Ήταν ένα σαφές πολιτικό μήνυμα, επτά χρόνια μετά την αποχώρησή του από την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας και την Πρωθυπουργία. Ήταν η πρώτη φορά που μίλησε δημόσια,αν εξαιρέσει κανείς την παρέμβασή του για το δημοψήφισμα το καλοκαίρι του 2015 και τις γραπτές δηλώσεις σε δυο εκλογές, για μια υπόθεση, αυτής της Μονής Βατοπεδίου, που έπληξε όσο τίποτα άλλο την διακυβέρνησή του.

Η σημερινή του κίνηση όμως είχε έντονο πολιτικό συμβολισμό και δεν έγινε τυχαία. Επέλεξε να το κάνει, εκφωνώντας ο ίδιος τον επικήδειο στον επί 30 χρόνια φίλο του, στενό του συνεργάτη και όπως είπε ο ίδιος, στον…«αδελφό», όπως τον χαρακτήρισε.

Ο Κώστας Καραμανλής, από τον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη στο Κολωνάκι, στην νεκρώσιμη εξόδιο ακολουθία του Γιάννη Αγγέλου, επέλεξε το μεσημέρι της Δευτέρας να κάνει πολιτική αναφορά στην υπόθεση που συγκλόνισε τον ίδιο ως Πρωθυπουργό, την κυβέρνησή του και έπληξε και προσωπικά τον επί πολλά χρόνια διευθυντή του πολιτικού του γραφείου.

Παρουσία, όλης της παράταξης, ακόμα και στελεχών που δεν ανήκουν σήμερα στη Ν.Δ., αλλά και της συζύγου του Γ. Αγγέλου, της ιδιαιτέρας γραμματέας του κ. Καραμανλή, της Αλεξάνδρας και των παιδιών του, Αγγέλου και Δημήτριου, ο πρώην Πρωθυπουργός μίλησε, έστω και μέσω του επικήδειου, για την διακυβέρνησή του.

«Ήσουν πάντα εκεί. Σεμνά, διακριτικά αλλά με πίστη και αφοσίωση. Θα μας λείψεις. Θα μου λείψεις. Αντιπροσώπευες ό,τι πιο γνήσιο υπάρχει. Στάθηκες όρθιος απέναντι στο ψέμα και τη συκοφαντία. Πάλεψες παλικαρίσια και δικαιώθηκες» τόνισε κατασυγκινημένος ο κ. Καραμανλής και συμπλήρωσε: «Ήσουν το φως. Και στο τέλος, το φως πάντα νικάει το σκοτάδι».

Και μόνο η αναφορά για την στάση του Γ. Αγγέλου απέναντι στο ψέμα και στη συκοφαντία και για το φως που νικάει το σκοτάδι, ήταν ένα σαφές στίγμα για το πώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος τον πόλεμο που δέχθηκε ο ίδιος ο πρώην Πρωθυπουργός, οι στενοί του συνεργάτες, όπως ο εκλιπών και συνολικά η κυβέρνησή του.

Με τη συγκεκριμένη αναφορά του ο κ. Καραμανλής έδειξε ότι δεν ξεχνάει τον πόλεμο που δέχθηκε από συγκεκριμένα πρόσωπα και συστήματα τα χρόνια της διακυβέρνησής του και γι’ αυτό μίλησε για ψέμα και συκοφαντία. Εξάλλου, και ο Γ. Αγγέλου, όπως λένε στο καραμανλικό σύστημα επλήγη από αυτή την ιστορία και η υγεία του επιδεινώθηκε από διάφορα γεγονότα που είχαν σχέση με την διερεύνηση της υπόθεσης.

Στην νεκρώσιμη εξόδιο ακολουθία, όπου ήταν παρόντες και αρκετοί «γαλάζιοι» επικριτές του, βρέθηκε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος και ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος που είχε επαφή με τον Γ. Αγγέλου και προ ημερών στη Βουλή, κατά την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για τη διαφθορά και τη δικαιοσύνη, αναφέρθηκε σε αυτόν.

Κοντά στις τρεις τα ξημερώματα ο κ. Παπαγγελόπουλος μίλησε για την ταλαιπωρία που υπέστη ο εκλιπών το 2010 από την επιβολή εγγυοδοσίας εις βάρος του για την υπόθεση του Βατοπαιδίου (400.000 ευρώ) και για την επιβολή του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.

Μετά την απόφαση της Εισαγγελέως Εφετών, Γεωργίας Τσατάνη (με τη σύμφωνη γνώμη της τότε ειδικής εφέτου ανακρίτριας, Ειρήνης Καλού) ο Γ. Αγγέλου έβαλε υποθήκη το σπίτι του, γεγονός που του προξένησε μεγάλη αναστάτωση. Δεν ήταν λίγοι όσοι προθυμοποιηθεί να συνεισφέρουν για τη συγκέντρωση του ποσού ώστε να μην προφυλακιστεί.

Ο Γ. Αγγέλου, που κηδεύτηκε στο Β΄ κοιμητήριο Αθηνών, χαρακτηρίστηκε πολλές φορές το «αμορτισέρ» του κ. Καραμανλή και ήταν από τους ελάχιστους ανθρώπους που εμπιστευόταν ο τέως πρωθυπουργός.

