Θέμα Τσάμηδων αλλά και συνόρων με την Ελλάδα, τόσο χερσαίων όσο και θαλασσίων, φαίνεται ότι βάζει στο τραπέζι η κυβέρνηση Ράμα στην Αλβανία πριν από τη διήμερη επίσκεψη (6-7 Ιουνίου) του Νίκου Κοτζιά στα Τίρανα. Το ταξίδι του έλληνα υπουργού Εξωτερικών, το οποίο προετοιμάστηκε υπό συνθήκες απόλυτης μυστικότητας από το στενό επιτελείο του, φέρεται να έχει συνδεθεί με μια «πρόταση-πακέτο» προς την αλβανική πλευρά για σειρά ζητημάτων στις διμερείς σχέσεις. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει και τροποποιήσεις στο Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας, Καλής Γειτονίας και Ασφαλείας που υπεγράφη το 1996 στα Τίρανα, ενώ ο μείζων στόχος της Αθήνας είναι ξεκάθαρος: η απεμπλοκή της Συμφωνίας για την Οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών του 2009.
Η ιδέα για μια λύση-πακέτο δεν είναι καινούργια. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε προτείνει αυτή την ιδέα στον αλβανό πρωθυπουργό Εντι Ράμα κατά την επίσκεψή του στα Τίρανα την άνοιξη του 2014 επί ελληνικής προεδρίας στο Συμβούλιο της ΕΕ. Η ιδέα συμπυκνωνόταν στην προσθήκη ενός προοιμίου στη Συμφωνία του 2009 που θα κάλυπτε και τις αλβανικές ανησυχίες σε άλλα διμερή θέματα. Ο κ. Ράμα υπήρξε αρνητικός και η ιδέα δεν προχώρησε.
Εμπειροι αναλυτές των ελληνοαλβανικών σχέσεων εκτιμούν, μιλώντας στο «Βήμα» υπό ανωνυμία λόγω της ευαισθησίας του θέματος, ότι η στάση του Εντι Ράμα προέρχεται από ένα αίσθημα ανωτερότητας που έχει καλλιεργηθεί στην αλβανική πολιτική ελίτ λόγω της κρίσης που διέρχεται η Ελλάδα. Η στάση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι τα Τίρανα έχουν γίνει συνομιλητές τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών (ο κ. Ράμα επισκέφθηκε μόλις τον περασμένο Απρίλιο την Ουάσιγκτον όπου συναντήθηκε με τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Τζο Μπάιντεν) όσο και της Γερμανίας. Αυτές οι δύο παράμετροι, επιμένουν οι ίδιες πηγές, πρέπει να αναλυθούν και υπό το πρίσμα του αλβανικού εθνικισμού.
Ο κ. Κοτζιάς έχει καλλιεργήσει μέσω κύκλων του υψηλές προσδοκίες για την επίσκεψη, στο πλαίσιο της οποίας πέραν του ομολόγου του Ντίτμιρ Μπουσάτι αναμένεται να συναντηθεί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Μπουζάρ Νισάνι και τον πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος Λουιζίμ Μπάσα. Κατά ορισμένους, ο κ. Κοτζιάς έχει στο μυαλό του την ιδέα να ρίξει στο τραπέζι και το «χαρτί» της αναγνώρισης του Κοσόβου, αν και ο ανταγωνισμός Τιράνων – Πρίστινας ίσως να περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών. Ωστόσο την τελευταία εβδομάδα συνέβησαν δύο περιστατικά που εκ πρώτης όψεως συνηγορούν στο ότι οι αρχικές φιλοδοξίες ίσως να μην ευοδωθούν.
Ο κ. Μπουσάτι σε τηλεοπτική συνέντευξή του ήγειρε θέμα Τσάμηδων, το οποίο και ευθέως συνέδεσε με την άρση του εμπολέμου από ελληνικής πλευράς. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, προφανώς για να μη ρίξει «λάδι στη φωτιά», απάντησε μέσω κύκλων ότι «τσαμικό ζήτημα δεν υφίσταται» και απέφυγε την έκδοση επίσημης ανακοίνωσης. Μόλις την περασμένη Τετάρτη όμως ο αλβανός υπουργός Εσωτερικών Σαϊμίρ Ταχίρι ενημέρωσε τη Νομική Επιτροπή της Βουλής ότι ομάδα εργασίας που συστάθηκε από τον κ. Ράμα προχωρεί στην τελική φάση του καθορισμού των ακριβών συντεταγμένων των θαλασσίων και χερσαίων συνόρων της χώρας –επομένως και με την Ελλάδα.
Προσφυγή


Πέραν των προαναφερθέντων, θα πρέπει να επισημανθεί άλλη μία εξέλιξη που δεν έχει δει επαρκώς το φως της δημοσιότητας. Σύμφωνα με άριστα διασταυρωμένες πληροφορίες, η αλβανική κυβέρνηση ενεθάρρυνε παρασκηνιακά τσαμική οργάνωση (πρόκειται για το Democratic Foundation Chameria II με έδρα τη Χάγη) να καταθέσει αίτημα στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την αναγνώριση «γενοκτονίας» σε βάρος των Τσάμηδων. Σύμφωνα με ανάλυση που έγινε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών, το Δικαστήριο θα κρίνει ότι δεν έχει δικαιοδοσία επί του θέματος. Ωστόσο η κίνηση αυτή, η οποία φαίνεται να έχει τη στήριξη ισχυρών διεθνών νομικών γραφείων, δείχνει σαφώς τις προθέσεις που υπάρχουν.
Το σύμφωνο φιλίας


