Την ανησυχία του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εξέφρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με την Γερμανίδα Καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία του CDU στο Βερολίνο το μεσημέρι της Δευτέρας.

Παράλληλα ο πρόεδρος της Ν.Δ. υπογράμμισε ότι οι καθυστερήσεις που υπάρχουν στο θέμα της αξιολόγησης οδηγούν τους πιστωτές σε υπερβολικές απαιτήσεις και υπεραμύνθηκε της σταθερής άποψης του κόμματός του ότι η θέση της Ελλάδας είναι στον στενό πυρήνα της Ευρώπης και της Ευρωζώνης.

Κατά τη διάρκεια της ωριαίας συνάντησής τους, που έγινε, με τη συμμετοχή συνεργατών των δύο πλευρών, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφέρθηκε εκτενώς στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία και έδωσε έμφαση στην ανεργία, τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Όπως ήταν αναμενόμενο, ο κ. Μητσοτάκης υπεραμύνθηκε της ανάγκης επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών. Επί της ουσίας, ο κ. Μητσοτάκης, ζητώντας να δοθεί «μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος στην Ελλάδα», παρουσίασε το σχέδιο της Ν.Δ.για ένα άλλο μίγμα πολιτικής που θα στηρίζεται σε λιγότερους φόρους, λιγότερες δαπάνες και προσέλκυση επενδύσεων. Το σχέδιό του έχει ως άξονες τη μείωση των φόρων και των εισφορών και παράλληλες μειώσεις δαπανών, αλλά και εμπροσθοβαρείς αλλαγές σε όλους τους τομείς (Παιδεία, Δημόσια Διοίκηση Δικαιοσύνη, Υγεία, κ.α.).

Ο πρόεδρος της ΝΔ μίλησε για την ανάγκη να υπάρξει ένταση των μεταρρυθμίσεων και θα τονίσει ότι η χώρα χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών ελληνικής ιδιοκτησίας, που θα πηγαίνει πολύ πέρα από το στενό πλαίσιο του Μνημονίου. Μάλιστα, όπως είπε, η ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων είναι το πιο ουσιαστικό συστατικό για να βγει η χώρα από την κρίση.

Εξάλλου, στην ηγετική ομάδα της Ν.Δ. θεωρούν ότι αυτό είναι και το κλειδί την επόμενη μέρα και ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι θα υπάρξει κατανόηση από τους πιστωτές και άρα θα μπορούσε να ξανασυζητηθεί και το καίριο ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων, το οποίο αυτή τη στιγμή δεσμεύει τη χώρα για ένα παρατεταμένο διάστημα.

Στη συνάντηση ο κ. Μητσοτάκης έθεσε και το θέμα του προσφυγικού –μεταναστευτικού. Αν και αναγνώρισε ότι έχουν υπάρξει καθυστερήσεις σε όσα θα έπρεπε να γίνουν και κυρίως στη διαχειριστική επάρκεια στην υλοποίηση των σχετικών συμφωνιών, ζήτησε πολιτική αλλά και υλική στήριξη από το Βερολίνο, ενώ έθεσε και το ζήτημα της μεγαλύτερης βοήθειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση στη διαχείριση του προσφυγικού – μεταναστευτικού.

Κατά την ηγεσία της Ν.Δ., η Ελλάδα χρειάζεται τη συνδρομή και της Frontex και του ΝΑΤΟ, αλλά δεν μπορεί να εξαρτάται από αυτούς, ενώ η Ε.Ε.από τη μεριά της οφείλει να στηρίξει υλικά και πολιτικά την Ελλάδα και ειδικά τις περιοχές που σηκώνουν το βάρος της διαχείρισης αυτού του μείζονος ζητήματος.

Το κλίμα ήταν αρκετά καλό στις συνομιλίες των δυο αντιπροσωπειών, ενώ ο κ. Μητσοτάκης συνομίλησε και κατ’ ιδίαν με την Καγκελάριο για περίπου είκοσι λεπτά, όπου επιχειρήθηκε η περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων των δυο πολιτικών και της σφυρηλάτησης δεσμού εμπιστοσύνης. Εξάλλου το μήνυμα της ηγεσίας της Ν.Δ. προς την Καγκελαρία είναι: «Εμπιστευθείτε εμένα, γιατί μπορώ, ενώ ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί».

Ο κ. Μητσοτάκης έχει προγραμματισμένη συνάντηση το απόγευμα της Δευτέρας στη γερμανική Βουλή με βουλευτές του CDU, του κόμματος της Καγκελαρίου, ενώ μια ακόμα κρίσιμη συνάντησή του είναι αύριο το πρωί με τον πανίσχυρο υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών. Και η επίσκεψη θα ολοκληρωθεί για τον κ. Μητσοτάκη με γεύμα εργασίας που θα έχει με εκπροσώπους επιχειρηματικών και βιομηχανικών φορέων της Γερμανίας.

Αμέσως μετά τη συνάντηση, ο κ. Μητσοτάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Συζήτησα αναλυτικά με την ΚαγκελάριοMerkelγια τις εξελίξεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Μετέφερα στην Καγκελάριο μερικές εικόνες από τις δυσκολίες που περνούν οι Έλληνες, έπειτα από επτά και πλέον χρόνια οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Μιλήσαμε για την ανεργία των νέων και για την ακραία φτώχεια.

Της μίλησα για τις σκληρές προσπάθειες των πολιτών, την αξιοπρέπεια και την αλληλεγγύη τους για να βοηθήσουν τις οικογένειές τους και όσους χρειάζονται την αρωγή τους.

Είχα την ευκαιρία, επίσης, να εξηγήσω στην Καγκελάριο ότι, για την μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων, η θέση μας στο κέντρο της Ευρώπης είναι αδιαπραγμάτευτη.

Λέμε ένα ξεκάθαρο όχι στην επιστροφή στη δραχμή και σε όσους διακινούν τέτοια σενάρια.

Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης.

Είναι σαφές πως οι καθυστερήσεις και οι παλινωδίες της Κυβέρνησης οδηγούν τους πιστωτές μας σε υπερβολικές απαιτήσεις.

Η κοινωνία πληρώνει πολύ ακριβά το λογαριασμό για την αποτυχία του κ. Τσίπρα να εφαρμόσει τις τολμηρές αλλαγές που χρειάζεται η πατρίδα μας.

Πολλές από αυτές τις αλλαγές δεν έχουν κανένα δημοσιονομικό κόστος.

Η Κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει κανένα σχέδιο για την ανάπτυξη της οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.

Στο προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα έχει προκαλέσει επικίνδυνες καταστάσεις με την ανικανότητα και την ιδεοληψία της.

Η χώρα χρειάζεται σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ένα σχέδιο εθνικής ανάταξης και ανασυγκρότησης.
Διατύπωσα την αποφασιστικότητά μας να κάνουμε την Ελλάδα ένα κανονικό Ευρωπαϊκό Κράτος.

Η λιτότητα χωρίς προοπτική και η συνεχής αβεβαιότητα δεν αξίζουν στον Ελληνικό λαό.

Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες αξίζουν μια καλύτερη ζωή και εμείς θα κάνουμε ό,τι πρέπει για να την εξασφαλίσουμε».