Ο Γ. Αγγέλου που απεβίωσε 66 ετών, ήταν στέλεχος της απολύτου εμπιστοσύνης του και γι΄ αυτό τον είχε ορίσει διευθυντή του γραφείου του. «Κόλλησε» με τον κ. Καραμανλή διότι οι φιλοδοξίες του δεν συγκρούονταν με αυτές του τέως πρωθυπουργού. Η μόνη φιλοδοξία του ήταν να είναι χρήσιμος στον κ. Καραμανλή και πολλές φορές ειπώθηκε ότι ήταν ο απόλυτος ισορροπιστής στο «σύστημα Μαξίμου» επί κυβερνήσεων ΝΔ. Καθημερινά ήταν αυτός που «φίλτραρε» τα πάντα προτού φθάσουν στον κ. Καραμανλή, δεν «έπαιζε παιχνίδια» και δεν ήταν «κολλητός» με κανέναν.

Η φιλία τους χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ο κ. Καραμανλής επέστρεψε από τη Βοστώνη, όπου ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές του. Ο Γ. Αγγέλου ήταν δικηγόρος στην εταιρεία που είχε ο πατέρας του τέως πρωθυπουργού Αλέκος Καραμανλής και αμέσως έγιναν φίλοι. Από τα πρώτα του πολιτικά βήματα ήταν δίπλα του, στο Πολιτικό Γραφείο του, στην οδό Πλουτάρχου, στο Κολωνάκι.

«Ήταν το αφτί και το μάτι του Καραμανλή» λένε οι γνωρίζοντες και δίπλα στον κ. Καραμανλή ήταν ως γραμματέας του η σύζυγός του Αλεξάνδρα, με την οποία τους πάντρεψε ο πατέρας του τέως πρωθυπουργού. Απέφευγε την προβολή και ήταν πάντα η «σκιά» του κ. Καραμανλή, σε σημείο που έβαζε την προσωπική του ζωή σε δεύτερη μοίρα, ενώ πολλές φορές, αδιαφόρησε για την υγεία του, θέτοντας πάνω απ΄ αυτή τη δουλειά που είχε στο Μέγαρο Μαξίμου.

Σε αυτόν τηλεφωνούσαν τα κομματικά στελέχη, βουλευτές και υπουργοί για να παραπονεθούν και να λάβουν οδηγίες και κατευθύνσεις, πάντα σε συνεννόηση με τον κ. Καραμανλή, που θεωρούσε «αδελφό» του και ήταν αμοιβαίο.

Πριν δυόμιση χρόνια, το Συμβούλιο Εφετών Αθήνας με το υπ’ αριθμ. 2000/2013 βούλευμά του, απάλλαξε τον Γ. Αγγέλου από την κακουργηματική κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε απιστία που αντιμετώπιζε για την υπόθεση της Μονής Βατοπαιδίου και της ανταλλαγής εκτάσεων του Δημοσίου με τη λίμνη Βιστωνίδα. Ήταν μια δικαίωση για τον ίδιο, πέντε χρόνια μετά την έναρξη της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης, η οποία ξεκίνησε με παραγγελία του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γιώργου Σανιδά (Σεπτέμβριος 2008) έπειτα από εκτεταμένα δημοσιεύματα του Τύπου για την υπόθεση.

Οι «καραμανλικοί» θα τον θυμούνται, πάντα δίπλα στον κ. Καραμανλή, να πίνει τακτικά τον καφέ του στη γωνία της οδού Μηλιώνη, να μην απουσιάζει από τους αγώνες του Παναθηναϊκού στη Λεωφόρο, έχοντας συντροφιά το τσιγάρο του, το μόνο πάθος του.

Ο επικήδειος του Κώστα Καραμανλή

«Σε ευχαριστούμε φίλε για όσα μας πρόσφερες.

Σε ευχαριστούμε που ομόρφυνες τη ζωή μας.

Με το χαμόγελό σου, τη ζεστασιά της ψυχής σου, την ακεραιότητα του χαρακτήρα σου.

Πορευτήκαμε μαζί για 35 ολόκληρα χρόνια. Στα εύκολα και στα δύσκολα. Στις χαρές και στις λύπες. Σε μεγάλους αγώνες και σε ανηφορικά μονοπάτια.

Ήσουν πάντα εκεί. Σεμνά, διακριτικά, αλλά με πίστη και αφοσίωση.

Θα μου λείψεις πολύ φίλε. Σε όλους μας θα λείψεις. Για την αγάπη σου, για το γέλιο σου, για τις κουβέντες μας, για το πάθος σου στους αγώνες μας. Θα μας λείψει το γνήσιο που αντιπροσώπευες.

Φίλε σε χαιρετώ με αισθήματα σεβασμού και θαυμασμού. Για τη δύναμη της ψυχής σου να αντιμετωπίσεις με υπερηφάνεια και καρτερικότητα όλες τις αντιξοότητες. Που στάθηκες όρθιος, ακόμα και απέναντι στο ψέμα και την συκοφαντία. Που δεν λύγισες απέναντι στην κατάφωρη και μεθοδευμένη αδικία που στήθηκε σε βάρος σου. Που πάλεψες παλληκαρίσια και δικαιώθηκες.

Γιατί ήσουν το φως.

Και στο τέλος το φως πάντα νικά το σκοτάδι.

Είμαστε όλοι πολύ υπερήφανοι για σένα φίλε . Για την διαδρομή σου, για τη στάση ζωής σου, για την ποιότητα της προσωπικότητάς σου.

Και, πάνω απ όλα, δικαιούνται να είναι υπερήφανοι για σένα οι πιο αγαπημένοι σου, η Αλεξάνδρα, ο Άγγελος και ο Δημήτρης, που έχουν το ξεχωριστό προνόμιο να σε έχουν σύζυγο και πατέρα.

Καλό σου ταξίδι φίλε»