Ένα «μήνυμα», το οποίο θα μπορούσε να εκληφθεί και ως έμμεση παραίνεση προς τους υπουργούς της κυβέρνησης, εξέπεμψε ο Ι. Δραγασάκης από του βήματος της Γερουσίας της Βουλής στο πλαίσιο του συνεδρίου που πραγματοποίησε το Γραφείο Προϋπολογισμού με θέμα: «Μεταρρυθμίσεις στη Δημόσια Διοίκηση και Ανάπτυξη: Εμπειρίες & Προτάσεις». Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης τόνισε: «Είναι προφανές ότι μια μεταρρύθμιση θα πρέπει να καταφέρει να πείσει -για να μην πω τον πιο αυστηρό όρο, να εμπνεύσει- για το αποτέλεσμά της». Και εξήγησε ότι: «Θα πρέπει δηλαδή να εξασφαλίσει, όχι απλώς την ανοχή, αλλά, ει δυνατόν, την ενεργητική υποστήριξη αυτών που θα πρέπει να την κάνουν πράξη».

«Αυτό ισχύει απόλυτα στην περίπτωση της διοικητικής μεταρρύθμισης», έσπευσε να συμπληρώσει ο κ. Δραγασάκης προς αποφυγήν συνειρμών που θα επιχειρούσαν να συνδέσουν την παραπάνω διαπίστωση με άλλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης, όπως αυτή του Γ. Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό. Πάντως ξεκαθάρισε ότι «οι μεταρρυθμίσεις σε πολλές περιπτώσεις είναι όρος ύπαρξης» εξηγώντας ότι «δεν είναι δηλαδή ένα επιθυμητό βήμα, το οποίο πρέπει να κάνουμε, αλλά είναι όρος ύπαρξης για το μέλλον». «Τέτοια είναι η περίπτωση προφανώς της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού ζητήματος, αλλά νομίζω ότι και το θέμα της διοικητικής μεταρρύθμισης δεν απέχει από αυτήν την κατηγορία», σημείωσε.

Οι μεταρρυθμίσεις

Επίσης, τόνισε ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί «δεν επιτρέπουν πάντα να συνοδεύονται οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν και με κίνητρα υλικά, τα οποία πολλές φορές είναι αναγκαίο μέσο –όχι το μοναδικό βεβαίως- για να μπορέσουν οι μεταρρυθμίσεις να γίνουν, να υιοθετηθούν και να υλοποιηθούν μ’ έναν τρόπο δυναμικό». Υπογράμμισε δε ότι «τα όρια ως προς την αυτονομία της πολιτικής είναι περιορισμένα λόγω του ιδιόμορφου καθεστώτος εποπτείας υπό το οποίο βρισκόμαστε εδώ και αρκετά πλέον χρόνια». Μάλιστα σημείωσε ότι «δεν πρέπει να αγνοούμε αυτόν τον περιορισμό». «Από την άλλη, όμως, μεριά δεν πρέπει να παραιτούμαστε μπροστά σ’ αυτούς τους περιορισμούς», πρόσθεσε, «αντίθετα, πρέπει με ευρηματικότητα και αποφασιστικότητα να προχωρήσουμε σ’ εκείνες τις αλλαγές που έχουμε ανάγκη ως χώρα και βέβαια πολλές από τις οποίες θα μπορούσαν να είχαν συντελεστεί, να είχαν γίνει και προ πολλού».

Παρά το πλαίσιο που περιέγραψε είπε ότι «οι συνθήκες σήμερα είναι περισσότερο ώριμες παρά ποτέ για σημαντικές μεταρρυθμίσεις» λόγω της συνειδητοποίησης ότι «η χώρα δεν μπορεί να κυβερνηθεί όπως παλιά, αυτή η οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει όπως λειτουργούσε παλιά και οι διάφορες επίσης κοινωνικές ομάδες δεν μπορούν στο μέλλον να διασφαλίσουν το επίπεδο ευημερίας, το οποίο κατέκτησαν στο παρελθόν, απλώς μένοντας σε παλιούς τρόπους συμπεριφοράς, παραγωγής κλπ».

«Η παρούσα κυβέρνηση έχει δείξει και θα συνεχίσει να δείχνει την αποφασιστικότητά της να προχωρήσει σε όλες εκείνες τις μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο εκείνες που επιβάλλονται από τη συμφωνία που έχουμε συνομολογήσει με τους δανειστές, αλλά και σ’ όλες εκείνες τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν για να μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση», τόνισε ο κ. Δραγασάκης, ο οποίος αναφέρθηκε και στην κρίση εμπιστοσύνης που υπάρχει και όπως είπε «είναι η προϋπόθεση των προϋποθέσεων, υπό την έννοια δηλαδή ότι, αν δεν αναπτυχθεί η εμπιστοσύνη της κοινωνίας σε μια προοπτική εξόδου από την κρίση, τότε και οι όποιες μεταρρυθμίσεις, όσο επιτυχώς και αν γίνουν, δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτύχουν το συνολικό τους αποτέλεσμα».

Εκλογικός νόμος

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αναφέρθηκε και στον εκλογικό νόμο, λέγοντας ότι «στη χώρα είχε διαμορφωθεί ένας εκλογικός νόμος που αντιστοιχούσε σε μία εποχή όπου υπήρχαν κόμματα που έπαιρναν πάνω από 40% ή και περισσότερο, οπότε είχαν ήδη μία ισχυρή πλειοψηφία μέσα στην κοινωνία και με αυτή την έννοια ένα μπόνους εδρών αποσκοπούσε στο να υπάρξει πολιτική σταθερότητα».

Και αναφερθείς στις προθέσεις της κυβέρνησης για αλλαγή του εκλογικού νόμου είπε: «Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια -και σωστά- αυτή η λογική τίθεται σε αμφισβήτηση. Πρέπει να πω, επίσης, ότι η σημερινή κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σε μία αλλαγή αυτού του συστήματος, μετά, βέβαια, από πολιτικό διάλογο, ούτως ώστε να πάμε σε ένα πολιτικό σύστημα που θα υποχρεώνεται να αναζητά πιο αυθεντικούς τρόπους εκπροσώπησης της κοινωνίας και πιο ισχυρή κοινωνική βάση για τη διακυβέρνηση της χώρας παρά να αναζητά τεχνικά στοιχεία των εκλογικών νόμων».