Επειτα από πέντε μήνες φτάνει η ώρα της αλήθειας για όλους. Η κατάσταση έχει τεράστιο ενδιαφέρον για τους αναλυτές, τα διεθνή ΜΜΕ και κυρίως για τους θεσμικούς παράγοντες της ΕΕ, του ΔΝΤ και της παγκόσμιας οικονομίας καθώς κρίνονται οι αντοχές της ευρωζώνης και η σχέση των αγορών με τα κράτη και τις νομισματικές ζώνες. Πρωτίστως όμως κρίνεται η ιστορική πορεία της πατρίδας μας.
Δεν είναι άλλωστε καθόλου συνηθισμένο ένα αναπτυγμένο κράτος-μέλος της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ να τίθεται οικειοθελώς υπό συνθήκες ολικής αβεβαιότητας για τη θεσμική και νομισματική ταυτότητά του.
Μόνο που εμείς δεν ανήκουμε ούτε στους θεατές ούτε στους αναλυτές. Εμείς είμαστε το θέμα καθαυτό. Εμείς ως λαός και ως έθνος. Οχι ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του που έχει περιορισμένη θητεία και οριοθετημένη εντολή, όπως συμβαίνει με όλες τις εκλεγμένες κυβερνήσεις σε όλα τα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Αρνούμαι συνεπώς να κάνω υποθέσεις για το τι θα συμβεί. Αρνούμαι να προσπαθήσω να μπω στο μυαλό του κ. Τσίπρα. Εύχομαι όμως και ελπίζω να έχει στο μυαλό του όλες τις επιπτώσεις. Εύχομαι και ελπίζω να έχει συνείδηση του μεγέθους της ευθύνης του.
Αν αυτό ισχύει, τότε τη Δευτέρα το βράδυ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα καταλήξει σε μια ομόφωνη θέση, δηλαδή σε μια συμφωνία που θα αποδεχθεί ο έλληνας πρωθυπουργός ο οποίος θα εγγυηθεί στους ομολόγους του την έγκρισή της από την ελληνική Βουλή και την εφαρμογή της.
Αυτό οφείλει να κάνει ο κ. Τσίπρας, γιατί αυτή είναι η μικρότερη δυνατή απόκλιση από τις προεκλογικές υποσχέσεις του και την εντολή που έλαβε από τη σχετική πλειοψηφία στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Δεν μπορεί να εφαρμόσει το δημαγωγικά θνησιγενές «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», δεν μπορεί να φέρει μια συμφωνία καλύτερη από αυτήν που είχε διαπραγματευθεί η προηγούμενη κυβέρνηση, δεν μπορεί να αποκρύψει τη μεγάλη βλάβη που προκάλεσε το χαμένο πεντάμηνο. Μπορεί όμως να αποτρέψει την καταστροφή του εθνικού κεκτημένου και την καταρράκωση του επιπέδου ζωής όλων των Ελλήνων, ιδίως των πιο αδύναμων, ιδίως αυτών που θα είναι τα πραγματικά θύματα του λόμπι της δραχμής. Μπορεί και οφείλει να αποτρέψει τον κίνδυνο που ο ίδιος δημιούργησε και με τον οποίον ο ίδιος εν ψυχρώ έπαιξε και δυστυχώς παίζει ακόμη νομίζοντας ότι μπλοφάρει απέναντι στους ευρωπαίους ομολόγους του.
Ενας βασικός μύθος της κυβερνητικής αφήγησης είναι ότι το κομβικό πρόβλημα της χώρας είναι το υπέρογκο χρέος. Για να οικοδομηθεί ο μύθος αυτός έπρεπε να συκοφαντηθεί και να απαξιωθεί η μεγάλη παρέμβαση που έγινε στο χρέος το 2012 με το κούρεμα (PSI) και τη ριζική αναδιάρθρωσή του. Χάρη όμως σε αυτή την παρέμβαση τώρα είναι εύκολες οι πρόσθετες παραμετρικές αλλαγές και διευθετήσεις που μπορούν να δώσουν απάντηση και στο πρόβλημα των επικείμενων πληρωμών της χώρας προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Χάρη σε αυτή την παρέμβαση του 2012 μπορεί να συγκροτηθεί τώρα ένα πρόσθετο χρηματοδοτικό πακέτο που δυστυχώς έφτασε να έχει ξανά ανάγκη η χώρα.
Αυτό λοιπόν που η κυβέρνηση εμφανίζει ως δήθεν δύσκολο είναι το εύκολο μέρος του πακέτου. Η κυβέρνηση αγωνίζεται –υποτίθεται –να παραβιάσει θύρες ανοιχτές από το 2012.
Προϋπόθεση όμως για αυτό είναι μια συμφωνία στα ζητήματα: α) του πρωτογενούς ελλείμματος / πλεονάσματος για τα επόμενα χρόνια και β) της αναβάθμισης της συνολικής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής πραγματικής οικονομίας.
