Ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την εξέλιξη των συνομιλιών στο Κυπριακό μετά το πέρας της Διάσκεψης της Γενεύης, που ολοκληρώθηκε το βράδυ της Πέμπτης 12 Ιανουαρίου. Κάθε πλευρά εξακολουθεί να εμμένει στις θέσεις της, επιδιώκοντας παράλληλα να μην επωμιστεί την ευθύνη για τον εκτροχιασμό των διαπραγματεύσεων. Είναι επίσης εμφανές ότι ιδιαίτερα σε Αθήνα και Αγκυρα, αλλά και στο Λονδίνο, επικρατεί μια «λογική κατενάτσιου». Η εσωτερική πολιτική κατάσταση σε κάθε χώρα (αξιολόγηση στην Ελλάδα, συνταγματική αναθεώρηση, τρομοκρατία και Συριακό στην Τουρκία, Brexit στη Βρετανία) λειτουργούν ανασταλτικά. Και φυσικά, ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει ότι καμία πλευρά δεν θέλει να δεσμευτεί προτού αρχίσουν να γίνονται σαφείς οι προθέσεις της νέας αμερικανικής κυβέρνησης υπό τον Ντόναλντ Τραμπ μετά την ορκωμοσία της στις 20 Ιανουαρίου.
Ουσιαστικά, όπως «Το Βήμα» είχε εδώ και καιρό σημειώσει, το διαπραγματευτικό μοντέλο που ακολουθήθηκε στις συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μοιάζει να υιοθετείται. Αυτό εκτιμάται ότι θα επιτρέψει την αναζήτηση συμβιβασμών και συνομιλίες μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ αποκλείει τα τεχνητά χρονοδιαγράμματα (που απορρίπτουν Αθήνα και Λευκωσία). Είναι επίσης σαφές ότι το «αγκάθι» των εγγυήσεων και της ασφάλειας είναι επώδυνο και δεν θα ξεπεραστεί εύκολα. Η συνάντηση τεχνοκρατών όλων των εμπλεκομένων μερών, που αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί την προσεχή Τετάρτη 18 Ιανουαρίου για την αναζήτηση ιδεών, αποτελεί το πρώτο από τα επόμενα στάδια.

Τα επόμενα βήματα
Οι τεχνοκρατικές συνομιλίες αναμένεται να κρατήσουν τρεις με τέσσερις ημέρες, αλλά τα επόμενα βήματα θα γίνουν όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, όπως παραδέχθηκε ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς –όπερ σημαίνει ότι μπορεί να αργήσουν. Η δε πρόθεση της Λευκωσίας θα ήταν οι τεχνοκρατικές συνομιλίες να ανοίξουν τον δρόμο σε διαπραγματεύσεις στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, καθώς είναι σαφές ότι μόνο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να μιλήσει δεσμευτικά εκ μέρους της Αγκυρας. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο πόσο γρήγορα μπορούν να γίνουν συναντήσεις σε υψηλό πολιτικό επίπεδο.
Με το Λονδίνο να προτιμά προς το παρόν να… κάθεται στο πίσω κάθισμα, ζητώντας ευελιξία διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον, η Αθήνα και η Αγκυρα καλούνται να βρουν λύση στο ζήτημα των εγγυήσεων. Ωστόσο, οι θέσεις τους εξακολουθούν να απέχουν σημαντικά, αν και οφείλει να παραδεχθεί κάποιος ότι τουλάχιστον η Αθήνα «δοκιμάζει τα νερά» δημοσιοποιώντας ορισμένες ιδέες. Από την άλλη πλευρά, η Αγκυρα επαναλαμβάνει μονότονα την ανάγκη διατήρησης των εγγυήσεων και μέρους, έστω, των τουρκικών στρατευμάτων στο νησί. Αμφισβητεί δε εντονότατα την όποια δυνατότητα έχει η ΕΕ να διαδραματίσει ρόλο εγγυητή της ασφάλειας στο νησί. Ο ειδικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα, Εσπεν Μπαρθ Αϊντε, φερόταν διατεθειμένος να καταθέσει ορισμένες δικές του προτάσεις για τις εγγυήσεις, αλλά τελικώς δεν προχώρησε. Φαίνεται δε ότι αυτό συνέβη κατόπιν σύστασης του κ. Γκουτέρες. Ουδείς πάντως, πλην Λευκωσίας, κατέθεσε κάποια ολοκληρωμένη πρόταση επί του ζητήματος αυτού στη Γενεύη.

