«Κρίσεις υπερχρέωσης σαν τη δική μας αντιμετωπίζονται αυτόματα, χωρίς χρονοτριβή και με ριζοσπαστικό τρόπο, αλλιώς κακοφορμίζουν δημιουργώντας ανυπέρβλητα αδιέδοξα και επαναλαμβανόμενους φαύλους κύκλους, οι οποίοι συνήθως δεν έχουν θετική κατάληξη».
Η αναφορά είναι συγκεκριμένη. Ανήκει σε διακεκριμένο τραπεζίτη ο οποίος παρακολουθεί συστηματικά και από κοντά εδώ και χρόνια την πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη της μεγάλης κρίσης, του λεγόμενου «ελληνικού προβλήματος», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται στην Ευρώπη.

«Η διαχείριση του προβλήματος της χώρας είναι μια υπόθεση αλλεπάλληλων χαμένων ευκαιριών οι οποίες προσφέρθηκαν και αφέθηκαν στην τύχη τους»
επιμένει το ίδιο πρόσωπο, εκφράζοντας κατά τρόπο έντονο την ανησυχία του ότι και στην παρούσα πολιτική περίοδο βιώνουμε την απώλεια μιας ακόμη ευκαιρίας.
Και όντως το 2004 ο Κώστας Καραμανλής είχε προπαρασκευασμένη τη λύση και τον λαό έτοιμο να αποδεχθεί ένα προληπτικό πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης, οικονομικής αναδιάρθρωσης και μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο «κλώτσησε» εξαρχής την ευκαιρία, σπατάλησε κρίσιμο πολιτικό χρόνο, δεν έκανε εκείνα που είχε υποσχεθεί, για να οδηγηθεί πέντε χρόνια μετά σε πλήρες αδιέξοδο, αφήνοντας την «καυτή πατάτα» στον επόμενο.
«Λεφτά (δεν) υπάρχουν»


Ο Γιώργος Παπανδρέου ζούσε σε πλάνες και φανταζόταν, την ώρα που θέριευαν ελλείμματα και χρέη και οι αγορές έκλειναν τις πόρτες χρηματοδότησης, ότι «λεφτά υπάρχουν». Αλλά και όταν απεδέχθη το μοιραίο και κατάλαβε πως δεν υπήρχαν λεφτά παρά μόνο μνημόνια και μέτρα, δεν μπόρεσε να εφαρμόσει τα υπεσχημένα και κάποια στιγμή παρέδωσε την εξουσία.
Ηταν και η δράση της αντιπολίτευσης τόσο υπονομευτική –διακατέχονταν και οι αντιπολιτευόμενοι τον Παπανδρέου από αντίστοιχες πλάνες –και των εταίρων η ακαμψία τόσο διαβρωτική που δεν άφησαν κανένα περιθώριο επιτυχίας.
Η ευκαιρία της κυβέρνησης Παπαδήμου, της μόνης που σχετικά έγκαιρα έθεσε κάποιες βάσεις διαφυγής από το αδιέξοδο της κρίσης, αφαιρέθηκε σχεδόν βιαίως από την αδημονία του Αντώνη Σαμαρά να αναλάβει τα ηνία της χώρας.
Αυτοϋπονομευμένος και εκείνος από τα υπερφίαλα Ζάππεια, από τις πρώιμες κινήσεις πένθιμου πατριωτισμού και ψευδούς ηρωικής διαπραγμάτευσης, πάλεψε μεν αλλά στο τέλος προδόθηκε από την εξάρτηση που γεννά το λεγόμενο «πολιτικό κόστος», το οποίο όλοι αρνούνται μέχρι να υποκύψουν σ’ αυτό.
Για να ακολουθήσει η ευκαιρία Τσίπρα, η οποία, αφού πέρασε από σαράντα κύματα και χρειάστηκε να προσθέσει απίθανο κόστος στις πλάτες των ελλήνων πολιτών μέχρι να βρει κάποιον δρόμο, κινδυνεύει τώρα να χαθεί στα λασπόνερα των τηλεοπτικών αδειών και στα βάθη ενός ατέλειωτου διχασμού και μιας τυφλής σύγκρουσης όλων με όλους.
Μια χώρα σε ασφυξία


