Στην κοινοτική αργκό, ο όρος «πολυκρίση» έχει χρησιμοποιηθεί τα τελευταία δύο χρόνια για να περιγράψει τις συνεχείς κρίσεις που η Ευρωπαϊκή Ενωση κλήθηκε να χειριστεί. Σήμερα, η ΕΕ αναζητεί απεγνωσμένα βηματισμό μετά το σοκ του Brexit, πιθανότατα της σημαντικότερης των κρίσεων, που μπορεί ακόμη και να διαρρήξει όλο τον κοινοτικό ιστό. Σε αυτή την τόσο ευαίσθητη συγκυρία, όμως, η ισχυρότερη πολιτική προσωπικότητα της Ευρώπης μοιάζει να βρίσκεται στη δυσκολότερη στιγμή της πολιτικής της πορείας. Η Ανγκελα Μέρκελ, η καγκελάριος της Γερμανίας, υπήρξε τα τελευταία χρόνια ο άνθρωπος που έλαβε ή διαμόρφωσε τις κρίσιμες αποφάσεις. Στην ελληνική κρίση, στο Ουκρανικό, στο Προσφυγικό, η «Mutti» υπήρξε ηγέτις-κλειδί. Σήμερα, μοιάζει περισσότερο αποδυναμωμένη από ποτέ, αν και δεν έχει πέσει νοκ άουτ.
Η κατακόρυφη άνοδος της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) στις τοπικές εκλογές του κρατιδίου Μεκλεμβούργο – Δυτική Πομερανία πριν από μία εβδομάδα ήταν το ισχυρότερο πλήγμα στην καμωμένη από «πολιτικό τεφλόν» πανοπλία της. Η εκ δεξιών αμφισβήτησή της έχει οδηγήσει πολλούς να ρίξουν τίτλους τέλους στην πολιτική σταδιοδρομία της. Το βασικότερο πρόβλημα είναι ότι δύσκολα θα μπορέσουν να ληφθούν αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο με μία Μέρκελ είτε αποδυναμωμένη είτε και εκτός μάχης. Ουδείς άλλος ηγέτης έχει επιδείξει δυνατότητα διαμόρφωσης πολιτικών αποφάσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Τούτο αποδεικνύεται από όσα έχουν λάβει χώρα τις τελευταίες εβδομάδες εν όψει της άτυπης συνάντησης των «27» (χωρίς τη Βρετανία) κρατών-μελών της ΕΕ την Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου στην Μπρατισλάβα.
Την ώρα που η γερμανίδα καγκελάριος έχει συναντηθεί σχεδόν με όλους τους ηγέτες της ΕΕ, οι ηγέτες των άλλων μεγάλων χωρών εμφανίζονται καθηλωμένοι. Ο Φρανσουά Ολάντ, δραματικά αποδυναμωμένος, δίνει μάχη οπισθοφυλακών για το αν θα είναι ή όχι υποψήφιος στις προσεχείς προεδρικές εκλογές. Ο Ματέο Ρέντσι είναι δέσμιος του προσεχούς δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση που έχει συνδέσει με την επιβίωση της κυβέρνησής του. Η Ισπανία έχει βυθιστεί σε ακυβερνησία.
Την ίδια στιγμή, άλλες πρωτοβουλίες λειτουργούν μάλλον φυγόκεντρα παρά ενισχυτικά της ευρωπαϊκής ενότητας. Η «ομάδα του Βίζεγκραντ», με… πρώτο βιολί τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν, θέλει επαναπατρισμό εξουσιών σε εθνικό επίπεδο. Την Παρασκευή οργανώθηκε στην Αθήνα μια συνάντηση των χωρών του αποκαλούμενου «ευρωπαϊκού Νότου» που αναμφίβολα λειτουργεί απέναντι σε έναν «ευρωπαϊκό Βορρά». Ωστόσο, η «ομάδα του Νότου» ταλανίζεται αυτή την περίοδο από σοβαρότατα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα που προφανώς μειώνουν το εκτόπισμά της σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν προστεθεί και η όξυνση του αντιευρωπαϊσμού/λαϊκισμού, με την έμφαση στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας, αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι προκλήσεις για την ΕΕ είναι τεράστιες.

