Βερολίνο, Aνταπόκριση

Θυμίζει παλιό ταμπού. Η Άνγκελα Μέρκελ φυλάσσει τις συνομιλίες της με τον Μπάρακ Ομπάμα για το ελληνικό χρέος σαν κρατικό μυστικό. Η ίδια απέφυγε κάθε νύξη γι αυτό στη συνέντευξη τύπου που έδωσε την Πέμπτη στο Βερολίνο από κοινού με τον αμερικανό πρόεδρο. Και το ίδιο έκανε την Παρασκευή η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Ουλρίκε Ντέμερ. «Ότι είχε να πει η καγκελάριος το είπε την Πέμπτη» δήλωσε απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση στο κυβερνητικό μπρίφινγκ.
Η μυστικοπάθεια δεν έπληττε μόνο τους δημοσιογράφους, που περίμεναν απλώς την επιβεβαίωση μιας συζήτησης, που κατά διασταυρωμένες πληροφορίες, είχε όντως γίνει. «Δεν έχουμε ουδεμία πληροφόρηση» παραπονιόταν εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου οικονομικών. Η καγκελάριος, ήταν η εξήγησή του, δεν θέλει προφανώς να δημοσιοποιήσει τη γνωστή κατά τα άλλα διαφωνία της με τον επισκέπτη της ενόψει της επικείμενης αποχώρησης του τελευταίου από τον Λευκό Οίκο.
Ο εκπρόσωπος έδειχνε πάντως βέβαιος, ότι η συζήτηση όντως έγινε, και ότι η κ.Μέρκελ δεν απέκλινε σε αυτήν ούτε εκατοστό από τη γνωστή θέση της, ότι δεν χρειάζεται άμεση και ουσιώδη ελάφρυνση του χρέους –κάτι που συμπίπτει με την απόφαση του περασμένου Μαίου στο Eurogroup, η οποία προβλέπει, πρώτον, την παροχή βραχυπρόθεσμων ελαφρύνσεων μετά την προσεχή αξιολόγηση και δεύτερον, μεσοπρόθεσμες ελαφρύνσεις μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018.
«Αυτή την απόφαση έχει συνυπογράψει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» τόνισε ο ίδιος. Όλα δείχνουν επίσης, συνέχισε, ότι το ΔΝΤ έχει άρει ενδιάμεσα πολλές επιφυλάξεις για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και ότι θα πάρει την σχετική απόφαση μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου.
Άλλη κυβερνητική πηγή ωστόσο παραδεχόταν, ότι τα πράγματα δεν βαίνουν τόσο αρμονικά, όσο τα παρουσιάζει το υπουργείο Οικονομικών. «Ο Σόιμπλε βρίσκεται αναμφίβολα υπό πίεση» έλεγε. Αυτή δεν ασκείται τόσο πολύ από την Ουάσιγκτον, στην οποία επικρατεί ντε φάκτο, λόγω των εκλογών, κενό εξουσίας, όσο από το ΔΝΤ, που δεν παραιτείται από τις αξιώσεις του –με κυριότερη από αυτές τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από 3,5% σε 1,5% . «Χωρίς συμβιβασμό δεν γίνεται» πρόσθεσε. «Σε κάθε περίπτωση, ο Σόιμπλε δεν μπορεί να μείνει αμετακίνητος μέχρι το 2018 σε μια πολιτική απόφαση που λήφθηκε το 2016».
Οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμβιβασμού «σκαλώνουν» λόγω της αδιαλλαξίας του κ.Σόιμπλε και η μορφή του παραμένει αόριστη. Μια συνέπειά του θα είναι όμως, όπως αποκάλυψε στο προηγούμενο τεύχος του το «Spiegel», μια μικρότερη οικονομική συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρέχον πρόγραμμα –τα μισά σχεδόν από τα 12 έως 16 δισεκατομμύρια ευρώ, που υπολογιζόταν αρχικά. «Αυτό είναι που περιμέναμε κι εμείς και έχουμε προετοιμάσει σχετικά το κοινοβούλιο» λέει η πηγή. Διαμαρτυρίες ομαδικού τύπου από βουλευτές, για τους οποίους η πλήρη συμμετοχή του ΔΝΤ ανήκει στα ων ουκ άνευ, δεν θα πρέπει λοιπόν να αναμένονται.
Τέλος καλό, όλα καλά; Όχι ακριβώς. Το Βερολίνο αναστατώθηκε ξαφνικά την Πέμπτη από ένα σχόλιο της εφημερίδας «Süddeutsche Zeitung». Αυτό, αφού αναφέρεται καταρχάς στο αίτημα του Αλέξη Τσίπρα προς τον κ.Ομπάμα να παρέμβει στο Βερολίνο για ταχεία ελάφρυνση του χρέους, καταλήγει με τις φράσεις: «Ο Ομπάμα θα μεταφέρει το μήνυμα, γνωρίζοντας ωστόσο ότι η καγκελάριος Μέρκελ δεν είναι διατεθειμένη να συναινέσει. Αντιθέτως, εκείνη θα ζητήσει από τον Ομπάμα να πείσει το ΔΝΤ να συμμετέχει στα δάνεια ύψους δισεκατομμυρίων για την Ελλάδα. Διαφορετικά το Βερολίνο μπορεί να πρέπει να αποσυρθεί από την οικονομική βοήθεια. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε με τη σειρά του να πυροδοτήσει μεγάλη αναταραχή στην Ευρώπη».
Τέτοιο ενδεχόμενο ήταν ανήκουστο μέχρι τώρα στη γερμανική δημοσιότητα. «Πρόκειται για συμπέρασμα της δημοσιογράφου, δεν έχει καμιά σχέση με την πολιτική μας» έσπευσε να σχολιάσει ο εκπρόσωπος του υπουργείου οικονομικών. «Αυτό θα σήμανε χαρακίρι για τους πολιτικούς μας» πρόσθεσε και επηύξανε η κυβερνητική πηγή. «Τυχόν απόσυρσή μας θα οδηγούσε στην ανατίναξη της ευρωζώνης».
Η ίδια πηγή ωστόσο δεν απέκλεισε τέτοιο «χείριστο δυνατό σενάριο». Αυτό, είπε, θα έπαιρνε σάρκα και οστά, αν το ΔΝΤ αποσυρόταν πλήρως από το πρόγραμμα, όχι μόνο ως χρηματοδότης, αλλά και ως πάροχος τεχνογνωσίας. Το αποτέλεσμα θα ήταν η εξέγερση των χριστιανοδημοκρατών βουλευτών εναντίον του κ.Σόιμπλε, δεδομένου ότι το «ναι» τους στο πρόγραμμα ήρθε μόνο ύστερα από την υπόσχεσή του τελευταίου για συμμετοχή του ΔΝΤ, κάτι μάλιστα που έχει καταχωρηθεί και στον σχετικό νόμο. Μπροστά σε τέτοιον κίνδυνο λοιπόν, η κ.Μέρκελ θα αποχωρούσε η ίδια από το πρόγραμμα –η ενότητα των Χριστιανοδημοκρατών της είναι προτιμότερη από την σωτηρία της Ελλάδας.
Το σενάριο αυτό, προσθέτει η πηγή, είναι καταρχάς θεωρητικό. Αλλά όχι ανεφάρμοστο. Όχι λίγοι πολιτικοί και αναλυτές στο Βερολίνο υπολογίζουν μεν ότι ο κ.Σόιμπλε θα δεχθεί τις επόμενες εβδομάδες έναν επώδυνο γι αυτόν συμβιβασμό. Διαφορετικά, το σενάριο θα μπορούσε να γίνει απτή πραγματικότητα.