Με αυτά τα κριτήρια συγκροτείται ο κατάλογος των μέτρων, των άμεσα δημοσιονομικών και των διαρθρωτικών και διοικητικών που έχουν έμμεσο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Εχουμε διανύσει –με τεράστιο κόστος –το 90% μιας επώδυνης διαδρομής που δεν ήταν επιλογή μας αλλά η μόνη ρεαλιστική λύση προκειμένου να αποφύγουμε την απόλυτη καταστροφή. Η σημερινή κυβέρνηση καλείται να διανύσει το 10% που απέμενε την παραμονή των εκλογών και δυστυχώς διογκώθηκε λόγω των συσσωρευμένων λαθών του χαμένου πενταμήνου. Και πάλι όμως απομένει ένα σχετικά μικρό τελευταίο τμήμα της διαδρομής. Οταν υπάρχει τέτοια δυσκολία εν έτει 2015, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί το μέγεθος της δυσκολίας το 2010, το 2011, το 2012, αλλά και το μέγεθος των ψευδών και των ψευδαισθήσεων της «αντιμνημονιακής» επαγγελίας.
Είναι θετικό το γεγονός ότι έχει γίνει αποδεκτή η μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος. Αυτή όμως αποκτά νόημα μόνο όταν ενταχθεί σε ένα ολοκληρωμένο μακροοικονομικό πλαίσιο που οδηγεί στην έξοδο από το Μνημόνιο, έστω με καθυστέρηση περίπου τριών ετών σε σχέση με τον στόχο που υπήρχε πριν από τις εκλογές για μετάβαση στην Προληπτική Πιστωτική Γραμμή στις 28.2 .2015.
Ο κατάλογος μέτρων που θα συμφωνηθεί πρέπει να είναι ο ηπιότερος δυνατός, έχει όμως αξία μόνο αν ανάγεται στο μακροοικονομικό αυτό πλαίσιο.
Η εκτίμησή μου είναι ότι στη συγκρότηση του καταλόγου των μέτρων θα επικρατήσει η λογική του Χότζα. Η επικοινωνιακή υπερφόρτωση με επώδυνα μέτρα διευκολύνει την ανακούφιση, επειδή π.χ. θα αφαιρεθεί η κατάργηση του ΕΚΑΣ και θα αποτραπεί η επιβολή ΦΠΑ 23% στους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Ούτως ή άλλως το «mail Χαρδούβελη» θα είναι μια γλυκιά ανάμνηση.
Το πώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ / ΑΝΕΛ θα εξηγήσει την παρατεταμένη παραμονή της χώρας στο «Μνημόνιο δυόμισι» (παράταση και διεύρυνση του τρέχοντος Μνημονίου), εν όψει της υπαγωγής στο «Μνημόνιο τρία», είναι δικό της κομματικό και όχι εθνικό ζήτημα.
Το πώς θα εξηγηθεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση διεκδικεί παραμετρικές αλλαγές που βελτιώνουν την καθαρή παρούσα αξία του χρέους και ψάχνει τρόπους να καλύψει τις υποχρεώσεις έναντι του ΔΝΤ και της ΕΚΤ, την ίδια ώρα που η Πρόεδρος της Βουλής έχει ήδη κηρύξει το σύνολο του χρέους προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ επαχθές, παράνομο και διαγραπτέο, είναι σοβαρό ζήτημα γιατί αφορά τη θεσμική σοβαρότητα της Βουλής, αλλά δεν συγκρίνεται με την ασύντακτη χρεοκοπία και την ανατροπή της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας.
Το εθνικό όφελος θα είναι το γεγονός ότι θα έχει αρχίσει η διαδικασία επανατοποθέτησης όλων στα πραγματικά τους μεγέθη.
Αυτό λοιπόν είναι το εθνικά αναγκαίο και πολιτικά εφικτό αποτέλεσμα της Δευτέρας.
Εφόσον υπάρξει συμφωνία που μπορεί να ενταχθεί σε ένα συνολικό σχέδιο επανόδου της Ελλάδας στην κανονικότητα μιας χώρας-μέλους της ευρωζώνης, εφόσον αυτήν την εμφανίσει ενώπιον της Βουλής μια κυβέρνηση που διαθέτει δεδηλωμένη πλειοψηφία και εφόσον ζητηθεί συγγνώμη από τον ελληνικό λαό για τον χαμένο χρόνο και τα ψέματα που του αλλοίωσαν τη συνείδηση και του συσκότισαν τον νου, διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις της σύγκλισης στην κοίτη της μόνης εφικτής εθνικής στρατηγικής. Ο καθένας θα εξηγήσει τις ανακολουθίες και τα ψεύδη του.
Αν διαρραγεί αυτό το πλαίσιο, αν η κυβέρνηση και προσωπικά ο κ. Τσίπρας φανεί κατώτερος των περιστάσεων και οδηγηθεί στη λεγόμενη ρήξη, εγκλωβισμένος στους εσωκομματικούς συσχετισμούς του και στη ψευδαίσθηση μιας πανευρωπαϊκής σύγκρουσης, τους όρους της οποίας δυστυχώς δεν κατανοεί, τότε θα προκύψει επιτακτικά μείζον ζήτημα δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Εντολή ρήξης δεν έχει δοθεί από τον ελληνικό λαό και κανείς δεν μπορεί να βιάσει τη βούληση του λαού.
Η περιβόητη ρήξη είναι άλλωστε το προοίμιο μιας συμφωνίας που απλώς θα έρθει καθυστερημένα και ταπεινωτικά, με όρους Βερσαλλιών του 1919 και όχι Λωζάννης του 1923. Με την Ελλάδα να βρίσκεται ως μαύρη τρύπα στο περιθώριο του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι επειδή κάποιοι είδαν τον εαυτό τους ως μετενσάρκωση του Μπολιβάρ που ήταν «ωραίος σαν Ελληνας» αλλά όχι Ελληνας όπως οι πολίτες αυτής της πατρίδας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