Η συζήτηση για τη Δικαιοσύνη στη Βουλή, σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, δεν ανέδειξε κανένα καινούργιο ζήτημα. Ανέδειξε όμως ένα πρόσωπο. Τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Αυτά που είπε έκαναν αίσθηση αλλά όχι τόση όση το ύφος του, ένα μείγμα αλαζονείας και δικαιικής περιφρόνησης, αταίριαστο για έναν πρώην εισαγγελικό λειτουργό. Ο κ. Παπαγγελόπουλος όμως δεν έκανε σταδιοδρομία στηριζόμενος στη νομική αυθεντία του αλλά στις πολιτικές σχέσεις που καλλιέργησε. Την περίοδο της πρωθυπουργίας Καραμανλή είχε δεχθεί δημόσιες καταγγελίες, ακόμη και στη Βουλή, από το ΠαΣοΚ ότι διατάσσει έρευνες για δικούς του πρώην υπουργούς αλλά δεν αγγίζει υποθέσεις που αφορούν τους «γαλάζιους» διαδόχους τους. Εκείνη την περίοδο, που ήταν προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, η Δικαιοσύνη ήταν και τυφλή και κουφή, ενώ τώρα που είναι αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Τσίπρα θεραπεύθηκε από την κώφωση. «Η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι τυφλή αλλά δεν πρέπει να είναι κουφή» είχε δηλώσει.
Αξιοπερίεργη αντίληψη για τη Δικαιοσύνη από έναν πρώην λειτουργό της, ο οποίος δηλώνει με άνεση στη Βουλή ότι «ξέρουμε πώς γίνονται οι προαγωγές (σ.σ.: στη Δικαιοσύνη). Αυτό δεν σημαίνει ότι παραδέχομαι ότι οι δικές μας προαγωγές ήταν κι αυτές υποκρισίας. Αλλωστε δεν θα ήταν πολιτικά ορθό να συναινέσω σε αυτό». Ο οποίος θεωρεί ότι «καλώς ή κακώς, τρεις είναι οι εθνάρχες στην Ελλάδα: του Κέντρου ο Ελευθέριος Βενιζέλος, της Δεξιάς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και της Αριστεράς ο Αλέξης Τσίπρας». Και ο οποίος πιστεύει ότι τα τρία πρόσωπα που εγγυώνται τη λειτουργία της δημοκρατίας στην Ελλάδα της κρίσης είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.
Η εμπλοκή με τη ΝΔ


Ο κ. Παυλόπουλος, προβεβλημένος συνεργάτης του κ. Καραμανλή, ήταν εκείνος που επέλεξε ως υπερυπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης τον κ. Παπαγγελόπουλο για τη θέση του διοικητή της ΕΥΠ τον Ιούλιο του 2009. Παραιτήθηκε από αντεισαγγελέας Εφετών για να μετακομίσει στην Κατεχάκη αφήνοντας πίσω του ερωτήματα για την εμπλοκή του με τη ΝΔ όσο ήταν εν ενεργεία εισαγγελέας, πράγμα το οποίο αποτελεί σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα, και μια καριέρα στη διάρκεια της οποίας χειρίστηκε υποθέσεις με μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον: υπόθεση Mayo για τις παράνομες χρηματοδοτήσεις στη ΝΔ, έρευνα για το σκάνδαλο των υποκλοπών –ανέλαβε προσωπικά την προκαταρκτική έρευνα η οποία διήρκεσε 11 μήνες για ένα διαπιστωμένο αδίκημα, η οποία δεν κατέληξε στον εντοπισμό υπευθύνων μολονότι είχε εμπλακεί στην έρευνα και η ΕΥΠ. Ενάμιση χρόνο μετά ανέλαβε ο ίδιος τις μυστικές υπηρεσίες. Στη συνέχεια επί συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠαΣοΚ προτάθηκε για πρόεδρος του ΕΣΡ, αλλά η αντίδραση του Απόστολου Κακλαμάνη ακύρωσε την επιλογή του. Τον Μάρτιο του 2015 τοποθετήθηκε, ως προσωπική επιλογή του κ. Τσίπρα, γενικός γραμματέας Διαφάνειας του υπουργείου Δικαιοσύνης και τον Μάιο αναβαθμίστηκε σε υφυπουργό Δικαιοσύνης. Στην υπηρεσιακή κυβέρνηση της Βασιλικής Θάνου ανέλαβε καθήκοντα υπουργού Δικαιοσύνης και μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου έγινε αναπληρωτής υπουργός.
