Σεισμός που συγκλονίζει συθέμελα την Ευρώπη, φέρνοντας στην επιφάνεια και τα βαθιά ρήγματα μέσα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήταν η νίκη του Brexit σε ένα δημοψήφισμα που δίχασε από την αρχή τη χώρα. Χωρίζοντας σε διαφορετικά στρατόπεδα τους νεότερους, πιο εύπορους και κοσμοπολίτες αστούς Βρετανούς εναντίον των ηλικιωμένων, των φτωχότερων και λιγότερο μορφωμένων στις αγροτικές και μεταβιομηχανικές περιοχές.
Είναι αυτή η ίδια σύγκρουση –οι ελίτ εναντίον του «νέου προλεταριάτου» –που έχει πυροδοτήσει την αναβίωση του εθνικισμού και των λαϊκιστικών ακροδεξιών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και την ενίσχυση των αριστερών κοινωνικών κινημάτων που εκφράζονται από τους Podemos στην Ισπανία μέχρι τον Δημοκρατικό αμερικανό γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς.
Πολίτες θυμωμένοι με την οικονομική τους ανασφάλεια, τη στασιμότητα ή την πτώση του βιοτικού τους επιπέδου και την απώλεια θέσεων εργασίας κατηγορούν το υπερκράτος των Βρυξελλών, τους «υπηρέτες του» ντόπιους πολιτικούς, αλλά και τους πρόσφυγες και μετανάστες που φθάνουν στις ακτές τους.
Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP), που πρωτοστατεί εδώ και χρόνια στον αγώνα για την αποχώρηση από την ΕΕ, ήταν σε ιδανική θέση για να μετατρέψει αυτές τις απογοητεύσεις, τους φόβους και την οργή σε πολιτικές νίκες, πρώτα στις ευρωεκλογές και τώρα στο δημοψήφισμα.
Επί τέσσερις μήνες, η πολιτική συζήτηση ήταν γεμάτη ρητορείες, ξενοφοβία, στεγνές τεχνοκρατικές εξαγγελίες και μια γενναία δόση παραπληροφόρησης. Ερευνα από την Ipsos-MORI αποκάλυψε ότι οι βρετανοί ψηφοφόροι έχουν περιορισμένη γνώση για το πώς λειτουργεί η ΕΕ και την τάση να υπερεκτιμούν κατά πολύ τον αριθμό των μεταναστών που έχουν εγκατασταθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και το μέγεθος της συμβολής τους στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
«Οχι» στο κατεστημένο


Η ψήφος για το Brexit ήταν επίσης στα μάτια των οπαδών του μια γροθιά ενάντια στο «κατεστημένο», το εγχώριο και των Βρυξελλών, ένα «Οχι» στην εξουσία των πολιτικών ελίτ την εποχή της οικονομικής κρίσης και της οδυνηρά αργής ανάκαμψης.
Για πολλούς ψηφοφόρους του «Εξω», που είναι δυσανάλογα χαμηλότερης μόρφωσης και οικονομικής ισχύος από τους οπαδούς του Bremain, οι ψυχροί υπολογισμοί για την οικονομική «χασούρα» σε περίπτωση εξόδου, καθώς και τα στοιχεία που παρουσίαζε το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών για την απώλεια εισοδήματος, απλώς χρησιμεύουν ως μία ακόμη απόδειξη τού πόσο αδιάφορες και απόμακρες είναι οι ελίτ στις κραυγές των μη εχόντων. Η ψήφος κατά της ΕΕ έγινε έτσι κραυγή ενάντια σε εκείνους στην κορυφή που έχουν ευημερήσει από τις αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία σε βάρος τους.
Αλλά ακόμη και η γεωγραφία της ψήφου ερμηνεύεται με οικονομικά και ταξικά κοινωνικά κριτήρια: τα προπύργια της εκστρατείας τού «Μέσα» ήταν η Βόρεια Ιρλανδία, η οποία λαμβάνει ετησίως πολλά ευρωπαϊκά κονδύλια, η Σκωτία, το Λονδίνο και τα πλουσιότερα τμήματα της Βρετανίας. Αντίστοιχα, σε λιγότερο εύπορες περιοχές, όπως τα Ιστ Μίντλαντς και το Γιόρκσιρ, αλλά και σε περιοχές με μεγάλη μετανάστευση, όπως η Ιστ Ανγκλια, το Brexit εμφάνισε τα υψηλότερα ποσοστά.
«Μέσα» το Λονδίνο


