς είναι το ΔΝΤ, που συνεχίζει να διστάζει σχετικά με τη συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα, ένας άλλος η έλλειψη εμπιστοσύνης των δανειστών έναντι της Αθήνας. Η έλλειψη αυτή, που αφορά σε όλες τις κυβερνήσεις της τελευταίας οκταετίας, άρχισε να εξασθενίζει βαθμιαία το δεύτερο εξάμηνο του 2016, αναζωπυρώθηκε όμως μετά τη μονομερή απόφαση της κυβέρνηση στο τέλος τους χρόνου να προσφέρει μια δέκατη τρίτη σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους. Και αυτό το ένιωσε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο στο «πετσί» του ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο. «Παντού πάγος. Μια επιφυλακτική Μέρκελ, ένας βλοσυρός Σόιμπλε, δύσπιστοι επιχειρηματίες, καχύποπτοι βουλευτές» λέει καλά πληροφορημένη πηγή αναφερόμενη στους συνομιλητές του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας. «Ηταν επόμενο» προσθέτει και επαυξάνει ο κ. Μπράκμαν. «Πώς μπορώ να έχω εμπιστοσύνη στον αρχηγό ενός κόμματος που επαγγέλλεται την κάθαρση, συμμετείχε όμως ως υπουργός σε μια παλαιοκομματική κυβέρνηση και είναι και σήμερα ο εκφραστής της οικογενειοκρατίας και του πελατειακού κράτους;». Το μεγάλο δράμα, τονίζει, είναι ότι ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ που το 2015, όταν ανέβηκε στην κυβέρνηση, ήταν η μοναδική άφθαρτη πολιτική δύναμη στη χώρα, κατάφερε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. «Οι φάκελοι που έχω στη διάθεσή μου δείχνουν ότι η οικογενειοκρατία είναι πλέον κυρίαρχο φαινόμενο στο κόμμα και στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ» λέει.
Η δυσπιστία, σύμφωνα με τον ίδιο, βάζει φρένο και στις τρέχουσες συζητήσεις για την αξιολόγηση. Σε αυτήν προστίθενται και τεχνικά-διαδικαστικά εμπόδια. «Το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών με πληροφόρησε ότι η Αθήνα δεν έχει στείλει ακόμη τα αναγκαία έγγραφα για τις διαβουλεύσεις στο Eurogroup» λέει. Κι αυτό καθιστά, προς το παρόν, άσκοπη την επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα.
Το συμπέρασμά του: Παρά την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, το χρονικό διάστημα μέχρι τις γερμανικές εκλογές παραμένει ναρκοπέδιο με πολλές νάρκες μάρκας Grexit. Μια έκρηξη δεν αποκλείεται, ιδίως αν το ΔΝΤ δηλώσει πλήρη αποχή από το πρόγραμμα. Και από αυτήν δεν θα συγκλονιστεί μόνο η Ελλάδα.

«Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν αυτοπαγιδευθεί»

Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν αυτοπαγιδευθεί με Ελλάδα και ΔΝΤ. Δεν πρέπει όμως ποτέ να υπάρξει μια εμπλοκή του Grexit στον γερμανικό προεκλογικό αγώνα, υποστηρίζει ο Κάρστεν Σνάιντερ, αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών στη γερμανική Βουλή.

Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν μίλησε τις τελευταίες ημέρες για Grexit. Δεν είναι περίεργο αυτό;
«Οχι. Δεν το κατέγραψα καν».
Γιατί επιμένει τόσο πολύ σε αυτό; Εμμονη ιδέα ή τακτικισμός;
«Ο Σόιμπλε δεν κρύβει ότι προτείνει το Grexit επειδή πιστεύει ότι η Ελλάδα δεν θα απαλλαγεί ποτέ από το χρέος της όσο μένει στην ευρωζώνη. Η καγκελάριος Μέρκελ και εμείς, οι Σοσιαλδημοκράτες, είμαστε άλλης άποψης».

Μένει το Grexit, λόγω Σόιμπλε, στην ημερήσια διάταξη;
«Σε καμία περίπτωση. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη φάση της αξιολόγησης, όχι κάποιου Grexit. Η συμβολή της Ελλάδας στην εφαρμογή του προγράμματος ήταν κατά τα άλλα πελώρια. Σίγουρα πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη –εκείνο που δεν πρέπει όμως ποτέ να γίνει είναι μια εμπλοκή του Grexit στον γερμανικό προεκλογικό αγώνα».
Είναι δυνατή μια λύση στη σύγκρουση Σόιμπλε – Λαγκάρντ;
«Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν αυτοπαγιδευθεί σε ένα ζωτικό ψεύδος: ότι το ΔΝΤ πρέπει να μείνει οπωσδήποτε στο πρόγραμμα. Από την άλλη δεν δέχονται την πρόταση του ΔΝΤ για ελάφρυνση του χρέους. Το ένα όμως αποκλείει το άλλο. Το πώς θα βγουν από αυτό το δίλημμα πρέπει να το βρουν οι ίδιοι».
Εσείς τι λέτε για τη συμμετοχή του ΔΝΤ;
«Χρηματικά μου είναι αδιάφορη. Οι Ευρωπαίοι μπορούν να εξυπηρετούν εξ ιδίων τα χρέη τους. Η τεχνογνωσία του ΔΝΤ μάς είναι όμως απαραίτητη. Από αυτήν δεν πρέπει να παραιτηθούμε».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