Σύνοδος προβληματισμού
Σε αυτό το πλαίσιο, η συνάντηση της Μπρατισλάβας έχει μια ιδιομορφία. Αυτό το παραδέχονται όλοι οι κοινοτικοί παράγοντες με τους οποίους συνομίλησε «Το Βήμα» τις τελευταίες ημέρες. Καταβάλλεται προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι σχετικά με τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ενώ η βασική επιδίωξη είναι η επίδειξη ενότητας και η διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη για τα επόμενα βήματα. Ο χάρτης αυτός έχει ως καταληκτικό ορίζοντα τον προσεχή Μάρτιο. Τότε συμπληρώνονται 60 χρόνια από τη Συνθήκη της Ρώμης, τη ληξιαρχική πράξη γέννησης της ΕΟΚ. Λογικά, δεν πρόκειται να υπάρξει κοινό ανακοινωθέν, αλλά ίσως μία δήλωση από τον Ντόναλντ Τουσκ.
Η επίδειξη ενότητας θα είναι από μόνη της επίτευγμα, αν συνειδητοποιήσει κάποιος τον κατακερματισμό και τις ομαδοποιήσεις στους κόλπους των κρατών-μελών. Παράλληλα, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι οι «27» θα προσπαθήσουν να μην αναλωθούν σε συζητήσεις αποκλειστικά για το βρετανικό ζήτημα, από τη στιγμή που το ίδιο το Λονδίνο μοιάζει αναποφάσιστο σχετικά με το τι επιδιώκει σε ό,τι αφορά τη μελλοντική σχέση του με την ΕΕ. Η βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι επανέλαβε πρόσφατα στον Ντόναλντ Τουσκ ότι επιδιώκει ένα «ομαλό διαζύγιο». Παραμένουν όμως ασαφείς οι παράμετροι των βρετανικών αιτημάτων –υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα ενεργοποιηθεί το, περιβόητο πλέον, Αρθρο 50 στις αρχές του επόμενου έτους. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Brexit δεν θα συζητηθεί. Θα αναζητηθούν όμως κι άλλοι τομείς συνεργασίας και θα επιδιωχθεί να μην υπάρξει οπισθοδρόμηση σε υπάρχοντες τομείς.
Μέσα σε αυτόν τον θολό ορίζοντα, η Ανγκελα Μέρκελ ανέλαβε τις τελευταίες εβδομάδες ενεργό διπλωματικό ρόλο στην προσπάθειά της να συνθέσει τις απόψεις των υπόλοιπων κρατών-μελών. Η γερμανίδα καγκελάριος έκανε δύο περιοδείες και δύο συνάξεις. Αρχικώς επισκέφθηκε τις τέσσερις χώρες της «ομάδας του Βίζεγκραντ» (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία). Στη συνέχεια, είδε μέσα σε μία ημέρα άλλες δύο τετράδες ηγετών (αρχικά της Δανίας, της Φινλανδίας, της Ολλανδίας, της Σουηδίας και στη συνέχεια από Αυστρία, Βουλγαρία, Κροατία, Σλοβενία). Μόλις προχθές, Παρασκευή, επισκέφθηκαν τη Γερμανία οι ηγέτες Βελγίου, Λουξεμβούργου, Ρουμανίας, και σήμερα, Κυριακή, θα συναντηθούν με την καγκελάριο οι ηγέτες Λετονίας, Λιθουανίας, Μάλτας, Κύπρου, Πορτογαλίας.
Δύο είναι οι τομείς στους οποίους θα δοθεί έμφαση στην Μπρατισλάβα. Ο πρώτος είναι η εσωτερική και η εξωτερική ασφάλεια. Ο δεύτερος είναι η ανάπτυξη και η απασχόληση (κυρίως της νεολαίας), χωρίς φυσικά «να ξηλωθεί το πουλόβερ» της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, η εσωτερική διάσταση σχετίζεται με την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, αλλά και με την ενίσχυση της προστασίας των εξωτερικών συνόρων βάσει και της νεοσυσταθείσας Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Ωστόσο, έχει σημειωθεί το τελευταίο διάστημα έντονη κινητικότητα στην εξωτερική διάσταση και συγκεκριμένα στον τομέα της άμυνας. Είναι ένα ζήτημα στο οποίο δίνει μεγάλη έμφαση το Παρίσι αλλά και η Ρώμη, η οποία έχει το επιπλέον πλεονέκτημα της παρουσίας ως ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική της Φεντερίκα Μογκερίνι.
Η κυρία Μογκερίνι παρουσίασε σχετικό έγγραφο στο πρόσφατο άτυπο συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών, τις βασικές γραμμές του οποίου περιέγραψε σε συνέντευξή της στη «La Repubblica». Τέσσερα είναι τα σημεία στα οποία επικέντρωσε την προσοχή της. Πρώτον, η ύπατη εκπρόσωπος σημείωσε ότι πρέπει να ενεργοποιηθούν οι ομάδες μάχης, πολυεθνικές δυνάμεις που, αν και επιχειρησιακά έτοιμες από το 2007, δεν έχουν ποτέ χρησιμοποιηθεί.

Δεύτερον, ανέδειξε τη δυνατότητα να μπορεί μια ομάδα κρατών να αναλάβει δράση σε θέματα άμυνας χωρίς απαραίτητα τη συναίνεση όλων. Πρόκειται για πρόβλεψη που υπάρχει στη Συνθήκη της Λισαβόνας και επίσης δεν έχει αξιοποιηθεί. Τρίτον, πρότεινε τη δημιουργία μιας κοινής πολιτικο-στρατιωτικής δομής, ενός είδους κοινού αρχηγείου, που θα συντονίζει τις επιχειρήσεις της ΕΕ, τρέχουσες και μελλοντικές. Τέταρτον, την ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα των αμυντικών επενδύσεων, προφανώς με την προώθηση κοινών projects που θα αποτρέψουν την κατασπατάληση πόρων και θα μπορούσαν να δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακας.

