Τη θεωρία της «αναθεώρησης των πεποιθήσεων» (belief revision) ανασύρει η ηγεσία της Ν.Δ.σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το μήνυμά της ότι η πρόσφατη απόφαση του Eurogroup περί 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα δύναται να αναθεωρηθεί ώστε να εφαρμοστεί το δικό της πρόγραμμα εξόδου από την κρίση.

Στη σκιά των συζητήσεων ότι η περίφημη «Συμφωνία Αλήθειας» ή άλλως ο «οδικός χάρτης εξόδου από την κρίση» ουσιαστικά κινείται στις ράγες που χάραξε η νέα απόφαση του Eurogroup και άρα δεσμεύει και την επόμενη κυβέρνηση, η ηγεσία της Ν.Δ. επιχειρεί να πείσει πως μια άλλη διαδρομή είναι εφικτή.

Αυτή η διαδρομή όμως περνάει ουσιαστικά μέσα από την αναθεώρηση της απόφασης του Eurogroup ώστε να μπορέσει να επιτευχθεί η μείωση των φορολογικών συντελεστών που έχει στην κορυφή της ατζέντας του ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης.

Η συζήτηση που γίνεται αυτή την περίοδο από διάφορους κύκλους για το εάν επί της ουσίας ακυρώνεται ένα σημαντικό σκέλος της πρότασης της Ν.Δ. είχε γίνει και τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν το Βήμα έθεσε δημόσια στη ΔΕΘ, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου του κ. Μητσοτάκη, το ζήτημα του πρωτογενούς πλεονάσματος και εάν το πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι στον αέρα.

Ο πρόεδρος της Ν.Δ. επιμένει σε μια νέα συμφωνία που είναι εφικτή με τους πιστωτές για τον περιορισμό των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος, από το 2018 και μετά, από το 3,5% στο 2%, ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη.

«Τίποτα από αυτά που είπα δεν είναι στον αέρα. Και δεν είναι στον αέρα γιατί παρουσιάσαμε ένα κοστολογημένο σχέδιο περικοπής φορολογικών συντελεστών με ισόποση περικοπή δαπανών. Αυτό το σχέδιο εφαρμόζεται ανεξαρτήτως της δυνατότητάς μας να επαναδιαπραγματευτούμε το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος…» είχε απαντήσει στο Βήμα τον περασμένο Σεπτέμβριο ο κ. Μητσοτάκης.

Σε μια άλλη διευκρινιστική ερώτηση από άλλο ΜΜΕ, ο πρόεδρος της υπογράμμισε μεταξύ άλλων: «Η συζήτηση όμως για τη μείωση των πλεονασμάτων είναι μια συζήτηση που ακούγεται ολοένα με μεγαλύτερη ένταση, όχι μόνο από το Δ.Ν.Τ., το οποίο την υποστηρίζει, αλλά και από πάρα πολλούς οικονομικούς αναλυτές και οικονομολόγους, οι οποίοι ισχυρίζονται –σωστά κατά την άποψή μου – ότι είναι αδύνατον μια οικονομία με τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5%, για μια δεκαετία. Διότι υπάρχει ένας πολύ σοβαρός κίνδυνος. Οι όποιες τολμηρές μεταρρυθμίσεις διαρθρωτικού χαρακτήρα γίνουν, να υπονομευτούν τελικά από μια εξαιρετικά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική».

Αυτό το πλαίσιο που είχε τεθεί εδώ και μήνες από τον κ. Μητσοτάκη δεν πρόκειται να αλλάξει και ο ίδιος στις επαφές που θα έχει το επόμενο διάστημα (εντός των επομένων ημερών στις Βρυξέλλες όπου θα συναντήσει τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, τον αντιπρόεδρο Βλάντις Ντομπρόβσκις, κ.α.) και κυρίως κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο στα τέλη Ιανουαρίου για συναντήσεις με την πολιτική ηγεσία της Γερμανίας και ειδικά με την Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ θα θέσει το θέμα της αναθεώρησης του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων. Παράλληλα, στις επαφές που έχουν κεντρικά στελέχη της Ν.Δ., όπως ο αντιπρόεδρος του κόμματος Κωστής Χατζηδάκης, με κορυφαίους παράγοντες της Ε.Ε., όπως ο κοινοτικός επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, τίθεται το θέμα της ανάγκης μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, ενώ εξηγείται επαρκώς το σχέδιο της Ν.Δ.

Το θεώρημα Μητσοτάκη για τα μειωμένα πρωτογενή πλεονάσματα βασίζεται στην εξής κατά την Πειραιώς, απλή εξίσωση: «μεταρρυθμίσεις + αποκρατικοποιήσεις – κρατικές δαπάνες = ανάπτυξη».

Ακόμη, από τον πρόεδρο της Ν.Δ.θα τονίζεται το επιχείρημα ότι με το κόμμα του στην εξουσία και τον ίδιο στην Πρωθυπουργία θα πρέπει να δοθεί «χρόνος και ανάσες» διότι μια νέα κυβέρνηση, πραγματικά μεταρρυθμιστική, μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα το πρόγραμμα ώστε να ολοκληρωθεί επιτυχώς και με συγκεκριμένα μετρήσιμα αποτελέσματα.

Η επιχειρηματολογία του κ. Μητσοτάκη δεν θα αλλάξει, όπως φαίνεται ήδη και από τις τοποθετήσεις των βουλευτών της Ν.Δ.στη Βουλή, και κατά την ομιλία του επί του προϋπολογισμού το βράδυ του Σαββάτου. «Πολιτική αλλαγή» το ταχύτερο δυνατό με εκλογές, θα είναι το μήνυμα του κ. Μητσοτάκη, ώστε, όπως θα πει, μια νέα αξιόπιστη κυβέρνηση να εφαρμόσει το μόνο σοβαρό σχέδιο εξόδου από την Κρίση: τη Συμφωνία Αλήθειας.

«Με αυτήν αλλάζει το μείγμα πολιτικής, με λιγότερους φόρους και δαπάνες και αποτελεσματικότερο Κράτος, με επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και των αποκρατικοποιήσεων. Μόνο έτσι έρχονται επενδύσεις, ανοίγουν δουλειές, μειώνεται η ανεργία και αυξάνει η απασχόληση. Μόνο έτσι δίνεται ελπίδα και προοπτική» τονίζεται από το επιτελείο του προέδρου της Ν.Δ.