Εβδομάδα που θα καθορίσει εν πολλοίς την περαιτέρω στρατηγική της κυβέρνησης και τις πολιτικές αντοχές της ξεκινά από τη Δευτέρα. Επειτα από τις ραγδαίες εξελίξεις στο μέτωπο της Δικαιοσύνης, το Μέγαρο Μαξίμου και ιδιαίτερα η ομάδα προσώπων περί τον Αλ. Τσίπρα έχει απολέσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και σύρεται από τις εξελίξεις. Οπως αναφέρεται από κάποιους στο περιστύλιο της Βουλής, «η άμμος στην κλεψύδρα έχει αρχίσει να αδειάζει, το ερώτημα είναι πόσος ακόμη χρόνος απομένει».
Ο υπουργός Επικρατείας Ν. Παππάς εμφανίζεται πλέον αναγκασμένος να παρακολουθεί τις εξελίξεις και σε μεγάλο βαθμό η πολιτική αξιοπιστία του έχει κλονιστεί. Είναι κάτι που ομολογούν ολοένα και περισσότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης, τα οποία αναμένουν τις αποφάσεις του ΣτΕ προκειμένου να καθορίσουν την περαιτέρω στάση τους ως προς τις μεθοδεύσεις και τις πρακτικές του κ. Παππά.
Παράλληλα δε, έχει παρατηρηθεί και μια μετάθεση του κέντρου λήψης αποφάσεων, με ανάληψη κεντρικού ρόλου (στο παρασκήνιο) προσώπων όπως ο Πρόεδρος της Βουλής, Ν. Βούτσης, ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα «πάγωσε» με συνοπτικές διαδικασίες την τροπολογία Παππά για το κλείσιμο των καναλιών και πλέον ενεργεί προς αποτροπήν πολιτικά επιζήμιων ενεργειών και πρακτικών.
Στην πραγματικότητα, ο σχεδιασμός της κυβέρνησης τελεί υπό ριζική αναθεώρηση και το στρατήγημά της με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μοιάζει να έχει καταρρεύσει. Οι επιλογές των τελευταίων εβδομάδων το έχουν καταδείξει και πλέον το ομολογούν και υψηλόβαθμα στελέχη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κορυφαίος κοινοβουλευτικός παράγων αναφέρει σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες του ότι τα πάντα κρίνονται τους επόμενους τρεις μήνες, «το αργότερο έως τις αρχές της άνοιξης».
Το ίδιο πρόσωπο προ μερικών εβδομάδων μιλούσε για ορίζοντα ενός έτους, με ορόσημο τις γερμανικές εκλογές του φθινοπώρου 2017.
Το χρονοδιάγραμμα αυτό έχει ανατραπεί και στο πλαίσιο αυτό ο κ. Τσίπρας έχει ανοίξει όλα τα μέτωπα και έχει ποντάρει όλο το εναπομείναν πολιτικό του κεφάλαιο σε δύο στοιχήματα: την όποια συζήτηση με τους δανειστές και τους εταίρους για το θέμα του χρέους και το θέμα των ΜΜΕ. Και στα δύο πεδία οι βεβαιότητες λείπουν, με όποιο κυβερνητικό στέλεχος και αν συνομιλήσει κάποιος.
Η αλλαγή στρατηγικής κοινοποιήθηκε από το βήμα του Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, όπου ο κ. Τσίπρας ανέβασε πολύ ψηλά τον πήχη σε ό,τι αφορά το ζήτημα διευθέτησης του χρέους, παρ’ όλο που οι θέσεις του Βερολίνου είναι γνωστές και η στάση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αρνητική.
Υπό το πρίσμα αυτό, δεν επιβεβαιώνεται από κάπου ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να κάνει την επιλογή να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις και να άρει το καθεστώς διαρκούς εκκρεμότητας σε όλα πεδία, προκειμένου να ενισχύσει την αξιοπιστία της.
Αντιθέτως, σε όλα τα μέτωπα, από τις ήδη ψηφισμένες ιδιωτικοποιήσεις και παραχωρήσεις (π.χ. Ελληνικό, περιφερειακά αεροδρόμια, ιδιωτικοποίηση ΔΕΗ κ.λπ.), δείχνει ξεκάθαρα ότι επιλέγει τη γνωστή τακτική της καθυστέρησης, ενώ κορυφαίοι υπουργοί όπως ο Π. Σκουρλέτης δηλώνουν με κάθε ευκαιρία την αντίθεσή τους με συγκεκριμένες επιλογές και συμβατικές υποχρεώσεις.
Υποχώρηση


Σε αυτό το περιβάλλον, η ομάδα του Μαξίμου βρίσκεται σε συνθήκες πολιτικής ομηρείας, τις οποίες η ίδια δημιούργησε. Επειτα από τις κραυγαλέες μεθοδεύσεις στον χώρο της Δικαιοσύνης, που προκάλεσαν πολλαπλές αντιδράσεις και από τους δικαστικούς λειτουργούς, το επιτελείο Τσίπρα – Παππά είναι πλέον αναγκασμένο σε τακτικές υποχωρήσεις.
Επιπλέον, στο πεδίο του χρέους η κυβέρνηση ούτως ή άλλως δεν διαθέτει καμία πρωτοβουλία κινήσεων και ανακινώντας το θέμα έχει φέρει και πάλι τον εαυτό της σε θέση αναμονής και απόλυτης εξάρτησης από τις βουλές ή τις διαθέσεις των διεθνών συνομιλητών της.