Αυτή τη στιγμή έπειτα από 20 μήνες διακυβέρνησης από το σχήμα του κ. Τσίπρα η ελληνική οικονομία είναι σε μεγάλο βαθμό φαλκιδευμένη. Οι φορολογούμενοι αντιμετωπίζουν σε μαζική κλίμακα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης φόρων και οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν σε ένα περιβάλλον περιορισμένης ζήτησης και πιστωτικής ανεπάρκειας. Και το κράτος, από τη μεριά του, πέραν του γεγονότος ότι έχει επιδοθεί σε ατελείωτο κυνήγι μαγισσών, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του προκειμένου να εμποδίσει ακόμη και ώριμες επενδύσεις.
Η αποδεδειγμένη πια εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης και των φορολογικών αρχών αποδιώχνει και διχάζει, δεν ενώνει ούτε κινητοποιεί. Δεν είναι λίγοι οι επιχειρηματίες που κλείνουν τα βιβλία τους στην Αθήνα και μεταφέρουν την έδρα των δραστηριοτήτων τους στο Λονδίνο και αλλού επειδή νιώθουν ότι η χώρα μας λατινοαμερικανοποιείται.

«Δεν θα γίνω όμηρος του ΣΔΟΕ και των οικονομικών εισαγγελέων, προτιμώ να φύγω από την Ελλάδα»
δήλωσε προσφάτως στην τράπεζά του γνωστός επιχειρηματίας της ναυτιλίας όταν ρωτήθηκε γιατί κλείνει εταιρικούς και προσωπικούς λογαριασμούς.
Θα έλεγε κανείς ότι η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει επαφή με την πραγματική οικονομία, δεν αντιλαμβάνεται πόσο οι αποφάσεις και οι επιλογές της επηρεάζουν συμπεριφορές και καθορίζουν οικονομικές και άλλες αποφάσεις, τόσο προσώπων όσο και επιχειρήσεων. Και δεν κατανοούν επίσης ότι ειδικά στην οικονομία το 60% είναι κλίμα και εμπιστοσύνη.
Οταν το κλίμα επιδεινώνεται και η εμπιστοσύνη χάνεται πέφτει και η οικονομική δραστηριότητα και το ενδιαφέρον για επενδύσεις, για δουλειές εξαφανίζεται. Κακά τα ψέματα, η Ελλάδα έχει βγει από τον χάρτη των διεθνών επενδύσεων. Ολοι αντιλαμβάνονται τη χώρα μας σαν απαγορευμένη ζώνη, σαν μια περιοχή που υψώνει τείχη και δεν ευνοεί τις επενδύσεις.
Αποστροφή στις επενδύσεις