Εμμονή μη απόσυρσης
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου επιμένει ότι η διαδικασία που ξεκίνησε στη Γενεύη δεν είναι ανοιχτού τέλους, αν και μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό για την Αγκυρα, από τη στιγμή που ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ως μείζονα προτεραιότητα την αλλαγή του πολιτεύματος μέσω δημοψηφίσματος (αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσα στον Απρίλιο). Ο κ. Τσαβούσογλου τόνισε μετά το πέρας των συνομιλιών της περασμένης Πέμπτης ότι η Αγκυρα ήταν έτοιμη να ξεκινήσει άμεσα τις συζητήσεις σε επίπεδο τεχνοκρατών, αλλά ήταν η Ελλάδα που δεν ήταν έτοιμη για κάτι τέτοιο. Ουδεμία αλλαγή υπάρχει πάντως στην τουρκική θέση προς το παρόν και ο κ. Ερντογάν φρόντισε να το επιβεβαιώσει αυτό με όσα είπε την Παρασκευή περί μη απόσυρσης των τουρκικών στρατευμάτων από τα Κατεχόμενα.
Ο Νίκος Κοτζιάς κινείται σε άλλη γραμμή. Η Αθήνα επιμένει στην πλήρη κατάργηση των εγγυήσεων, αλλά πλέον εμφανίζεται λιγότερο κατηγορηματική στο ζήτημα της άμεσης αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων. Παράλληλα, επαναφέρει στο τραπέζι την ιδέα περί Τριμερούς Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας Ελλάδος – Κύπρου – Τουρκίας (με πρότυπο τα Βαλκανικά Σύμφωνα της δεκαετίας του 1950), που όμως απαιτεί ακόμη μεγάλη επεξεργασία. Παράλληλα, στο πλαίσιο απόρρητων συσκέψεων που έχουν πραγματοποιηθεί στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών τις τελευταίες εβδομάδες, παρουσία έγκριτων νομικών διεθνολόγων, όπως οι καθηγητές Χρήστος Ροζάκης, Πέτρος Λιάκουρας και Φωτεινή Παζαρτζή, έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορα μοντέλα αποχώρησης στρατευμάτων.

Τα σενάρια της αποχώρησης
Δύο ήταν τα κύρια, με βασικότερο εξ αυτών αυτό της αποχώρησης των σοβιετικών στρατευμάτων από την Ανατολική Γερμανία μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990 (το έτερο ήταν αυτό της αποχώρησης των βρετανικών δυνάμεων από τη Βόρεια Ιρλανδία). Υπενθυμίζεται ότι η αποχώρηση των Σοβιετικών κράτησε τέσσερα χρόνια (ολοκληρώθηκε το 1994). Προέβλεπε μια μεταβατική περίοδο στάθμευσης και σαφή ρήτρα λήξης της περιόδου αυτής («sunset clause», όπως λέγεται στη διπλωματική αργκό). Η Αθήνα θα έβλεπε και μία συμμετοχή του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) σε μια τέτοια λύση, αν και δεν είναι βέβαιο ότι άλλα εμπλεκόμενα μέρη θα συμφωνούσαν.
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, η σπουδή του κ. Κοτζιά να ανακοινώσει τη σύσταση μιας ομάδας εργασίας για τα θέματα εγγυήσεων και ασφάλειας προέκυψε έπειτα από συνεννοήσεις στο πλαίσιο των τριών εγγυητριών δυνάμεων το απόγευμα της Πέμπτης. Πηγές από τη Γενεύη σημείωναν ότι η Λευκωσία δεν ήταν ενήμερη για τις δηλώσεις Κοτζιά, αλλά η μικρή παρεξήγηση έληξε γρήγορα. Δεν είναι απολύτως σαφές αν αρχικώς η ιδέα ήταν οι συναντήσεις να γίνουν ακριβώς σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, χωρίς τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κάτι τέτοιο, εφόσον συνέβαινε, θα ήταν «βούτυρο στο ψωμί» της Αγκυρας που παγίως αναζητεί τρόπους να ακυρώσει τη διεθνή νομική προσωπικότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης Εγγυήσεων.

Ποιοι θα συντάξουν το πόρισμα

Στην ομάδα των τεχνοκρατών που θα αναλάβει να παρουσιάσει πόρισμα με σκοπό να συγκληθεί νέα Διάσκεψη ο κ. Αϊντε θα έχει ρόλο συντονιστή. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ελλάδα θα εκπροσωπηθεί από τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβη Δημήτρη Παρασκευόπουλο. Από την τουρκική πλευρά έχουν ακουστεί διάφορα ονόματα, μεταξύ των οποίων ο Κερίμ Ουράς, πρώην πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα και σήμερα σύμβουλος του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο υφυπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Μουχτάρ Γκιουλ, αλλά και ο γνώριμος στην ελληνική πλευρά (λόγω της συμμετοχής του στις διερευνητικές επαφές) τούρκος μόνιμος αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Εθνη και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Φεριντούν Σινιρλίογλου. Το Λονδίνο φέρεται να επιλέγει τον Τζόναθαν Αλεν, γενικό διευθυντή της Διεύθυνσης Αμυνας και Πληροφοριών του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών. Οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι θα εκπροσωπηθούν από τους διαπραγματευτές τους, Ανδρέα Μαυρογιάννη και Οζντίλ Ναμί αντιστοίχως, ενώ ο Πίτερ Σόρενσεν, επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της ΕΕ στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στην Ελβετία, θα συμμετάσχει εκ μέρους των Ευρωπαίων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