Είναι χαρακτηριστικό όμως και ότι τις τελευταίες ημέρες τα διεθνή δημοσιεύματα για την Ελλάδα και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό έχουν προσλάβει και πάλι εξαιρετικά αρνητική χροιά, με σοβαρές μομφές για το έλλειμμα αξιοπιστίας.
Ενδεικτικό σε αυτό το πλαίσιο ήταν το δημοσίευμα της «Frankfurter Allgemeine Zeitung», η οποία την προηγούμενη εβδομάδα φιλοξένησε ανταπόκριση με τίτλο «Το σύστημα Τσίπρα εκμεταλλεύεται τα ΜΜΕ, τις τράπεζες και τη Δικαιοσύνη». Εκεί περιγράφεται με αναλυτικό τρόπο η προσπάθεια συνεχών μεθοδεύσεων και παρεμβάσεων, με στόχο τον έλεγχο της Δικαιοσύνης και των ΜΜΕ και παρομοιώσεις με κομμουνιστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Η συγκεκριμένη εφημερίδα απηχεί εν πολλοίς τις θέσεις του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και της ίδιας της γερμανικής κυβέρνησης και στο παρελθόν εκφραζόταν συχνά με θετικά σχόλια για τον Αλ. Τσίπρα.
Στην πραγματικότητα, τα στοιχήματα της κυβέρνησης στο αμέσως προσεχές διάστημα διαμορφώνουν τις (υψηλές ή κατ’ άλλους υπερβολικές) φιλοδοξίες της στα εξής σημεία:
  • Οποια και αν είναι η απόφαση του ΣτΕ, να παρέχεται μια δυνατότητα ελιγμού (αν και μια κρίση που θα κηρύσσει τον νόμο Παππά αντισυνταγματικό θα είναι κόλαφος για τον υπουργό Επικρατείας).
  • Να αποσπάσει μία, έστω αόριστη, εκδήλωση θετικών προθέσεων από τους ευρωπαίους ή αμερικανούς συνομιλητές της για το θέμα του χρέους. Οπως όμως αναφέρουν και κυβερνητικά στελέχη, μια νέα διατύπωση για το ελληνικό χρέος θα πρέπει να είναι πολιτικά διαχειρίσιμη (ή ανώδυνη) για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και αυτό είναι μια πολύ δύσκολη εξίσωση.
  • Να έχει μια ευνοϊκή παρέμβαση του Μάριο Ντράγκι.
Νέο εσωκομματικό σκηνικό


Εν αναμονή των εξελίξεων σε όλα τα μέτωπα που η κυβέρνηση άνοιξε με τρόπο άκομψο και πολιτικά ακραίο, ένα νέο σκηνικό έχει διαμορφωθεί ήδη στο εσωτερικό της, αλλά και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.
Η εικόνα αυτή διαμορφώθηκε στο Συνέδριο της προηγούμενης εβδομάδας, όπου ο κ. Τσίπρας εμφανίστηκε αφενός ως κυρίαρχος εσωκομματικά με το σαρωτικό ποσοστό της επανεκλογής του, αφετέρου όμως φάνηκε ότι δεν έχει τον έλεγχο του κόμματος.
Η ισχυροποίηση του Ευκλ. Τσακαλώτου αλλά και η επιβράβευση προσώπων όπως ο Ν. Φίλης, ο Π. Σκουρλέτης, ο Π. Πολάκης, σε συνδυασμό με την επιβεβαίωση της εσωκομματικής επιρροής του Ν. Βούτση και την ενίσχυση της Ρένας Δούρου, έχουν διαμορφώσει ένα νέο σκηνικό που δείχνει ότι η επιβολή των όποιων αποφάσεων δεν θα είναι εύκολη δουλειά για τον κ. Τσίπρα στο προσεχές διάστημα.
Παράλληλα, ένα από τα στοιχεία που περιγράφουν μια νέα εσωκομματική πραγματικότητα είναι και ο αποκλεισμός από την ΚΕ κορυφαίων υπουργών όπως ο Γ. Σταθάκης και ο Χρ. Σπίρτζης (οι οποίοι προτίμησαν να μη θέσουν καν υποψηφιότητα).
Με βάση τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας της προηγούμενης Κυριακής (και εν αναμονή της ανάδειξης νέας ΠΓ και γραμματέα σήμερα), η τάση των 53+ έχει ισχυροποιηθεί σημαντικά, χωρίς αυτό να σημαίνει πολλά για την πολιτική ουσία, όσο για τη διεκδίκηση κομματικών ή κυβερνητικών αξιωμάτων. Αλλωστε, πρώτος σε ψήφους είναι ο κ. Τσακαλώτος, ο οποίος εισηγείται, ασκεί και έχει ενστερνιστεί τη σκληρότερη μνημονιακή πολιτική των τελευταίων ετών.
Φαίνεται πάντως πως η σημαντική ενίσχυση και η εκλογή στις πρώτες θέσεις και με πολλές εκατοντάδες ψήφους προσώπων που προέρχονται από την «ομάδα Μπανιά» (Βούτσης, Φίλης, Σκουρλέτης) επιβεβαιώνει όσους έλεγαν ότι νέες συμμαχίες σχηματίζονται στο εσωτερικό, με κύρια επιδίωξη τον έλεγχο του κόμματος.
Την ίδια στιγμή, όμως, οι εξελίξεις αυτές αναμένεται πως θα δεσμεύσουν και τον ίδιο τον κ. Τσίπρα εν όψει ανασχηματισμού και των επιλογών που καλείται να κάνει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