Ο Μινώταυρος Τράμπ

Ο πολιτικός επιστήμονας Γκέρο Νοϊγκεμπάουερ ερευνά στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο FU-Berlin του Βερολίνου
Πως θα παρομοιάζατε τις Ηνωμένες Πολιτείες στην μετά-Ομπάμα εποχή;
Σαν λαβύρινθο –με τον Τραμπ ως Μινώταυρο.
Ποιες θα είναι οι σχέσεις της Γερμανίας με τις ΗΠΑ την εποχή του Τραμπ;
Καταρχάς χαοτικές. Η Μέρκελ διακρίνεται όμως για τον πραγματισμό της και θα επιδιώξει μια πρακτική συμβίωση με τη νέα αμερικανική διοίκηση, τόσο στις οικονομικές σχέσεις, όσο και στο ΝΑΤΟ. Το τι θα κάνει ο Τραμπ θα δείξει.
Ποιος θα είναι ο ρόλος της Άνγκελα Μέρκελ τα επόμενα χρόνια –εφόσον φυσικά παραμείνει καγκελάριος;
Ο Ομπάμα θέλει να αναλάβει τη θέση του ως ηγέτη του φιλελεύθερου κόσμου, επειδή απεχθάνεται τον Τραμπ και θεωρεί ανίσχυρους τους ηγέτες των άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. Το πρόβλημα είναι μόνο ότι η Μέρκελ δεν έχει ούτε τα όπλα, ούτε το πνεύμα και το δόγμα του πλανητάρχη. Η δύναμή της θα εξακολουθεί να εδράζεται στη συνεργασία με τους ευρωπαίους ομολόγους της.
Η συνεργασία τους όμως φθίνει όλο και περισσότερο.
Αυτό είναι αλήθεια. Όμως η φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων καταρρέει όλο και περισσότερο στην Ευρώπη. Η Μέρκελ βάζει πόδι σε αυτό, καταπολεμώντας και τον αντιαμερικανισμό, που συχνά έχει ξενοφοβικές και αντιδραστικές αιτίες.
Θα δεχθούν οι Γερμανοί μια ουσιώδη αλλαγή στο status quo της χώρας τους;
Όχι. Η μεγάλη πλειοψηφία τους είναι εναντίον των πολεμικών εκστρατειών, που χαρακτήριζε και την πολιτική του Ομπάμα. Ταυτόχρονα είναι και πολύ πολιτικοποιημένοι. Μόνο το 4% από αυτούς, όπως έδειξε πρόσφατη δημοσκόπηση, θα ψήφιζαν Τραμπ. Τέτοιοι ψηφοφόροι δεν παρασύρονται εύκολα από μιλιταριστικές ιδεολογίες.
Θα αλλάξει η Γερμανία υπό την επιρροή του Τραμπ;
Ναι, αν εντείνει τον στρατιωτικό εξοπλισμό και μπει σε πολεμικές περιπέτειες. Όχι, αν αναπτύξει τα ειρηνικά αντισώματά της.
Είναι ο Τραμπ ένας μοντέρνος φασίστας;
Όχι. Είναι λαϊκιστής ιδιαίτερου είδους, που προβοκάρει, λοιδορεί, και επιδιώκει την κατασκευή ενός λαού της λευκής ράτσας.