Η συζήτηση στην Ολομέλεια και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας στη Βουλή αποκάλυψε ότι η αντίληψη περί χειραγωγήσιμης Δικαιοσύνης δεν είναι μόνο του κ. Παπαγγελόπουλου αλλά ολόκληρης της κυβέρνησης. Η καταγγελία της Εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη ότι δέχθηκε πιέσεις και απειλές για την οικογένειά της από τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης επιβεβαιώθηκε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, ο οποίος μιλώντας για τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠαΣοΚ είπε: «Αυτές είναι οι πραγματικές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και όχι το γεγονός ότι μια εισαγγελέας ζήτησε να συνομιλήσει με τον αναπληρωτή υπουργό, αρμόδιο για τις υποθέσεις διαφθοράς, ο οποίος την παρακίνησε να μη βάλει στο αρχείο μια υπόθεση που απασχολεί την κυπριακή κοινή γνώμη και, φυσικά, την ελληνική κοινή γνώμη».
Με αφορμή την τοποθέτηση Παπαγγελόπουλου, η κυρία Τσατάνη κατέθεσε αναφορά στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη, η οποία κοινοποιήθηκε και στον υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο, και ζητεί να διενεργηθεί κατεπείγουσα προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση. Ο λόγος; Να ερευνηθεί «το σύννομον (ή μη) των ενεργειών της κυρίας Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών κυρίας Γεωργίας Τσατάνη, αλλά και της κυρίας Προέδρου του Αρείου Πάγου κυρίας Βασιλικής Θάνου Χριστοφίλου, και των κ. Ιωάννη Αγγελή, Εισαγγελέως Εφετών, και κυρίας Ελένης Ράικου, αντεισαγγελέως Εφετών Διαφθοράς, καθώς και όλων των εξετασθέντων εισαγγελικών λειτουργών ως μαρτύρων, κληθέντων από την κυρία Πρόεδρο του Αρείου Πάγου».
Η άρνηση της Εισαγγελέως


Αυτή η πρωτοφανής και επικίνδυνη κατάσταση στη Δικαιοσύνη κλιμακώνεται από την ώρα που το Υπουργικό Συμβούλιο την παραμονή της εξαγγελίας του δημοψηφίσματος επέλεξε την κυρία Θάνου (λέγεται ότι ήταν συμφοιτήτρια του κ. Παπαγγελόπουλου) ως Πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Σύμφωνα με δικαστικούς κύκλους, η πρώτη ενέργεια της νέας Προέδρου ήταν να ζητήσει από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, χωρίς να έχει αρμοδιότητα, ενημέρωση για την έρευνα σχετικά με το βίντεο Μπαλτάκου – Κασιδιάρη, αλλά η κυρία Κουτζαμάνη αρνήθηκε. Από εκείνη την ώρα η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου μπήκε σε ένα είδος απομόνωσης και πυροδοτήθηκε μια σύγκρουση στο υψηλότερο επίπεδο, η οποία δηλητηριάζει ολόκληρη τη Δικαιοσύνη.
