Στη Βιέννη στρέφονται σήμερα οι προβολείς της δημοσιότητας. Έντεκα χώρες της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης προσπαθούν να βρουν κοινή γραμμή στο προσφυγικό. Το «παρών» δίνει και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Με την κεντρική θέση του ότι το ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα των χωρών πρώτης υποδοχής, ούτε ως πρόβλημα των χωρών του βαλκανικού δρόμου, αλλά συλλογικά, με αλληλεγγύη και δίκαιη κατανομή των βαρών, προσήλθε ο Αλέξης Τσίπρας στη «μίνι» Σύνoδο Κορυφής στη Βιέννη για το Μεταναστευτικό.

Ο πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, κάλεσε όποια χώρα έχει ενστάσεις και πιστεύει ότι πρέπει να υπάρξουν επαναπροωθήσεις στη θάλασσα, «να το θέσει ανοιχτά στα ευρωπαϊκά όργανα και στη Frontex».

Κατά την παρέμβασή του επισήμανε ότι «η Ελλάδα προσέρχεται στη Σύνοδο για να καταθέσει τις δικές της θέσεις, ως χώρα που σηκώνει πολύ μεγάλο μέρος του βάρους διαχείρισης της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης».

Σημείωσε ότι «το ζήτημα της διαχείρισης των Προσφυγικών και Μεταναστευτικών ροών, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα των χωρών πρώτης υποδοχής, ούτε ως πρόβλημα των χωρών του βαλκανικού δρόμου, ο οποίος άλλωστε έκλεισε με μονομερείς κινήσεις κάποιων χωρών».

Υπογράμμισε ότι αντίθετα «είναι ζήτημα που αφορά σε πολύ μεγάλο βαθμό όλες τις χώρες στις οποίες οι ροές αυτές κατευθύνονται και επομένως πρέπει να αντιμετωπιστεί συλλογικά, με αλληλεγγύη και δίκαιη κατανομή των βαρών».

Τόνισε, δε, ότι «επίσης πρέπει να αντιμετωπιστεί με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο» και πως «αυτό άλλωστε τονίσαμε και στον ΟΗΕ στις δύο Διασκέψεις για το Μεταναστευτικό».

Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε και στο ζήτημα της εφαρμογής της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, υπογραμμίζοντας ότι «είναι καθοριστική για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης».

Για αυτό είναι αναγκαίο:

Η Τουρκία να εντείνει τις ενέργειές της για τον περιορισμό των παράνομων μεταναστευτικών ροών. Η ελληνική πλευρά τονίζει ότι είναι ευχαριστημένη από τη συνεργασία της με την Τουρκία.
Η Ευρώπη να επιταχύνει την υλοποίηση της Συμφωνίας στο ζήτημα της βίζας, -με παράλληλη τήρηση του Οδικού Χάρτη από την Τουρκία- και παροχή οικονομικής βοήθειας στην Τουρκία για την διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος.
Να επιταχυνθεί ραγδαία, επιτέλους, η διαδικασία μετεγκαταστάσεων προσφύγων, διαδικασία που παρά τις δεσμεύσεις, έχει μέχρι σήμερα πολύ χαμηλούς ρυθμούς υλοποίησης (περίπου 4.000 από τους 66.000). Επίσης, να αυξηθούν οι ρυθμοί επανεγκατάστασης από την Τουρκία.
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε, επίσης, ότι απαιτείται στήριξη της χώρας μας στο ζήτημα της εξέτασης αιτήσεων ασύλου, επισημαίνοντας ότι η Υπηρεσία Ασύλου στην Ελλάδα, ιδρύθηκε πριν τρία χρόνια και, σήμερα, αντιμετωπίζει τον 4ο μεγαλύτερο φόρτο αιτήσεων ασύλου στην Ευρώπη.

Επισήμανε, επιπλέον, ότι το Ευρωπαϊκό Γραφείο για το ‘Άσυλο (EASO) έχει δεσμευτεί για αποστολή 400 εξειδικευμένων στελεχών στα ελληνικά νησιά, και εξ αυτών βρίσκονται εκεί μόλις 19. Η Ελλάδα έχει υποβάλλει δυο αιτήματα για αποστολή 60 και 80 στελεχών της EASO, στα οποία δεν έχει υπάρξει μέχρι στιγμής ανταπόκριση, τόνισε ο κ. Τσίπρας.

Τέλος, αναφέρθηκε στην ανάγκη θέσπισης Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Επιστροφών ανάμεσα στην ΕΕ και τις χώρες προέλευσης, για επιστροφές όσων δεν δικαιούνται άσυλο.

«Είναι απαράδεκτο και σε αυτόν τον τομέα το βάρος να πέφτει στις χώρες πρώτης γραμμής» κατέληξε.

Στην αυστριακή πρωτεύουσα είχε αποφασιστεί τον Φεβρουάριο το «τέλος» του βαλκανικού διαδρόμου για τους πρόσφυγες που επιχειρούσαν να φτάσουν στην κεντρική Ευρώπη μέσω Τουρκίας, Ελλάδας και Σερβίας. Κάποιοι πιστεύουν ότι στην ίδια πόλη θα μπορούσε να επισφραγιστεί σήμερα το οριστικό τέλος της γενναιόδωρης πολιτικής για το προσφυγικό.