Αυτό είναι ίσως και το μεγαλύτερο πραγματικό πρόβλημα της κυβέρνησης Τσίπρα. Οι υπουργοί της είναι εχθρικοί προς τις επενδύσεις, αντιμετωπίζουν τους πάντες με καχυποψία, έχουν την εντύπωση οτι πρόκειται για αρπακτικά που επιβουλεύονται την εθνική περιουσία και θέλουν να την αρπάξουν έναντι πινακίου φακής.
Παραγνωρίζουν ωστόσο τις ανάγκες της κοινωνίας. Δεν αντιλαμβάνονται ότι βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από τα βασικά αιτήματα του ελληνικού λαού που δεν είναι άλλα από αυτά της διαμόρφωσης ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη και της δημιουργίας νέων θέσεων έργασίας.
Οι Ελληνες δεν ζητούν τίποτε άλλο σήμερα πέρα από δουλειές και απασχόληση. Πρόκειται για πάνδημο αίτημα, το οποίο δυστυχώς δεν έχει γραμμένο στα βιβλία της η κυβέρνηση.
Αλλα την απασχολούν, μικρά και απόμακρα, όπως οι άδειες, η απόκτηση επιρροής και ισχύος, που πολύ απέχουν από τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Γι’ αυτό και βυθίζεται στη συνείδηση των πολιτών. Σήμερα οι περισσότεροι αποστρέφουν την κεφαλή τους, δεν θέλουν να διασταυρωθούν τα βλέμματά τους με εκείνα των κυβερνώντων.
Η άρνηση αυτή δηλώνει βαθιά περιφρόνηση για το ανεκπλήρωτο των προσδοκιών και για το μέγα ψεύδος του Παππά, του Κατρούγκαλου και τόσων άλλων που άλλα έταζαν και άλλα έκαναν.
Πράγμα που σημαίνει ότι προϊόντος του χρόνου η κυβέρνηση θα αδυνατίζει, δεν θα δύναται να δράσει, να επιδράσει και να κινητοποιήσει. Θα μαραζώνει και μαζί της θα μαραζώνει κάθε ελπίδα προόδου και προκοπής.
Στο τέλος και αυτή η ευκαιρία που εμφανίστηκε μετά φανών και λαμπάδων και κόστισε μερικές δεκάδες δισ. ευρώ κινδυνεύει να χαθεί αφήνοντας πίσω της συντρίμμια. Τα οποία πολλοί αμφιβάλλουν αν θα μπορέσει να μαζέψει ο επερχόμενος Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο μεγάλος κίνδυνος


Μέγας είναι ο κίνδυνος φεύγοντας ο κ. Τσίπρας να έχει αφήσει την Ελλάδα χωρίς πρόγραμμα βοήθειας, δίχως να έχει καταφέρει να βγει στις αγορές, δηλαδή χωρίς πρόσβαση σε διεθνή χρηματοδότηση και με τις τράπεζες ακάλυπτες, φορτωμένες με «κόκκινα» δάνεια στις πλάτες τους να ζητιανεύουν νέα κεφάλαια προς κάλυψη των ζημιών τους.
Θα πρόκειται για την απόλυτη καταιγίδα από την οποία ουδείς θα μπορεί να τη σώσει, όσες καλές προθέσεις κι αν έχει, όσες δυνάμεις κι αν διαθέτει. Για να επιβεβαιωθεί έτσι το αρχικώς ρηθέν: ότι κρίσεις σαν την ελληνική αντιμετωπίζονται σε πρώτο χρόνο, χωρίς παλινωδίες και καθυστερήσεις. Επειτα από επτά χρόνια παραμονής σε κρίση τίποτε δυστυχώς δεν εγγυάται την έξοδο απ’ αυτήν…

ΣΕ ΛΑΘΟΣ ΔΡΟΜΟ
Η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει επαφή με την πραγματική οικονομία, δεν αντιλαμβάνεται πόσο οι αποφάσεις και οι επιλογές της επηρεάζουν συμπεριφορές και καθορίζουν οικονομικές και άλλες αποφάσεις, τόσο προσώπων όσο και επιχειρήσεων.

Οι υπουργοί είναι εχθρικοί προς τις επενδύσεις, αντιμετωπίζουν τους πάντες με καχυποψία, έχουν την εντύπωση ότι πρόκειται για αρπακτικά που επιβουλεύονται την εθνική περιουσία.

Στο τέλος και αυτή η ευκαιρία που εμφανίστηκε μετά φανών και λαμπάδων και κόστισε μερικές δεκάδες δισ. ευρώ κινδυνεύει να χαθεί αφήνοντας πίσω της συντρίμμια.

Μέγας είναι ο κίνδυνος φεύγοντας ο κ. Τσίπρας να έχει αφήσει την Ελλάδα χωρίς πρόγραμμα βοήθειας, δίχως να έχει καταφέρει να βγει στις αγορές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