Ποιοτικές έρευνες της ψήφου αποκάλυψαν ότι οι φτωχότεροι και οι μεγαλύτερης ηλικίας ψηφοφόροι υποστήριξαν μαζικά την έξοδο. Και είναι αυτοί που, κατά κύριο λόγο, δηλώνουν ότι τους ανησυχεί τόσο το αυξημένο μεταναστευτικό ρεύμα όσο και οι οικονομικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, στις οποίες εστίασε η εκστρατεία Vote Leave. Αντίθετα, το κοσμοπολίτικο Λονδίνο, η παγκόσμια μητρόπολη των 8,6 εκατομμυρίων κατοίκων, ψήφισε συντριπτικά υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, σε ποσοστό περίπου 60%. Χρηματοπιστωτικό και οικονομικό κέντρο της Βρετανίας, το Λονδίνο έβλεπε την ιδιότητα του μέλους στην ΕΕ ως προνόμιο για την επιχειρηματική δράση και την ελεύθερη κυκλοφορία σε όλη την Ευρώπη.
Οι νέοι ηλικίας 18-24 υποστήριξαν σε ποσοστό άνω του 60% την παραμονή, αλλά όσο αυξάνεται η ηλικία, τόσο μειώνεται η στήριξη στην ΕΕ. Οι Βρετανοί άνω των 65 ετών υποστήριξαν την έξοδο, εκτιμώντας σε ποσοστό γύρω στο 70% ότι αν η χώρα μείνει στην ΕΕ κινδυνεύει από «ανεξέλεγκτη» μετανάστευση. Τέλος, δύο στους τρεις ψηφοφόρους του Brexit πιστεύουν ότι η εκστρατεία υπέρ της παραμονής βασίστηκε στη «στρατηγική του φόβου». Και λένε ότι ήταν «στημένη» από το πολιτικό και επιχειρηματικό κατεστημένο, από υπερόπτες ευρωπαϊστές, ξένες τράπεζες και μεγάλα συμφέροντα, με στόχο να τρομοκρατήσει τον λαό για το πώς θα είναι η ζωή εκτός της ΕΕ.
ΧΑΡΤΗΣ
Μια ματιά στον χάρτη είναι εξίσου αποκαλυπτική. Δείχνει ότι το Brexit ήταν μια νίκη για την ύπαιθρο και την περιφέρεια επί των πόλεων, ιδιαίτερα στην Αγγλία. Το Λονδίνο, το Μάντσεστερ, το Μπρίστολ, το Λέστερ, το Λιντς και το Λίβερπουλ – τα μητροπολιτικά κέντρα – ψήφισαν υπέρ της παραμονής, ενώ στις αγροτικές περιοχές σάρωσε το «Εξω».

Αντρέα Τέτι, Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία
«Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο είναι μια μακρινή ανάμνηση»

«Θα ήταν θαύμα αν κέρδιζε το «Μέσα»»
λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο δρ Αντρέα Τέτι, διευθυντής του Κέντρου για την Παγκόσμια Ασφάλεια και τη Διακυβέρνηση στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία.

«Αν βομβαρδίζεις έναν πληθυσμό κάθε ημέρα με ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική προπαγάνδα, αν καταστρέφεις κάθε αίσθημα ασφάλειας που έχει απομείνει στις εργατικές τάξεις, και αν χρησιμοποιείς τις «Βρυξέλλες» σαν σάκο του μποξ για όλα τα κακά, πώς μπορείς να περιμένεις ότι ο κόσμος θα θέλει να παραμείνει στην ΕΕ; Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι η διαφορά στα ποσοστά υπέρ του Brexit δεν ήταν μεγαλύτερη»
τονίζει.

«Αλλά είναι γεγονός ότι η ΕΕ έχει πάψει να είναι, εδώ και πολύ καιρό, μια ελκυστική επιλογή για τους εργαζομένους της Ευρώπης. Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο είναι μια μακρινή ανάμνηση και οι ευρωπαίοι ηγέτες προτιμούν να κατηγορούν τους ξένους και την «ακαμψία» της αγοράς εργασίας και να αγνοούν συστηματικά ζητήματα, όπως η διαφθορά και η φοροδιαφυγή. Οι οικονομικές πολιτικές τους έχουν δοκιμαστεί για δεκαετίες και έχουν αποτύχει θεαματικά. Το Brexit είναι άμεση συνέπεια των πολιτικών που έχουν αγνοήσει την επιθυμία των ανθρώπων για κοινωνική δικαιοσύνη και για οικονομικά δικαιώματα. Το πραγματικό ζήτημα στη Βρετανία, και σε ολόκληρη την Ευρώπη, είναι η ανισότητα που έχει προκαλέσει η λιτότητα στην ΕΕ: το πλουσιότερο 1% έχει ωφεληθεί τα μέγιστα από την κρίση μετά το Κραχ του 2008. Τα πλουσιότερα 100 άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν διπλασιάσει τον πλούτο τους τα τελευταία 10 χρόνια»
τονίζει ο Τέτι.
Kαι καταλήγει: «Η παροχή κοινωνικής ασφάλισης, μια ελαφρώς πιο δίκαιη κατανομή του πλούτου και καλύτερες ευκαιρίες για κοινωνική κινητικότητα είχαν μια ηθική δικαίωση, αλλά και μια πολιτική λειτουργία στην ΕΕ. Αλλά σήμερα έχουμε ξεχάσει αυτά τα μαθήματα, καθώς οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ έχουν φτάσει να πιστεύουν ότι τα μέτρα αυτά δεν είναι αναγκαία για την κοινωνική σταθερότητα. Το τίμημα για αυτή τη μυωπία είναι η επιστροφή του λαϊκισμού».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