Το επόμενο επεισόδιο ήταν ο πειθαρχικός έλεγχος Τσατάνη, με εντολή Θάνου, επειδή συμπεριέλαβε στον κατάλογο των υποψηφίων για τη θέση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών τον Ισίδωρο Ντογιάκο και όχι τον Παναγιώτη Καραγιάννη, ο οποίος είχε προαχθεί σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε να είναι για δεύτερη φορά υποψήφιος εφόσον είχε υπηρετήσει ως εκλεγμένος προϊστάμενος. Η κυρία Θάνου δεν γνώριζε το συγκεκριμένο κώλυμα του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων όταν παρήγγειλε την έρευνα, η οποία κατέληξε στην απαλλαγή της κυρίας Τσατάνη. Το τρίτο επεισόδιο αφορούσε τη δικογραφία Βγενόπουλου για τη Λαϊκή Τράπεζα.
Οι υπερξουσίες της Θάνου


Από τον περασμένο Δεκέμβριο η κυβέρνηση εφοδίασε με υπερεξουσίες την κυρία Θάνου, της έδωσε τη δυνατότητα να προεδρεύει στα συμβούλια που κρίνουν δικαστές και εισαγγελείς. Δηλαδή να μπορεί να ζητεί τη διερεύνηση του όποιου παραπτώματος και επιπλέον να το δικάζει. Την 1η Μαρτίου η κυρία Θάνου αποφάσισε να διενεργήσει η ίδια πειθαρχική έρευνα για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης Βγενόπουλου από την κυρία Τσατάνη, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου. Στην κυρία Τσατάνη ανετέθη σκέλος της υπόθεσης Βγενόπουλου κατόπιν αναφοράς του τέως Εισαγγελέα Εφετών Ιωάννη Αγγελή, επειδή ήταν αρχαιότερη στο σώμα από εκείνον, και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε με έγγραφό της προς την Ελένη Ράικου την ποινική προκαταρκτική δικογραφία για τα δάνεια της Λαϊκής Τράπεζας προκειμένου να τη συσχετίσει με αυτήν που είχε ήδη στα χέρια της. Μόλις κοινοποιήθηκε η αρχειοθέτηση της υπόθεσης, ο Ανδρέας Βγενόπουλος παραχώρησε συνέντευξη Τύπου και έκανε κατά μέτωπο επίθεση κατά του κ. Παπαγγελόπουλου, του κ. Αγγελή και του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη με αφορμή τα αλλεπάλληλα αρνητικά δημοσιεύματα του περιοδικού «Hot Doc».
Στη συνέχεια έγινε γνωστή η καταγγελία της κυρίας Τσατάνη ότι στα μέσα Νοεμβρίου 2015 πήγε με δική της πρωτοβουλία στο γραφείο του κ. Παπαγγελόπουλου προκειμένου να λυθούν οι παρανοήσεις. Εκείνος της ζήτησε πιεστικά, όπως αναφέρει, να επιστρέψει τη δικογραφία στην Εισαγγελέα Διαφθοράς, η οποία προτίθετο να ασκήσει ποινική δίωξη εις βάρος των υπόπτων, τους οποίους κατά την άποψή του η κυρία Τσατάνη σκόπευε να ευνοήσει. Την ίδια πίεση άσκησε και σε άλλη, τηλεφωνική επικοινωνία τους, λέγοντάς της ότι διαφορετικά «θα ξεσπάσει σε βάρος μου άγριος πόλεμος. Χαρακτηριστικά δε, τόνισε ότι έχω στα χέρια μου… ένα απόστημα που θα σκάσει σε βάρος μου… και για να κάνω Χριστούγεννα με την οικογένειά μου». Την αποκάλυψη έκαναν «Το Βήμα της Κυριακής» και η «Καθημερινή». Ο κ. Παπαγγελόπουλος όμως στράφηκε μόνο κατά του «Βήματος»: «Η διαπλοκή ψυχορραγεί και παραληρεί. Λίγο πριν το τέλος του παιχνιδιού για αυτήν παίζει τα ρέστα της» δήλωσε.

