Στον αέρα βρίσκονται οι συζητήσεις για τα εργασιακά, με τους δανειστές να επιμένουν στις επώδυνες αλλαγές στο καθεστώς των ομαδικών απολύσεων και την κυβέρνηση να ζητεί «ως αντίδωρο» την επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τις αλλαγές στις συμβάσεις, κάτι που δεν φαίνεται ότι θα ισχύσει άμεσα.
Η αυριανή συνεδρίαση του Eurogroup θα καταγράψει τις υφιστάμενες διαφορές αλλά και την πρόοδο που έχει σημειωθεί σε κάποια θέματα, ωστόσο θεωρείται σίγουρο ότι δεν θα διαπιστώσει προσέγγιση και θα ζητήσει περαιτέρω προσπάθειες για ολοκλήρωση –εντός των επόμενων ημερών –της δεύτερης αξιολόγησης.
Κορυφαίος ευρωπαίος αξιωματούχος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν θα διευθετηθεί σε επίπεδο τεχνοκρατών αλλά σε ανώτερο επίπεδο» και δήλωνε πως είναι εφικτή η προοπτική να ξεπεραστούν οι διαφορές ακόμη και εντός του 2016.

«Πολιτικό και όχι τεχνοκρατικό θέμα»
χαρακτήρισε τα εργασιακά και η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου κατά τη διάρκεια των επαφών που είχε την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες.
Πάντως η απόσταση που χωρίζει κυβέρνηση και θεσμούς στα εργασιακά παραμένει μεγάλη. Αυτό απεικονίζεται στο κείμενο του προσχεδίου του συμπληρωματικού Μνημονίου, που δημοσιοποιήθηκε τις προηγούμενες ημέρες.
Συγκεκριμένα οι δανειστές επιμένουν στα εξής:

1.
Αύξηση του ποσοστού των ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10%.
2. Κατάργηση της διοικητικής έγκρισης των ομαδικών απολύσεων. Η σχετική εξουσία μεταβιβάζεται στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, στο οποίο μετέχουν με ίση εκπροσώπηση κράτος, εργαζόμενοι και εργοδότες. Το Συμβούλιο αυτό όμως δεν θα μπορεί να απορρίπτει ομαδικές απολύσεις παρά μόνο να ελέγχει την τήρηση της νομιμότητας. Αν μάλιστα το Συμβούλιο διαπιστώνει ότι τηρήθηκαν οι διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης, οι απολύσεις θα μπορούν να γίνουν νωρίτερα από το προβλεπόμενο τρίμηνο.
3. Ψήφιση διάταξης με την οποία θα ορίζεται ότι παραμένουν σε αναστολή τόσο «η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης» αναφορικά με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις όσο και «η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων». Στην πράξη, οι δανειστές επιμένουν να μη συζητούν τα θέματα των συλλογικών συμβάσεων που θέτει η ελληνική πλευρά. Στο νέο κείμενο ζητούν ξεκάθαρα να νομοθετηθεί ότι δεν θα εφαρμοστεί η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των συμβάσεων, αναφέρει όμως ότι οι ρυθμίσεις αυτές θα παραμείνουν σε «αναστολή», δίνοντας την εντύπωση πως υπάρχουν περιθώρια εφαρμογής τους στο μέλλον.
4. Αύξηση από τις 24 στις 48 ώρες της περιόδου προειδοποίησης για την πραγματοποίηση απεργίας. Αναθεώρηση του υφιστάμενου καθεστώτος των αιτιολογημένων λόγων για τους οποίους μπορεί να απολυθεί ένας συνδικαλιστής και εξορθολογισμός των συνδικαλιστικών αδειών.
5. Διαδικασίες-εξπρές για την έκδοση δικαστικών αποφάσεων όχι μόνο αναφορικά με τη νομιμότητα της απεργίας αλλά και την απόφαση των εργοδοτών να μην καταβάλλουν αμοιβή στους μη απεργούς εφόσον εξαιτίας της απεργίας δεν μπορούν να εργαστούν (λοκάουτ).
6. Συγκρότηση ειδικής ανεξάρτητης γνωμοδοτικής επιτροπής η οποία ως τον Ιούνιο του 2017 θα παραδώσει πόρισμα αναφορικά με έναν ενδεχόμενο επαναπροσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής της υποχρεωτικής διαιτησίας με σκοπό την προώθηση ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