Ο εκλογικός σχεδιασμός βρίσκεται πλέον και επισήμως στο τραπέζι του Αλ. Τσίπρα. Το είπε ο ίδιος στην ομιλία του στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη Τετάρτη, όταν ευθέως ανέφερε ότι μια αποτυχία των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση «ενδεχομένως θα οδηγούσε και σε εκλογές».
Υπό αυτό το πρίσμα και με την κυβέρνηση να εμφανίζει και πάλι κάποιες δήθεν κόκκινες γραμμές στις συζητήσεις με τους εταίρους, στα βουλευτικά και στα υπουργικά γραφεία έχουν αρχίσει να μελετούν τα… ημερολόγια.
Κατά την επίσημη εκδοχή, το σενάριο των εκλογών δεν είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης. Παρά ταύτα, όλα τελούν υπό την αίρεση των υποχωρήσεων που θα αναγκαστεί να κάνει προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση ή του αν τελικώς θα επικρατήσουν οι απόψεις όσων υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαντλήσει τα περιθώριά του στις περικοπές και στη χαλάρωση της εργασιακής νομοθεσίας.
Επιπλέον, παράμετρο καθοριστική για τις εξελίξεις αποτελούν οι εκλογικές αναμετρήσεις ανά την Ευρώπη, από τις οποίες δεν φαίνεται πως θα διαμορφωθεί ένα πολιτικό κλίμα μεγαλύτερης ανοχής και επιείκειας προς την Ελλάδα.
Εχουν ήδη υπογράψει!


Το μεγάλο ζήτημα για τον κ. Τσίπρα είναι το πώς θα καταφέρει να διαχειριστεί επικοινωνιακά και πολιτικά μία λεπτομέρεια η οποία έχει λησμονηθεί ή πάντως δεν έχει αξιολογηθεί όσο και όπως θα έπρεπε. Η λεπτομέρεια αυτή αναδεικνύεται στην τρέχουσα φάση της διαπραγμάτευσης και αφορά τη συζήτηση που έχει ανοίξει για το «4ο μνημόνιο», το οποίο ο Πρωθυπουργός επιχειρεί να «φορτώσει» στον Κυριάκο Μητσοτάκη και στη ΝΔ. Ομως ο ίδιος το έχει ήδη συμφωνήσει και στην ουσία υπογράψει!
Το 4ο αυτό μνημόνιο έχει συνομολογηθεί στην περιβόητη συμφωνία του Eurogroup του Μαΐου 2016, όπου η μείζων φιλοδοξία της κυβέρνησης για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους από το 2018 και έπειτα (χρονοδιάγραμμα στο οποίο οι δανειστές προφανώς και επιμένουν) συνδέεται με νέα μέτρα. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση εκείνου του Eurogroup, οι ρυθμίσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μετά το 2018 «θα υπόκεινται στην προκαθορισμένη αιρεσιμότητα (predefined conditionality) του προγράμματος του ESM». Εξ ου και η συζήτηση που έχει ξεκινήσει με πρωτοβουλία του Γερούν Ντάισελμπλουμ για τα μέτρα μετά το 2018 δεν συνιστά στην πραγματικότητα κάποια ανατροπή δεδομένων, παρά μία αναμενόμενη εξέλιξη, την οποία η κυβέρνηση απλώς επιχειρεί να παρουσιάσει ως έναν νέο «εκβιασμό» των δανειστών.
Παγιδευμένη ακόμη μία φορά στις δικές της δεσμεύσεις και με την πολιτική φθορά να ροκανίζει τις αντοχές της, η κυβέρνηση βρίσκεται στην ουσία ακόμη μια φορά αντιμέτωπη με τον χρόνο και τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Κατά τη γενική αντίληψη της αγοράς, η τήρηση των συμφωνημένων και η ταχεία υλοποίηση θα ήταν η μοναδική της ευκαιρία για την επίτευξη στόχων, όπως η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ή ακόμη και η έξοδος στις αγορές, υπό την προϋπόθεση ότι όλα θα έβαιναν ομαλώς και εντός χρονοδιαγράμματος.
Το Εurogroup και οι πιέσεις


