Η εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ «Το Μέλλον της Ευρώπης και η Ελλάδα: Προκλήσεις και Προοπτικές», που διοργανώθηκε την Τετάρτη στην Αίγλη του Ζαππείου στο πλαίσιο της έναρξης του προγράμματος «Ένα Νέο Σύμφωνο για την Ευρώπη» και στη χώρα μας είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Και αυτό όχι μόνο διότι είναι η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια, έπειτα από έξι χρόνια κρίσης και Μνημονίων, να συζητηθούν τα μεγάλα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), αλλά και διότι ήδη από την πρώτη στιγμή καταδείχθηκε μία διαφορετική προσέγγιση ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα.

Σε αυτή την εναρκτήρια εκδήλωση, την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών για ευρωπαϊκές υποθέσεις Νίκος Ξυδάκης. Στο ίδιο πάνελ βρέθηκαν ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, αλλά και υπουργός Οικονομικών την κρίσιμη περίοδο 2011 – 2012 Ευάγγελος Βενιζέλος, η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και ο επικεφαλής του «Ποταμιού» Σταύρος Θεοδωράκης.

Χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκάς Τσούκαλης (ένας από τους αρτιότερους εν Ελλάδι, και όχι μόνο, γνώστες του ευρωπαϊκού εγχειρήματος), ενώ ο καθηγητής Γιώργος Παγουλάτος, που έχει αναλάβει το «ελληνικό κομμάτι» του «Νέου Συμφώνου για την Ευρώπη» ανέλυσε τους βασικούς στόχους και επιδιώξεις.

Ο κ. Ξυδάκης, με όσα είπε, ανέδειξε την αμφιθυμία που επικρατεί στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ και της σημερινής κυβέρνησης για τη θέση της Ελλάδος εντός της ΕΕ. Αναφέρθηκε σε έναν «παρασιτικό ευρωπαϊσμό» που κυριάρχησε επί χρόνια στην Ελλάδα, στα «δόντια της Ευρώπης» που βρίσκονται «στον σβέρκο της Ελλάδος», αλλά και στο γεγονός (που είναι μάλλον αληθές) ότι συσσωματώσεις και εγχειρήματα όπως η ΕΕ συνήθως διαλύονται από το κέντρο και όχι από την περιφέρεια. «Ο ιδρυτικός πυρήνας της ΕΕ έχει διαρραγεί» επεσήμανε. Ο ανεξάρτητος παρατηρητής μπορεί να συμφωνήσει με ορισμένες από τις επισημάνσεις αυτές, χωρίς όμως να παραγνωρίζει ότι η συμπεριφορά μελών της κυβέρνησης εγείρει ερωτηματικά για τα φιλοευρωπαϊκά της διαπιστευτήρια.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών δέχθηκε σε ορισμένες φάσεις τα πυρά των συνομιλητών, με διαφορετικό ύφος από τον καθένα. Ο κ. Βενιζέλος, που πρόσφατα κατέγραψε την εμπειρία του από την εξαετή κρίση στο βιβλίο του «Μετασχηματισμοί του κράτους και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: Διδάγματα της οικονομικής κρίσης, η ελληνική περίπτωση» υπήρξε καίριος στις τοποθετήσεις του. Σημείωσε τη «διάψευση της ευρωπαϊκής κανονικότητας», τη συντριβή των «καντιανών χαρακτηριστικών» της μεταπολεμικής ΕΕ, αλλά και τη δυσκολία να κατατάξει κανείς εύκολα τις νέες μορφές ευρωσκεπτικισμού. Η ΕΕ λειτουργεί καθαρά διακυβερνητικά πρόσθεσε ο κ. Βενιζέλος, αλλά τα θεσμικά της ελλείμματα δεν της επιτρέπουν να διαμορφώσει στρατηγική. Το παράδειγμα της αδυναμίας ενίσχυσης του κοινοτικού προϋπολογισμού συνιστά για τον πρώην υπουργό Εξωτερικών καθαρό παράδειγμα αυτής της αδυναμίας.

Από την πλευρά της, η κυρία Μπακογιάννη υπήρξε πιο ενθουσιώδης. Ανέδειξε το πρόβλημα δημοκρατίας που υπάρχει σήμερα στην Ευρώπη και χαρακτήρισε τον σημερινό λαϊκισμό δύσκολα αντιμετωπίσιμο. Όπως είπε, η Ευρώπη έχει ανάγκη από άλματα αν δεν θέλει να καταλήξει σε αποσύνθεση, ενώ ανέδειξε εμφατικά την αναγκαιότητα μίας ευρωπαϊκής πολιτικής ασφαλείας. Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, η κυρία Μπακογιάννη τόνισε ότι τα προβλήματα προήλθαν από την Πολιτική και θα λυθούν από αυτή, ενώ άσκησε και έντονη κριτική σε αρκετά από τα λεγόμενα του κ. Ξυδάκη, χαρακτηρίζοντας το δημοψήφισμα του 2015 ως «στίγμα» για την Ελλάδα.

Τέλος, ο κ. Θεοδωράκης προσπάθησε να εμφανιστεί πιο πρακτικός, στοιχείο που άλλωστε τον χαρακτηρίζει. Ο επικεφαλής του «Ποταμιού» ξεκίνησε την ομιλία του από τα στοιχεία της έρευνας του ινστιτούτου Pew σύμφωνα με τα οποία οι Έλληνες είναι οι πιο απογοητευμένοι πολίτες της ΕΕ. Κατά τον ίδιο, ο φόβος της ακροδεξιάς μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά είναι λάθος να λέμε ότι για όλα φταίει η λιτότητα. Ο κ. Θεοδωράκης υπήρξε επίσης σαφής περί των επιτευγμάτων της ΕΕ, αναδεικνύοντας τόσο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και τη δημιουργία της Ζώνης Σένγκεν. Στο ζήτημα δε του τι θα μπορούσε άμεσα να κάνει η Ευρώπη σημείωσε ότι μία εκ των βασικών προτεραιοτήτων θα έπρεπε να είναι η σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανεργίας ώστε να αντιμετωπιστεί ένα από τα κρισιμότερα προβλήματα σήμερα στην ΕΕ.