Η ιδέα που φαίνεται ότι διακινείται στο υπουργείο Εξωτερικών σχετίζεται με την ανανέωση ή την επικαιροποίηση του Συμφώνου Φιλίας του 1996. Το Σύμφωνο αυτό, που ξεκίνησε να ισχύει από τον Μάρτιο του 1998, δεσμεύει την Ελλάδα και την Αλβανία για 20 χρόνια, δηλαδή ως το 2018. Η ισχύς του ανανεώνεται αυτομάτως για μια νέα περίοδο πέντε ετών, εκτός αν μία από τις δύο χώρες το καταγγείλει τουλάχιστον ένα έτος προτού λήξει η αντίστοιχη περίοδος.
Η Αθήνα προχώρησε αρχικά στην κατάρτιση ενός Προσχεδίου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στο Σύμφωνο. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες το άτυπο αυτό έγγραφο, το οποίο βρίσκεται εν γνώσει του «Βήματος», προωθήθηκε στην αλβανική πλευρά για παρατηρήσεις. Το κρίσιμο σημείο για να προχωρήσει ένα «δούναι και λαβείν» μεταξύ των δύο χωρών είναι η ισορροπία που θα βρεθεί σε σχέση με τις βασικές τους επιδιώξεις. Η Αθήνα θέτει ως βασική προτεραιότητα την απεμπλοκή της Συμφωνίας για τις Θαλάσσιες Ζώνες. Από την πλευρά τους, τα Τίρανα έχουν αναγάγει σε μείζον θέμα την επίσημη άρση του εμπολέμου, καθώς από αυτήν απορρέουν μια σειρά άλλα ζητήματα, όπως π.χ. η διευθέτηση των υπό μεσεγγύηση περιουσιών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο άρθρο 1 του Προσχεδίου του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αναφερόταν χαρακτηριστικά: «Τα Μέρη αναλαμβάνουν να σεβαστούν πλήρως τη θαλάσσια οριοθετική γραμμή που συμφωνήθηκε στις 27 Απριλίου 2009 και υπεγράφη από τους υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδος και Αλβανίας, μέχρι και την επικύρωση της Συμφωνίας από τις δύο πλευρές. Συμφωνούν επίσης να αναλάβουν από κοινού το έργο της πλήρους οριοθέτησης των πυραμίδων κατά μήκος των κοινών χερσαίων συνόρων και να συνεχίσουν την περιοδική τους συντήρηση». Η Αθήνα εκτιμά ότι και οι δύο πλευρές θα είναι ικανοποιημένες από αυτή τη διατύπωση, αλλά όσα είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας στην Αλβανία για τις συντεταγμένες των συνόρων εγείρουν ερωτήματα.
Η πρόταση
Η ελληνική πλευρά έχει υποβάλει «πρόταση-πακέτο» για σειρά ζητημάτων στις διμερείς σχέσεις. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει και τροποποιήσεις στο Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας, Καλής Γειτονίας και Ασφαλείας που υπεγράφη το 1996 στα Τίρανα, ενώ ο μείζων στόχος της Αθήνας είναι ξεκάθαρος: η απεμπλοκή της Συμφωνίας για την Οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών του 2009.


Ο καθορισμός του τριεθνούς και η στάση της Ιταλίας
Οι θαλάσσιες ζώνες, το εμπόλεμο και οι μεσεγγυήσεις

Η υπόθεση των θαλασσίων ζωνών μοιάζει να έχει τελματώσει. Οι Αλβανοί ζητούν αλλαγές –ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην επήρεια των Διαποντίων Νήσων –ενώ έχουν διερευνήσει την πιθανότητα προσφυγής σε διεθνή δικαστήρια ή σε διαιτησία. Κατά ορισμένους, μια πιθανή οδός απεμπλοκής θα ήταν η εισαγωγή της Ιταλίας στο παιχνίδι για τον καθορισμό του τριεθνούς (το σημείο όπου ενώνονται οι θαλάσσιες ζώνες των τριών χωρών).
Καθώς όμως η Ρώμη έχει παγώσει και την υπογραφή της διμερούς συμφωνίας με την Ελλάδα για τις θαλάσσιες ζώνες, οι ελπίδες για μια τέτοια εξέλιξη φαντάζουν μικρές.
Η αλβανική πλευρά τηρεί επίσης σκληρή στάση στο ζήτημα του εμπολέμου. Εχει ξεκαθαρίσει ότι δεν την καλύπτει η κυβερνητική απόφαση του 1987 και θέλει επίσημη άρση –με νόμο. Ουσιαστικά τα Τίρανα ζητούν από την Αθήνα να δεσμευθεί ότι θα προχωρήσουν οι απαραίτητες διαδικασίες για να αρθούν και οι συνέπειες του εμπολέμου.
Μείζον ζήτημα στο σημείο αυτό είναι η ρύθμιση των περιουσιών αλβανών πολιτών που ετέθησαν υπό μεσεγγύηση με την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και θα έπρεπε μετά το τέλος του να επιστραφούν.
Τον Ιούνιο του 1999, σε απάντηση ρηματικής διακοίνωσης των Αλβανών, το υπουργείο Εξωτερικών απάντησε με δική του ότι η κυβερνητική απόφαση για την άρση του εμπολέμου δεν αίρει παράλληλα την ισχύ των νόμων για τις περιουσίες υπό μεσεγγύηση και τις περιουσίες των Τσάμηδων.
Σε αυτή τη ρηματική διακοίνωση στηρίζουν τη σχετική επιχειρηματολογία τους οι Αλβανοί ως σήμερα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