Είναι σαφές ότι τα σχέδια είναι φιλόδοξα και σίγουρα η Γαλλία θα ήθελε να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο. Με τη Βρετανία να μην μπορεί πλέον να εμποδίσει την ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού αμυντικού πυλώνα, το Παρίσι διαβλέπει την ευκαιρία. Δεν είναι όμως ξεκάθαρο αν η Γερμανία θεωρεί την κατάσταση με τον ίδιο τρόπο. Το Βερολίνο έχει αποφασίσει ότι πρέπει να αναλάβει σημαντικότερο ρόλο σε θέματα άμυνας, αλλά στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού πυλώνα εντός ΝΑΤΟ, όχι παράλληλα σε αυτό. Υπάρχουν δε χώρες, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης, που δίνουν προτεραιότητα στο ΝΑΤΟ, ενώ ταυτίζουν την άμυνα με άλλα ζητήματα, όπως η προστασία των εξωτερικών συνόρων.
Η έμφαση στην ανάπτυξη και στην απασχόληση δεν αποτελεί έκπληξη. Αλλωστε, δεν αναμένονται δραματικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο ευρωζώνης πέρα από μια αρχική συζήτηση για τη δημιουργία ενός ταμείου για την απορρόφηση κρίσεων. Στο ζήτημα της ανάπτυξης μοιάζει να συγκρούονται δύο σχολές. Η πρώτη είναι αυτή της επιστροφής σε πιο προστατευτικές πολιτικές, ιδιαίτερα στο εμπόριο. Οι πρόσφατες επιθέσεις εναντίον της Διατλαντικής Συμφωνίας Εμπορίου (ΤΤΙΡ) από τον γερμανό αντικαγκελάριο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και φυσικά από τη Γαλλία είναι ενδεικτικές. Αυτό το μπλοκ, μετά το Brexit, εμφανίζεται ενισχυμένο. Η άλλη σχολή είναι εκείνη που ομιλεί για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ανταγωνιστικότητα. Η Ανγκελα Μέρκελ υποστηρίζει αυτή τη σχολή.
Σύμπνοια φαίνεται ότι υπάρχει στον διπλασιασμό του επενδυτικού «πακέτου Γιούνκερ» και όπως φαίνεται ο ίδιος ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ θα αναφερθεί σε αυτό κατά την ομιλία του για την «Κατάσταση της Ενωσης» την Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Λύσεις θα αναζητηθούν για την αντιμετώπιση της ανεργίας που παραμένει πανευρωπαϊκά σε επίπεδα άνω του 10%, ενώ στους νέους είναι πολύ υψηλότερη. Είναι ενδεικτικό ότι το Σχέδιο Εγγύησης για την Ευρωπαϊκή Νεολαία δεν βρήκε χρηματοδότηση για το 2016 ώστε νέοι να μπορούν εντός έξι μηνών να εργαστούν ή να εκπαιδευθούν.

Τι θέλουν οι Βρετανοί;

Οι «27» δεν επιθυμούν να αναλωθούν σε συνομιλίες επί του Brexit στις Βρυξέλλες. Διπλωματική πηγή ευρωπαϊκής χώρας έλεγε στο «Βήμα» ότι «οι Βρετανοί ακόμη δεν ξέρουν τι θέλουν και επομένως πρέπει να τους περιμένουμε». Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι στο παρασκήνιο δεν γίνεται καμία τεχνική προετοιμασία. Το ερώτημα είναι πώς θα συνδυαστούν δύο φαινομενικά αντίθετα ζητήματα: πρώτον, πώς το Λονδίνο θα παραμείνει στην Ενιαία Αγορά, δεύτερον, πώς αυτό θα μπορούσε να συνδυαστεί με την επιβολή περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων.

Αυτό που ανησυχεί αρκετούς στις Βρυξέλλες και σε ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι αυτό που περιέγραψε ο Μουχτάμπα Ραχμάν, αναλυτής του Eurasia Group, σε ανάλυσή του. Υπάρχει η αίσθηση ότι η Βρετανία δεν θέλει να ενεργοποιήσει το άρθρο 50 προτού αποκτήσει μια εικόνα για το ποιο θα είναι το πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία. Κάτι τέτοιο δεν μοιάζει όμως πιθανό, διότι θα λειτουργούσε διαιρετικά για την ΕΕ. Αλλωστε, αν το Λονδίνο πραγματικά επιθυμεί κάτι τέτοιο, αυτό συμβαίνει διότι δεν έχει ακόμη καταλήξει ποιο μοντέλο εμπορικής σχέσης επιθυμεί να έχει με την ΕΕ –ζήτημα περίπλοκο και κομβικής σημασίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