Ο Μπαράκ Ομπάμα είναι ένας πολιτικός με μεγάλο χάρισμα στις ομιλίες του. Ο τρόπος που μιλάει, η γλώσσα του σώματός του, η αίσθηση της άνεσης (αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν «cool»), η σύνδεσή του με το πλήθος, όλα μοιάζουν να γίνονται χωρίς κόπο, αλλά με φυσικότητα ασυνήθιστη. Η εκτόξευσή του στο προσκήνιο ξεκίνησε άλλωστε με μια ομιλία συγκλονιστική –εκείνη που εκφώνησε στις 27 Ιουλίου 2004 στο Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος στο Ιλινόις. Ως υποψήφιος γερουσιαστής τότε, είχε επιλεγεί ως κεντρικός ομιλητής στο Συνέδριο που θα επικύρωνε την υποψηφιότητα του Τζον Κέρι για την προεδρία –μια μάχη που τελικώς έχασε από τον Τζορτζ Μπους.
Ο ανήσυχος πλανητάρχης


«Δεν υπάρχει μία φιλελεύθερη Αμερική και μία συντηρητική Αμερική. Υπάρχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής». Η φράση αυτή έμεινε στην ιστορία από εκείνη τη 18λεπτη ομιλία. Ο Ομπάμα, για όσους τον έχουν παρακολουθήσει τα τελευταία 12 χρόνια, πίστευε πάντα στη σύνθεση των απόψεων. Ακόμη πιστεύει σε αυτή, παρά τον βαθύ πολιτικό, οικονομικό, φυλετικό και πολιτισμικό διχασμό της χώρας του που εκφράστηκε με τρόπο βίαιο με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία.
Οσοι είχαν την τύχη να ακούσουν την ομιλία που εκφώνησε την περασμένη Τετάρτη στο Πολιτιστικό Κέντρο του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» πρέπει να συνειδητοποίησαν ένα πράγμα: ο απερχόμενος πλανητάρχης είναι βαθιά ανήσυχος για την επόμενη ημέρα, τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και της Δύσης. Πέρα από απογοητευμένος από την επικράτηση Τραμπ, εμφανίστηκε προβληματισμένος για την πιθανή αποσύνθεση της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων, την επιστροφή στον εθνικισμό και στον φυλετισμό, ακόμη και για τις ίδιες τις προοπτικές της δημοκρατίας. Ανησυχεί επίσης για την κληρονομιά του που, αν και ημιτελής, κινδυνεύει σε πολλαπλά επίπεδα τόσο στην εσωτερική πολιτική (παιδεία, υγεία, οικονομία) όσο και στην εξωτερική πολιτική (συμφωνία με το Ιράν, συμφωνία για το κλίμα, σχέσεις με την Ευρώπη και τη Ρωσία, εμπόριο).
Η Δημοκρατία και η ευημερία


Η ομιλία του χαρισματικού αμερικανού πολιτικού στην Αθήνα είχε σαφώς έναν σκοπό και ένα μήνυμα ισχυρό. «Οι ανοιχτές, δημοκρατικές κοινωνίες μπορούν να προσφέρουν περισσότερη ευημερία επειδή, όταν οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να σκέφτονται για τον εαυτό τους και να μοιράζονται ιδέες, να ανακαλύπτουν και να δημιουργούν τι είναι ικανοί να κάνουν μέσω του Internet και της τεχνολογίας, τότε είναι που η καινοτομία απελευθερώνεται, που οι οικονομίες πραγματικά ακμάζουν» τόνισε, απευθυνόμενος κυρίως στους νέους ανθρώπους.
Η δε έμφασή του στη δημοκρατία συμπυκνώθηκε σε μια φράση πλατωνική: «Το πιο σημαντικό αξίωμα σε μια χώρα δεν είναι αυτό του προέδρου ή του πρωθυπουργού. Ο σημαντικότερος τίτλος είναι αυτός του «πολίτη»». Διότι, «σε όλα τα έθνη μας, θα είναι οι πολίτες μας που αποφασίζουν τι είδους χώρα θέλουμε να είμαστε, τα ιδανικά που θα διεκδικήσουμε, τις αξίες που θα μας καθορίσουν». Δεν πρέπει να ειπώθηκαν τυχαία τα λόγια αυτά. Ο Ομπάμα δεν μοιάζει ως ακόμη ένας πρώην πρόεδρος που θα μείνει σιωπηλός.
Ο Ομπάμα δεν αρνήθηκε ότι η δημοκρατία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Δύο χρήζουν, κατά την άποψή του, προσοχής: η φύση της οικονομίας την εποχή της Πληροφορίας, που οξύνει τις ανισότητες, αλλά παράλληλα η διαφύλαξη της πολυπολιτισμικότητας, της πολυφυλετικότητας και της ανεκτικότητας που σήμερα απειλούνται από την εμφάνιση ενός νεοεθνικισμού.

