Ιδιαίτερα δύσκολη είναι σε αυτή τη φάση η μετάβαση τόσο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όσο και του Αλέξη Τσίπρα για να συμμετάσχουν στη Διάσκεψη για την Κύπρο στη Γενεύη. Σύμφωνα με όσα προέκυψαν κατά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν οι δύο άνδρες το απόγευμα της Δευτέρας 9 Ιανουαρίου, θα πρέπει να υπάρχουν ελπίδες για κάτι ουσιαστικό ώστε ο τούρκος Πρόεδρος και ο έλληνας Πρωθυπουργός να βρεθούν στις 12 Ιανουαρίου στο Palais des Nations, έδρα των Ηνωμένων Εθνών στην ελβετική πόλη, ώστε να συζητήσουν το ζήτημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων.

Σύμφωνα με πληροφορίες, είναι πλέον πολύ πιθανό οι δύο χώρες να εκπροσωπηθούν στη Γενεύη από τους υπουργούς Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά και Μεβλούτ Τσαβούσογλου αντιστοίχως. Η απόφαση του Λονδίνου να μεταβεί στη Γενεύη ο επικεφαλής του «Φόρεϊν Όφις» Μπόρις Τζόνσον μάλλον δείχνει τον δρόμο. Η παρουσία των υπουργών Εξωτερικών είναι ενδεικτική πιθανού «παγώματος» της διαδικασίας.

Ερωτηματικό παραμένει τι θα πράξει η Αθήνα αν η τουρκική πλευρά αποφασίσει να μεταβεί στην ελβετική πόλη ο Πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ. Σε αυτή την περίπτωση, πηγές από την Αθήνα δεν απέκλειαν να εκπροσωπήσει την Ελλάδα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, αν και όλα τα ενδεχόμενα παρέμεναν ανοιχτά.

Η τουρκική πλευρά είχε εδώ και αρκετές ημέρες αρχίζει να προετοιμάζει το έδαφος για μη μετάβαση του κ. Ερντογάν στη Γενεύη. Σε ανάλογο κλίμα άρχισε να κινείται προσεκτικά, με επιλεκτικές διαρροές, η Αθήνα από τα τέλη της περασμένης εβδομάδος και ιδιαίτερα από το απόγευμα της Κυριακής 8 Ιανουαρίου, παραμονή της έναρξης των συνομιλιών μεταξύ των κκ. Νίκου Αναστασιάδη και Μουσταφά Ακιντζί επί ελβετικού εδάφους. Κλειδί στην ελληνική στροφή φαίνεται ότι έπαιξε η ατελέσφορη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά με τον τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου στις 6 Ιανουαρίου στη Νέα Υόρκη.

Με βάση την ατμόσφαιρα που έχει διαμορφωθεί μοιάζει σχεδόν απίθανο οι κκ. Τσίπρας και Ερντογάν να μεταβούν στη Γενεύη. Οι προοπτικές λύσης είναι περιορισμένες και η προσπάθεια επικεντρώνεται στην επίτευξη προόδου σε κάποιο από τα υπόλοιπα κεφάλαια πλην των εγγυήσεων και της ασφάλειας. ΠΛέον, φαίνεται ότι τόσο η Άγκυρα όσο και η Αθήνα επιδιώκουν μία διαχείριση της επόμενης ημέρας σε επίπεδο επίρριψης ευθυνών για πιθανή αποτυχία των συνομιλιών.