…και τα παιχνίδια με τη Δικαιοσύνη
Ποια ήταν η παρανόηση που ήθελε να λύσει η κυρία Τσατάνη και πώς γνώριζε ο υπουργός τι θα έκανε η κυρία Ράικου αφού η προκαταρκτική εξέταση είναι μυστική; Τον Σεπτέμβριο του 2015 το περιοδικό «Hot Doc» αποκάλυπτε «δικαστικό πραξικόπημα στο στάδιο της δίωξης Βγενόπουλου». Το πραξικόπημα ήταν «η καινοφανής πρωτοβουλία της Εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη να πάρει από τους εισαγγελείς Διαφθοράς τη δικογραφία με όλα τα στοιχεία για την υπό έλεγχο δραστηριότητα Βγενόπουλου στην Κύπρο και ενώ εκείνοι είχαν φτάσει στο στάδιο της δίωξης». Και σύστηνε στους αναγνώστες του την κυρία Τσατάνη ως «σύζυγο πρώην «γαλάζιου» νομάρχη και μητέρα της υποψήφιας με τη ΝΔ στο Ηράκλειο Ελένης Γρηγοράκη». Τον Νοέμβριο ο κ. Παπαγγελόπουλος εμφανίζεται στη Βουλή και δηλώνει ότι «η σημερινή κυβέρνηση δεν θα δεχθεί δικαστικά πραξικοπήματα». Οι δημοσιογράφοι απόρησαν σε τι αναφερόταν και εκείνος απάντησε: «Την επόμενη φορά στη Βουλή θα κατονομάσω δημόσια τους πραξικοπηματίες και ο νοών νοείτω»!
Η κυρία Τσατάνη, μια κατά γενική ομολογία αδέκαστη εισαγγελική λειτουργός, έκανε τον συσχετισμό και θορυβήθηκε. Πρόσωπα του φιλικού της κύκλου λένε ότι δεν προβληματίστηκε τόσο για την ίδια όσο για την εμπλοκή της οικογένειάς της και ότι αυτό ήταν το θέμα που ήθελε να ξεκαθαρίσει και όχι η υπόθεση Βγενόπουλου. Περιγραφή της συνάντησης έκανε και ο κ. Παπαγγελόπουλος. Στην Ολομέλεια της Βουλής είπε: «Κατ’ αρχάς μού είπε να πάω εγώ στο γραφείο της βράδυ ή απόγευμα, δεν έδωσα σημασία αλλά –κρατήστε το κι αυτό –μετά μου ζήτησε να πάμε έξω και όταν εγώ επέμεινα, δέχθηκε να έρθει στο γραφείο μου. Σαν αιτιολογία της πρωτοβουλίας της να με επισκεφθεί επικαλείται ότι ήθελε να αρθούν οι παρεξηγήσεις που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ μας για κάποιες δηλώσεις μου, όπου είχα αναφερθεί σε δικαστικά πραξικοπήματα. Ούτε μια σκευωρία δεν μπορούν να στήσουν. Τις δηλώσεις αυτές τις έκανα 27 Νοεμβρίου. Αρα στις 15 που η κυρία Τσατάνη ήρθε στο γραφείο μου δεν είχα μιλήσει για δικαστικά πραξικοπήματα. Και τι μου είπε εκεί; Επικαλέστηκε την παλιά μας συναδελφική ιδιότητα, μου είπε –κολακεύοντάς με –ότι όλοι οι συνάδελφοι της είχαν πει ότι είμαι πάρα πολύ καλός άνθρωπος, πολύ καλός συνάδελφος, επικαλέστηκε την αγάπη που έχω στα παιδιά μου –που το ξέρουν όλοι –και μου ζήτησε να λυπηθώ την ίδια και την κόρη της που είχε στοχοποιηθεί –γιατί η κόρη της ήταν υποψήφια βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας –και μου είπε ότι εν όψει προαγωγής της δεν ήθελε να διωχθεί πειθαρχικά. Τη διαβεβαίωσα ότι εγώ σαν υπουργός και επειδή σέβομαι την παλιά μου ιδιότητα δεν είχα σκοπό να συνδυάσω τη θητεία μου με οποιαδήποτε πειθαρχική δίωξη εναντίον συναδέλφων».