«Οι ίδιες οι δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογίας και της ενσωμάτωσης, που έχουν προσφέρει τόση πρόοδο, έχουν δημιουργήσει τόσο πλούτο, έχουν επίσης αποκαλύψει βαθιά χάσματα… Αυτό που επίσης έχουμε παρατηρήσει είναι ότι η παγκόσμια ενσωμάτωση αυξάνει τις τάσεις προς ανισότητα, τόσο εντός χωρών όσο και μεταξύ αυτών»
υπογράμμισε. Ως κλασικός ευρωπαίος σοσιαλδημοκράτης, μίλησε για μια «βαθιά αίσθηση αδικίας» όταν υπάρχουν διαφορετικοί κανόνες για τους πλούσιους και τη μεσαία τάξη, όταν οι ισχυροί εκμεταλλεύονται το σύστημα.
«Πρέπει να δούμε μπροστά…»


Η αίσθηση αδικίας δημιουργεί ένα ασταθές μείγμα για τις δυτικές δημοκρατίες. Για αυτό, όπως σημείωσε, εμφανίζονται κατά καιρούς κινήματα τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά του πολιτικού φάσματος που θέλουν να αντισταθούν στην ισχύ της τεχνολογίας. «Αυτή η παρόρμηση να τραβηχτούμε από τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο είναι κατανοητή. Αν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι χάνουν τον έλεγχο του μέλλοντός τους, θα τραβηχτούν πίσω. Δεδομένης της φύσης της τεχνολογίας όμως, δεν είναι δυνατόν να αποκοπούμε ο ένας από τον άλλον. Δεν μπορούμε να κοιτάξουμε στο παρελθόν για απαντήσεις. Πρέπει να δούμε μπροστά» έδωσε το σύνθημα ο Ομπάμα. Εβαλε δε την εκπαίδευση στο επίκεντρο της νέας προσπάθειας, ώστε να υπάρξει επένδυση στους νέους ανθρώπους και στη σμίλευση των ικανοτήτων τους.
Αν αυτά δεν γίνουν και οι δυτικές οικονομίες παύσουν να λειτουργούν, η διαφορετικότητα των σύγχρονων κοινωνιών κινδυνεύει. «Αντιμετωπίζοντας αυτή τη νέα πραγματικότητα σύγκρουσης κουλτούρας, είναι αναπόφευκτο ότι ορισμένοι θα αναζητήσουν παρηγοριά στον εθνικισμό, στον φυλετισμό, στον εθνοτισμό, στον σεχταρισμό» είπε, «φωτογραφίζοντας» τις πιο αρνητικές πλευρές τόσο της προεκλογικής εκστρατείας Τραμπ όσο και της ρητορικής ευρωπαίων λαϊκιστών τύπου Μαρίν Λεπέν, Νάιτζελ Φάρατζ κ.ά.
Πολιτικοί αυτού του είδους βρίσκουν πρόσφορο έδαφος καθώς «σε έναν κόσμο διευρυνόμενης ανισότητας υπάρχει αυξημένη καχυποψία ή και απέχθεια για τις ελίτ και τους θεσμούς που μοιάζουν απόμακροι από τις καθημερινές ζωές των πολιτών» παραδέχθηκε χωρίς περιστροφές ο Ομπάμα. Μία ημέρα νωρίτερα, στη συνέντευξη Τύπου, είχε πει ότι σε εποχές σημαντικών πιέσεων «ο κόσμος κάτι αναζητεί, χωρίς να ξέρει ενδεχομένως τι, ζητεί μια αλλαγή γενικώς και αορίστως. Πολλές φορές ο κόσμος δεν ξέρει καν η αλλαγή αυτή τι θα φέρει». Για αυτό και οι ηγεσίες θα κριθούν από το αν είναι αποτελεσματικές και αν απαντούν στις καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Περίοδος βαθιάς αλλαγής


Το συμπέρασμα είναι, λοιπόν, ένα. «Ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος μας διέρχεται μια περίοδο βαθιάς αλλαγής. Υπάρχουν αβεβαιότητα και ανησυχία και ουδείς γνωρίζει το μέλλον. Η ιστορία δεν κινείται γραμμικά. Η πρόοδος δεν είναι εγγυημένη. Κάθε γενιά πρέπει να την κερδίσει» είπε. Για να προσθέσει, επικαλούμενος τη φράση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ότι «το τόξο του ηθικού σύμπαντος είναι μακρύ, αλλά κλίνει προς τη δικαιοσύνη» και εκφράζοντας την προσωπική του βεβαιότητα ότι «τα δημοκρατικά ιδεώδη και οι οικουμενικές αξίες παραμένουν αδιάπτωτα».
Η κληρονομιά και το μέλλον


