Βερολίνο, Ανταπόκριση

«Η Ελλάδα ήταν χθες, σήμερα είναι οι πρόσφυγες». Την φράση αυτή την άκουγε κανείς συχνά την περασμένη εβδομάδα στους διαδρόμους της γερμανικής Βουλής. Στην συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2016, που απασχόλησε για πέντε συναπτές ημέρες το βουλευτικό σώμα, οι αναφορές στο ελληνικό πρόβλημα ήταν ελάχιστες – στο «προσφυγικό», αντίθετα, πολλές. Κι αυτό θα συνεχισθεί φαινομενικά για πολύ καιρό ακόμα. Το σύνθημα γι αυτό το έδωσε η Άνγκελα Μέρκελ: «Το θέμα των προσφύγων θα μας απασχολήσει μελλοντικά πολύ περισσότερο από ότι η Ελλάδα» είπε μιλώντας στη Βουλή. Και αυτό έσπευσαν να το επικροτήσουν πολλοί βουλευτές της συμπολίτευσης (Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες), αλλά και της αντιπολίτευσης (Πράσινοι και Αριστεροί).

Όμως τα φαινόμενα απατούν. «Παρακολουθούμε με άγρυπνο μάτι τον προεκλογικό αγώνα στην Ελλάδα» λέει κυβερνητική πηγή. «Το θέμα θα επανέλθει στο προσκήνιο μετά τις 20 Σεπτεμβρίου, που θα συμπέσει με την έναρξη της υλοποίησης του τρίτου προγράμματος. Και το πρόγραμμα αυτό ενδιαφέρει όλη την ευρωζώνη».

Το Βερολίνο, προσθέτει, αποδέχεται το γεγονός ότι η υπηρεσιακή κυβέρνηση της Βασιλικής Θάνου εφαρμόζει με πολύ χαλαρό τρόπο ή και καθόλου το νέο μνημόνιο, επειδή ο ρόλος της περιορίζεται στην οργάνωση των εκλογών. «Από την στιγμή όμως που θα σχηματισθεί η νέα κυβέρνηση η εφαρμογή θα πρέπει να γίνει με ταχύτητα τούρμπο» προσθέτει. «Διαφορετικά δεν θα υπάρξει αξιολόγηση τον Οκτώβριο και κατά ακολουθία ούτε και συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους».

Μεγάλες εκπλήξεις πάντως δεν αναμένονται από τις ελληνικές κάλπες. Οι περισσότεροι πολιτικοί προεξοφλούν τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη Τσίπρα – έστω και με πολύ μικρότερο ποσοστό από εκείνο στις 25 Ιανουαρίου. Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι «ρομαντικοί» συντηρητικοί που συνεχίζουν να ελπίζουν σε πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας. «Οι έλληνες ψηφοφόροι είναι πολύ συναισθηματικοί. Πολλοί αποφασίζουν τις 2-3 τελευταίες ημέρες ποιον θα ψηφίσουν» λέει για παράδειγμα ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών σε ευρωπαϊκά θέματα Μίχαελ Στίπγκεν. «Τα σημερινά προγνωστικά έχουν επομένως λίγη σημασία». Η μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων του προετοιμάζεται όμως για την κυβέρνηση «Τσίπρα ΙΙ» – αυτή τη φορά όμως (ύστερα από τη μεταμόρφωση του πάλαι ποτέ «ρέμπελου» πολιτικού σε μνημονιακό) χωρίς να βαρυγκωμά, ή να αυθυποβάλλεται στην ιδέα, ότι αυτό προαναγγέλει το τέλος της Εσπερίας.

Η γερμανική κυβέρνηση φροντίζει πάντως επιμελώς να δείξει, ότι δεν ανακατεύεται στον ελληνικό προεκλογικό αγώνα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Σάιμπερτ έχει κάνει επανειλημμένως σχετικές δηλώσεις. Την ανάμιξη την αφήνει στις Βρυξέλλες, εκπρόσωπος των οποίων δήλωσε ως γνωστό τις προάλλες, ότι τυχόν αναδιάρθρωση του χρέους μπορεί να γίνει μόνο από έναν συνασπισμό των μεγάλων ελληνικών κομμάτων. «Η δήλωση ήταν μιλημένη με την καγκελαρία» λέει η κυβερνητική πηγή.

Μόνο που η καγκελαρία παρέλειψε προφανώς να το κοινολογήσει στους γερμανούς βουλευτές, οι οποίοι, στην άγνοιά τους, καταφέρονται με οργή εναντίον του «αντιδημοκρατικού ατοπήματος» των Βρυξελλών. «Πρόκειται για ανεπίτρεπτη ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας» λέει ο κ.Στίπγκεν. Η ανάμιξη δεν έχει καν πρακτική αξία, προσθέτει ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών Έκχαρτ Ρέμπεργκ. «Αποδεχθήκαμε την κυβέρνηση που προήλθε από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και το ίδιο θα κάνουμε και τώρα» λέει. Η μορφή της κυβέρνησης δεν παίζει ρόλο – αρκεί αυτή να τηρεί εξολοκλήρου τις μνημονιακές υποχρεώσεις της.

Λιγότερη οργή και περισσότερη θυμηδία προκαλούν αντίθετα οι δηλώσεις του κ.Τσίπρα περί μετατροπής του κουαρτέτου (πρώην τρόικα) σε κουιντέτο με την εκ των υστέρων συμμετοχή της Ευρωβουλής στους θεσμούς που ελέγχουν την εφαρμογή του μνημονίου. «Θα συνιστούσα στον Τσίπρα να διαβάσει τη συμφωνία με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης ESM» λέει ο ίδιος. «Δεν υπάρχει λέξη σε αυτόν για την Ευρωβουλή». Πρόκειται προφανώς για προεκλογικό πυροτέχνημα, προσθέτει, που θα σβήσει άδοξα αμέσως μετά τις εκλογές.