Προτάσσοντας την ανάγκη «να δημιουργήσουμε ένα μεγάλο ρεύμα δημιουργικότητας πατριωτικού επιχειρείν, κοινωνικής δικαιοσύνης στον λαό μας», ως τη μόνη προοπτική ανάπτυξης της χώρας, η επικεφαλής της, πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Φώφη Γεννηματά, επιτέθηκε με σφοδρότητα στην κυβέρνηση για τα πεπραγμένα της στην οικονομία και τις παραλείψεις της στο τομέα της ανάπτυξης της χώρας.

Στο πλαίσιο της επίκαιρης επερώτησης βουλευτών τής Δημοκρατικής Συμπαράταξης, οι οποίοι αναφέρθηκαν στον τομέα της ανάπτυξης, η κ. Γεννηματά επικέντρωσε στα κεντρικά ζητήματα που προσδιορίζουν τη σημερινή οικονομική κατάσταση και τις δυνατότητες της χώρας, επισημαίνοντας πως 17 μήνες μετά «κάνοντας ταμείο» διαπιστώνεται ότι «το ταμείο είναι μείον», αφού το κόστος της διακυβέρνησης της πρώτης περιόδου του κ. Τσίπρα είναι 86 δισ. ευρώ.

Τόσο κόστισε η πρώτη περίοδος διακυβέρνησης Τσίπρα στον ελληνικό λαό, οι τράπεζες δόθηκαν δώρο στους σημερινούς τους ιδιοκτήτες και οι Έλληνες στερούνται μια από τις τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες της ΕΕ, που είναι η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Και μετά από αυτή, η δεύτερη περίοδος Τσίπρα, όπως είπε η κ. Γεννηματά, οδήγησε την χώρα σε ταπεινωτική εποπτεία, με εξίσου ταπεινωτική κατάληξη.

«Η χώρα σε ταπεινωτική εποπτεία, η δημοκρατία υπό περιορισμό, ο δημόσιος πλούτος στη διαχείριση των ξένων και τα σπίτια στα «κοράκια των αγορών» ανέφερε η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, προσθέτοντας πως μπορεί να υπάρχουν ακόμα κάποιες εκκρεμότητες και προαπαιτούμενα προκειμένου να κλείσει οριστικά η αξιολόγηση, όμως «έκλεισε οριστικά ο κύκλος των ψευδαισθήσεων, που καλλιέργησαν επί πέντε χρόνια οι κυβερνητικοί εταίροι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και προσωπικά ο κ. Τσίπρας, και ο μύθος ότι προστατεύουν τους φτωχούς και τους αδύναμους, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο κ. Τσακαλώτος- με την υποταγή στην πολιτική των πιο συντηρητικών κύκλων της Ευρώπης μόνο προστάτης των αδυνάτων δεν είναι, εκτελεστής τους είναι».

Στο θέμα του ΦΠΑ στα νησιά, η κ. Γεννηματά, είπε πως «εμείς ψηφίσαμε τον μειωμένο ΦΠΑ για τα νησιά και τον προστατέψαμε σε όλη τη διάρκεια της κρίσης» και απευθυνόμενη προς τον παριστάμενο υπουργό Οικονομίας, είπε προς τον κ. Σταθάκη:

«Δήθεν, γιατί τα ψηφίσατε όλοι με τα δυο χέρια. Όποιος δεν συμφωνεί να έχει τα κότσια να παραιτείται. Θα απολογηθείτε για όλα αυτά κ. υπουργέ.»

Αναφερόμενη στο θέμα της ανάπτυξης, τόνισε πως ποτέ άλλοτε αυτό δεν συνδεόταν τόσο άρρηκτα με το πολιτικό θέμα στη χώρα.

«Οι επενδυτές σε παγκόσμιο επίπεδο πριν επενδύσουν ενδιαφέρονται πρωτίστως να προσδιορίσουν τον πολιτικό κίνδυνο, κι η Ελλάδα αυτήν τη περίοδο, μετά από όλα όσα έχουν συμβεί το 2015 και 2016, δυστυχώς εξακολουθεί για τους επενδυτές να εκτιμάται ως μια χώρα μεγάλου πολιτικού κινδύνου και αστάθειας, πολιτικής και οικονομικής. Κανείς δεν ξέρει πότε θα γίνει η επόμενη δήθεν ‘επαναστατική’ αντίδραση της κυβέρνησης, η οποία θα εξυπηρετεί τακτικισμούς, και τι επίδραση θα έχει αυτή».