Αυτός είναι ο Μπαράκ Ομπάμα. Η εκλογή του προκάλεσε έναν άνεμο αισιοδοξίας που μπορεί να μην ευοδώθηκε πλήρως, αλλά αφήνει μια κληρονομιά πίσω του. Αρκεί κανείς να δει τι προηγήθηκε και τι έπεται του Ομπάμα για να το αντιληφθεί. Ο απερχόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου είναι ένας άνθρωπος ευγενής που γνώριζε ότι τίποτα δεν είναι εύκολο –ίσως επειδή και στη δική του κοινωνική ανέλιξη τίποτα δεν ήταν δεδομένο. Αντιμέτωπος με ένα Κογκρέσο βαθιά εχθρικό, πολλά από όσα θα ήθελε να κάνει δεν έγιναν πράξη. Και φυσικά ουδείς είναι αλάνθαστος, όπως και ο ίδιος φαίνεται να αναγνωρίζει, αν και δεν απολογείται για τις επιλογές του.
Η παρουσία του στην Αθήνα απέδειξε ότι είναι ένας «ρεαλιστής με ανθρώπινο πρόσωπο» που προτιμά να αναλύει και να αποφασίζει παρά να βιάζεται και να οδηγείται σε λάθη τραγικά, όπως ο πόλεμος στο Ιράκ. Η βασικότερη παρακαταθήκη του είναι η πίστη στη συναίνεση, στον συμβιβασμό, στη δικαιοσύνη και στην πρόοδο. Οι εγχώριοι ταγοί, στην πλειοψηφία τους γαλουχημένοι στον διχασμό και στην πνευματική οκνηρία (ιδιαίτερα οι νεότεροι εξ αυτών), θα είχαν πολλά να μάθουν αν διέθεταν την ικανότητα –ιδιότητα που αναμφίβολα δεν τους χαρακτηρίζει…

Ομιλία-παρακαταθήκη
Ενας πολιτικός διαφορετικός από τα συνήθη

Η ομιλία-παρακαταθήκη στην Αθήνα, αλλά και τα όσα είπε ο αμερικανός πρόεδρος απαντώντας στις ερωτήσεις κατά τη διάρκεια της συνέντευξης μετά τη συνάντησή του με τον Αλέξη Τσίπρα, έδειξαν ότι ο Ομπάμα είναι πριν από όλα ένας άνθρωπος με εσωτερική συστολή, με ενδοσκόπηση, με αναζητήσεις εντυπωσιακές για πολιτικό πρώτης γραμμής (πόσω μάλλον για έλληνες πολιτικούς που αρέσκονται σε λόγο διχαστικό και λύσεις επιδερμικές).
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι διαβάζει πολύ, ότι δεν αρέσκεται να λαμβάνει αποφάσεις εν θερμώ, αλλά κατόπιν βαθιάς ανάλυσης, ότι παραμένει ταπεινός και μετράει τα λόγια του, ακόμη κι όταν μιλάει δημοσίως. Πόσους πολιτικούς έχουμε δει όλα αυτά τα χρόνια που γέρνουν το κεφάλι προς τα κάτω αντί να ακκίζονται στον φακό; Ηταν σαφές ότι ο προβληματισμός του για τα μελλούμενα είναι έντονος, αν και παράλληλα έχει πίστη στη δική του άποψη για το τι είναι σωστό και τι λάθος.
Ο Ομπάμα, ως άνθρωπος και ως πολιτικός, είναι το κλασικότερο υπόδειγμα του αμερικανικού ονείρου. Εφθασε στο υψηλότερο αξίωμα του κόσμου εκκινώντας πραγματικά από το μηδέν, ίσως πιο γρήγορα από ό,τι αναμενόταν για έναν Αφροαμερικανό –όπως ο ίδιος παραδέχεται στο ρεπορτάζ του Ντέιβιντ Ρένικ για το προσεχές τεύχος του περιοδικού «New Yorker». Η πίστη του στο δυτικό μοντέλο της ελεύθερης οικονομίας και της φιλελεύθερης δημοκρατίας, στην ώσμωση τεχνολογίας και προόδου, στην ύπαρξη ευκαιριών για όλους είναι βαθιά. Γνωρίζει όμως ότι χωρίς δικαιοσύνη και αντιμετώπιση των ανισοτήτων, το μοντέλο αυτό θα συνεχίσει να γεννά κι άλλους Τραμπ. Και ο ίδιος αυτό δεν θα το ήθελε. Σίγουρα, δεν θα το άντεχε…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