Οικοδεσπότης είναι ο νέος καγκελάριος της Αυστρίας, ο σοσιαλδημοκράτης Κρίστιαν Κερν, ο οποίος έχει προσκαλέσει ομολόγους του από 10 χώρες της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης- μεταξύ αυτών και τη Γερμανίδα καγκελάριο. Πιθανότατα η Άγκελα Μέρκελ θα επιδιώξει ρόλο διαμεσολαβητή σε αυτή τη σύνοδο κορυφής, καθώς, από τότε που ξέσπασε η προσφυγική κρίση, διατηρεί μία ιδιαίτερη σχέση με την αυστριακή ηγεσία.

Πριν από έναν χρόνο η καγκελάριος φαινόταν μάλιστα να βρίσκεται σε αγαστή σύμπνοια με τον προκάτοχο του Κερν, Βέρνερ Φάιμαν. Αν και προέρχονταν από διαφορετικά πολιτικά «τρατόπεδα, Μέρκελ και Φάιμαν είχαν συμφωνήσει, εν μία νυκτί, να επιτρέψουν την έλευση χιλιάδων προσφύγων, χωρίς ιδιαίτερες γραφειοκρατικές διαδικασίες.

Ωστόσο, μετά από λίγους μήνες ο Φάιμαν βρέθηκε υπό ασφυκτική πίεση στο εσωτερικό της χώρας, αποστασιοποιήθηκε από τη συμπεφωνημένη κοινή γραμμή με τη Μέρκελ και τελικά αναγκάστηκε να παραιτηθεί λόγω των συνεχώς εντεινόμενων εσωκομματικών αντιπαραθέσεων. Από την πλευρά της, η καγκελάριος συνέχισε την πολιτική της, αντιμετωπίζοντας αντιστάσεις στο ίδιο της το κόμμα, αλλά και εκτός συνόρων. Οι άοκνες προσπάθειές της για διατήρηση της ευρωπαϊκής συνοχής δεν οφείλονται μόνο στην ανάγκη επίλυσης του προσφυγικού, αλλά και στη δύσκολη συγκυρία του Brexit, που προκαλούσε ανησυχίες για περαιτέρω διαίρεση της Ευρώπης.

Στο μεταξύ ο νέος καγκελάριος της Αυστρίας προσπαθεί να χτίσει το δικό του ηγετικό προφίλ, με τη βοήθεια και των μέσων ενημέρωσης. Η σκληρή γραμμή της Βιέννης στο προσφυγικό ζήτημα φαίνεται ότι παραμένει, αν και ο Κερν προσπαθεί να την περιτυλίξει σε πιο ήπιες διατυπώσεις. Η πρώτη σύνοδος κορυφής της Βιέννης για το προσφυγικό τον Φεβρουάριο, στην οποία δεν συμμετείχε η Ελλάδα, αλλά ούτε η Γερμανία, είχε ουσιαστικά τερματίσει τον αποκαλούμενο βαλκανικό διάδρομο.

Στη σημερινή σύνοδο δεν αναμένονται τόσο ρηξικέλευθες αποφάσεις. Ωστόσο, η Αυστρία επιμένει σε μία συνταγή που προβλέπει καλύτερη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, σε συνδυασμό με την παροχή οικονομικής βοήθειας στις χώρες προέλευσης των προσφύγων.

Το σημαντικό είναι να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και οι χώρες που επωμίζονται το κύριο βάρος της προσφυγικής κρίσης, ώστε κανείς να μην έχει την αίσθηση ότι γίνονται συμφωνίες ερήμην του. Σε αυτό το σημείο θα επιμείνει και η Άγκελα Μέρκελ. Το παρών δίνουν στη Βιέννη, μεταξύ άλλων, η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Σερβία, ο επίτροπος για θέματα μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος, αλλά και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.

Κυβερνητικοί κύκλοι στο Βερολίνο δηλώνουν στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) ότι σήμερα η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική σε σχέση με αυτό που συνέβαινε πριν από έναν χρόνο, καθώς έχει μειωθεί αισθητά ο αριθμός των προσφύγων που φτάνουν στην κεντρική Ευρώπη μέσω της βαλκανικής οδού.

Ασφαλώς, αυτό οφείλεται και στην πολιτική απομόνωσης και εκφοβισμού που ακολουθεί η Ουγγαρία. Η γερμανική κυβέρνηση από τη μία πλευρά αντιμετωπίζει με κριτική διάθεση τη στάση της Ουγγαρίας, αλλά από την άλλη πλευρά επωφελείται από το κλείσιμο των συνόρων, όπως άλλωστε και η Αυστρία.

Ωστόσο, τα δεδομένα αυτά μπορούν να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό ο αυστριακός καγκελάριος και οικοδεσπότης της συνόδου θέλει να παραμείνει, τουλάχιστον στη χώρα του, ένα ανώτατο ετήσιο όριο στον αριθμό των προσφύγων που επιτρέπεται να εισέλθουν.

Για φέτος η Αυστρία είχε δηλώσει ότι ο αριθμός αυτός ανέρχεται σε 37.500, ενώ μέχρι τα τέλη Αυγούστου είχαν ήδη υποβάλει αίτηση για άσυλο 26.400 άνθρωποι. Μόλις συμπληρωθεί το προβλεπόμενο όριο η Αυστρία θα κλείσει τα σύνορα για τους πρόσφυγες. Με απρόβλεπτες συνέπειες για τις γειτονικές χώρες, που θα αντιμετωπίσουν έναν νέο συνωστισμό προσφύγων και μεταναστών.