«Πότε θα αρθούν τα capital controls, πότε και πώς θα γίνουν οι μεταρρυθμίσεις εκείνες που θα δημιουργήσουν ασφαλές επιχειρηματικό περιβάλλον. Πότε θα υπάρξει η επόμενη αύξηση των φόρων;» διερωτήθηκε η κ. Γεννηματά για να συμπεράνει ότι «αυτή η κυβέρνηση δεν μπορεί να φέρει την ανάπτυξη, δεν μπορεί να μπει μπροστά στη μεγάλη προσπάθεια που η πατρίδα μας έχει ανάγκη όσο τίποτα άλλο. Το brand name ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι πιο απωθητικό για επενδυτές ντόπιους και ξένους».

Ιδιαίτερη αναφορά η κ. Γεννηματά επιφύλαξε ωστόσο και στις δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργου Κυρίτση, χαρακτηρίζοντάς τες «ανατριχιαστικό και εμφυλιοπολεμικό κήρυγμα», επισημαίνοντας πως οι κ. Τσίπρας και Καμμένος «πάνω από όλα δεν μπορούν να ηγηθούν της μεγάλης αναπτυξιακής προσπάθειας, γιατί επί έξι χρόνια συστηματικά διχάζουν την κοινωνία. Διχάζουν τις παραγωγικές δυνάμεις. Χτυπούν λυσσαλέα, φτωχοποιούν την μεσαία τάξη που είναι κλειδί για την ανάπτυξη».

Όπως επίσης αιτιολόγησε η κ. Γεννηματά, η υπογραφή του 3ου μνημονίου από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τα υφεσιακά χαρακτηριστικά που η κυβέρνηση επέλεξε να έχει, καθώς πραγματοποιεί φορολογική επιδρομή και αυξάνει τη φορολογία σε κάθε επίπεδο, δεν δυσχεραίνει απλά τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, δίνει τη χαριστική βολή, είναι χτύπημα κάτω από τη μέση.

Η κ. Γεννηματά τόνισε ότι η οικονομία είναι παγιδευμένη σε τρία σημαντικά προβλήματα: Στο χάσμα μεταξύ δανείων και καταθέσεων, τα «κόκκινα» δάνεια, και στο επενδυτικό έλλειμμα.

Συνεπώς, όπως υπογράμμισε, απαιτείται να «σπάσουν οι κόφτες της ανάπτυξης» και προσέθεσε πως αυτό στις σημερινές συνθήκες, μπορεί να γίνει μόνο με:

  • ένα μαζικό επενδυτικό κύμα, και
  • ένα κύμα μεταρρυθμίσεων, συγκεκριμένων και υλοποιήσιμων, που θα οδηγήσουν σε ανασυγκρότηση της οικονομίας, αναδόμηση του δημόσιου τομέα, μείωση του κόστους λειτουργίας του κράτους και μείωση της φορολογίας σε ιδιώτες και επιχειρήσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, κατέθεσε ενδεικτικά 20 προτάσεις- «επιταχυντές της ανάπτυξης και με κύριο στόχο την δημιουργία ενός μεγάλου ρεύματος δημιουργικότητας, εξωστρέφειας, εθνικής αυτοπεποίθησης, πατριωτικού επιχειρείν. «Η νέα προσπάθεια, η «άλλη πολιτική» που επαγγελλόμαστε, πρέπει να στηριχθεί σε ένα νέο Κοινωνικό συμβόλαιο, για τον ριζοσπαστικό και δίκαιο εκσυγχρονισμό της οικονομίας» είπε χαρακτηριστικά η κ. Γεννηματά.

«Η χώρα χρειάζεται όσο ποτέ μια εθνική γραμμή, ένα συνολικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Για να γίνει η Ελλάδα από χώρα επαίτης, χώρα της εργασίας, της προσπάθειας, δημιουργική και ανταγωνιστική, που θα αναδεικνύει τον σύγχρονο ελληνισμό της γνώσης, της παραγωγής, της καινοτομίας και ευφυούς επιχειρηματικότητας.

» Όμως αυτή η πορεία έχει μια προϋπόθεση. Μια ισχυρή προοδευτική συμμαχία, μια αναγεννημένη δημοκρατική προοδευτική παράταξη, που μπορεί το όραμα της νέας Ελλάδας, της νέας δίκαιης, αναλογικής, ευημερίας, να το καταστήσει πολιτικό πρόταγμα» κατέληξε.