Την Πέμπτη, δύο ημέρες μετά, κατέθετε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας ότι η όλη υπόθεση είναι «μνημείο υποκρισίας, ψευδολογίας και ανακρίβειας». «Θεώρησα, αφού την άκουσα, διότι στην αρχή είχα άλλη εντύπωση, ότι ήρθε για να εξασφαλίσει ότι δεν θα της γίνει πειθαρχικό. Αυτό είναι θεμιτό. Θέλω να πιστεύω ότι δεν ήταν εξαρχής σχεδιασμένο. Βέβαια, στη συνέχεια εξελίχθηκε, όπως είπα, σε μαφιόζικο σχέδιο εναντίον μου». Τον Ιανουάριο όμως, απαντώντας σε ερώτηση 11 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, κάλυψε πλήρως την κυρία Τσατάνη και ο κ. Βενιζέλος υπαινίχθηκε στην Επιτροπή ότι το έκανε επειδή πίστευε πως την είχε καθυποτάξει.
Ο κ. Παπαγγελόπουλος υποστήριξε ότι η κυρία Θάνου δεν έκανε πειθαρχικό στην κυρία Τσατάνη γιατί έβαλε την υπόθεση στο αρχείο ούτε γιατί πήρε τη δικογραφία από την κυρία Ράικου. «Αυτό το έγραψαν οι εφημερίδες του ΔΟΛ και κάποιοι το υιοθέτησαν άκριτα». Το πειθαρχικό, πρόσθεσε, έγινε μετά την επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Πού το ξέρετε ότι η κυρία Θάνου άσκησε αυτή την πειθαρχική δίωξη;» ρωτά ο κ. Βενιζέλος. «Το έγραψαν οι εφημερίδες». «Ποια εφημερίδα;». «Δεν θυμάμαι». Η εξέταση συνεχίζεται, τίθενται σκληρά ερωτήματα από τον Μάκη Βορίδη και τον Γιάννη Τραγάκη, ο κ. Παρασκευόπουλος παίρνει αποστάσεις ασφαλείας από τον αναπληρωτή υπουργό του. «Πιστεύω πως ούτε καν φιλική συζήτηση δεν θα μπορούσε να γίνει. Ισως η συζήτηση αφηρημένων νομικών θεμάτων που δεν σχετίζονται με μια υπόθεση να είναι θεμιτή» δηλώνει. Ο κ. Παπαγγελόπουλος επιμένει να εξηγήσει «το σκοτεινό παρασκήνιο που παίζεται» και αφορά τη δικογραφία Βγενόπουλου. «Και πού τα ξέρετε να μας πείτε» επιμένει ο κ. Βενιζέλος. «Τα διάβασα στις εφημερίδες. Στο «Hot Doc»» απαντά ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης. «Α, στο «Hot Doc»» σχολιάζει ο κ. Βενιζέλος. «Και στην εφημερίδα «Δημοκρατία». Γιατί, απαγορεύεται να διαβάζω;» του λέει ο κ. Παπαγγελόπουλος. «Η «Εφημερίς των Συντακτών»;» ρωτά ο κ. Βενιζέλος. «Και η «Εφημερίς των Συντακτών» τα λέει». «Α, εντάξει. Γιατί ανησύχησα». «Συγγνώμη, ευθύνομαι εγώ για το τι γράφει;». «Νομίζω ότι θα σταματήσουμε εδώ, κύριε Παπαγγελόπουλε» λέει η πρόεδρος της Επιτροπής Τασία Χριστοδουλοπούλου και κλείνει τη συνεδρίαση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