Σε αυτό το περιβάλλον και με την πολιτική πίεση να εντείνεται, η ηγετική ομάδα της κυβέρνησης έχει, σύμφωνα με πληροφορίες, ένα χρονοδιάγραμμα μερικών εβδομάδων κατά το οποίο και θα ληφθούν (ή θα επιβληθούν εκ των συνθηκών) οι αποφάσεις για το ενδεχόμενο προσφυγής στις κάλπες.
Πρώτος σταθμός είναι η 5η Δεκεμβρίου και η έκβαση του προγραμματισμένου Eurogroup. Το ενδεχόμενο να έχει ολοκληρωθεί έως τότε η διαπραγμάτευση με τους δανειστές και να έχει κλείσει η αξιολόγηση θεωρείται ότι συγκεντρώνει πολύ λίγες πιθανότητες και υπό αυτήν την έννοια –δεδομένων και των διακοπών των Χριστουγέννων –το επόμενο κρίσιμο ραντεβού τοποθετείται στις αρχές του νέου έτους.
Μια θετική έκβαση και ένα κλείσιμο της αξιολόγησης θεωρητικώς θα άνοιγε τον δρόμο προς το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ τον ερχόμενο Μάρτιο. Μια περαιτέρω καθυστέρηση θα ενεργοποιούσε τον εκλογικό σχεδιασμό καθώς η κυβέρνηση θα βρίσκεται σε απόλυτο αδιέξοδο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Μάρτιος έχει ιδιαίτερη σημασία για έναν ακόμη λόγο: είναι το χρονικό όριο μέχρι το οποίο ο κ. Τσίπρας έχει τη δυνατότητα να προκηρύξει εκλογές με λίστα και όχι με σταυρό προτίμησης, καθώς τότε εκπνέει το 18μηνο από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Η συγκεκριμένη παράμετρος δεν είναι αμελητέα καθώς ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ξεκάθαρο ότι επιθυμεί τον έλεγχο της ΚΟ μετά τις εκλογές, κάτι που δεν είναι πλέον δεδομένο και αυτονόητο όσο οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ γίνονται αποδέκτες της αποδοκιμασίας των πολιτών ανά την περιφέρεια.

Οι ανατροπές στο ευρωπαϊκό σκηνικό – Ο Ρέντσι, ο Φιγιόν και ο Χόφερ
Σύννεφα στην Ευρώπη, πυρετός στην Αθήνα

Σύμφωνα με κάποιες πηγές, το βλέμμα του κ. Τσίπρα και πολλών υψηλόβαθμων κομματικών και κοινοβουλευτικών παραγόντων είναι στραμμένο και στις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Η πρώτη είναι το ιταλικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου, από την έκβαση του οποίου εξαρτάται η πολιτική επιβίωση της κυβέρνησης του Ματέο Ρέντσι στην Ιταλία. Η επόμενη είναι οι επαναληπτικές προεδρικές εκλογές στην Αυστρία την ίδια ημέρα, όπου υπάρχει το ενδεχόμενο εκλογής του ακροδεξιού Νόρμπερτ Χόφερ.
Σε περίπτωση που οι τάσεις επιβεβαιωθούν και επικρατήσει η αντιευρωπαϊκή ψήφος στις δύο αυτές αναμετρήσεις, οι εξελίξεις για το μέλλον της Ευρώπης προδιαγράφονται ούτως ή άλλως προβληματικές. Εν αναμονή άλλωστε και της σημερινής έκβασης της αναμέτρησης για την ανάδειξη του υποψηφίου της γαλλικής Δεξιάς για τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου, μία επικράτηση του σκληροπυρηνικού Φρανσουά Φιγιόν ως αντιπάλου δέους της Μαρίν Λεπέν θα προδιαγράφει ένα περιβάλλον ούτως ή άλλως αρνητικό για την ελληνική κυβέρνηση. Ο δίαυλος επικοινωνίας με το Παρίσι και τον Φρανσουά Ολάντ θα έχει στην ουσία καταργηθεί και ο κ. Τσίπρας θα βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με ένα εν γένει αρνητικό περιβάλλον σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και μοναδικούς δυνάμει συνομιλητές την Ανγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε…

ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙΣ
Αξιοσημείωτη είναι μια επισήμανση του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής στην πρόσφατη έκθεσή του. Εκεί αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Οι δυσκολίες υλοποίησης των δομικών μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο Μνημόνιο αντικατοπτρίζονται εν μέρει στην τεράστια καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Αυτό το επαναλαμβανόμενο έργο παρατεταμένης διαπραγμάτευσης και συμφωνίας την τελευταία στιγμή οφείλεται μεν σε πραγματικές διαφορές απόψεων και φιλοσοφίας με τους εταίρους, αλλά απειλεί κάθε φορά να εξουδετερώσει τις θετικές επιπτώσεις της συμφωνίας που επιτυγχάνεται τελικά!».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