Αρχικά, η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές ήταν ανοιχτή. Αμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, ο Ι. Βαρουφάκης διακήρυττε όπου βρισκόταν και όπου στεκόταν την άρνηση της Αθήνας να αποδεχθεί τους όρους των «θεσμών», περιέγραφε ένα ωραίο, αλλά «δημιουργικά ασαφές» σχέδιο και ένα μήνα αργότερα έφθασε στην υπογραφή της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου.
Η συνέχεια και οι μεταπτώσεις έχουν καταγραφεί και περιλαμβάνονται πλέον στην Ιστορία.
Επεισοδιακές συνεδριάσεις του eurogroup και του euroworking group, αδυναμία σύγκλισης τουλάχιστον σε ένα κοινό πεδίο συζήτησης, αδιέξοδο.
Από μία στιγμή κι έπειτα – μετά την όπως όλα δείχνουν σημαντική συνάντηση Μέρκελ – Τσίπρα στο Βερολίνο στις αρχές Μαρτίου – η τακτική της ελληνικής κυβέρνησης άλλαξε.
Ο Πρωθυπουργός όρισε σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και πληροφορίες διάφορους αντιπροσώπους σε παράλληλες ομάδες διαπραγμάτευσης, οι οποίοι αναφέρονται αποκλειστικά σε αυτόν.
Μεταξύ αυτών ο υπουργός Επικρατείας Ν. Παππάς, ο οποίος επικοινωνεί πλέον απευθείας με τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ο επικεφαλής του ΣΟΕ Γ. Χουλιαράκης, κ.ά.
Σταδιακά, ο ρόλος του υπουργού Οικονομικών περιορίστηκε και άρχισε να διακινείται η εντύπωση ότι το κλίμα έχει βελτιωθεί και οι συνομιλίες έχουν αποκτήσει έναν εποικοδομητικό χαρακτήρα.
Από την ημέρα που ο κ. Βαρουφάκης «ψαλιδίστηκε», πριν από περίπου έναν μήνα, η ανοιχτή διαπραγμάτευση φαίνεται πως έχει μετατραπεί σε «μυστική διπλωματία» – αν και τα στοιχεία και τα δημοσιονομικά δεδομένα δεν την ευνοούν, καθώς προϋπάρχει το mail Χαρδούβελη ως ένδειξη των απαιτήσεων των δανειστών, οι μετρήσιμες αποκλίσεις από τους στόχους, οι υστερήσεις εσόδων από τον ΦΠΑ, η έλλειψη ρευστότητας, η κρίση του ασφαλιστικού, η επιδείνωση του κλίματος κλπ.
Το Μέγαρο Μαξίμου είτε παρασκηνιακά, είτε και δημοσίως, καλλιεργεί την εντύπωση ότι η συμφωνία είναι θέμα ημερών. Παράλληλα όμως επιμένει ότι δεν υποχωρεί από τις «κόκκινες γραμμές» του.
Από τις Βρυξέλλες, το κλίμα είναι πολύ διαφορετικό. Πρόοδος φαίνεται να έχει υπάρξει, όμως οι «κόκκινες γραμμές» της ελληνικής κυβέρνησης εμποδίζουν την συμφωνία, μεταδίδεται.
Παρά ταύτα, ο Αλ. Τσίπρας μίλησε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο σαν να είναι δεδομένη μία συμφωνία, ενώ άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης εκτιμούν και μεταδίδουν ότι «η συμφωνία γράφεται» (μεταξύ αυτών ο Ν. Παππάς. Παράλληλα όμως με την τακτική που ακολουθεί ωθεί την κατάσταση σε σημείο οριακό και σε συνθήκες που φαίνεται πως προπαρασκευάζουν το κλίμα για μία συμφωνία λίγο πριν το χείλος του γκρεμού, όπου τα διλήμματα όλων θα είναι δραματικά.
Οσο συμβαίνουν αυτά, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο σκοτάδι.
Η διαδικασία που ακολουθήθηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, όπου η συνεδρίαση της ΚΕ ήταν διευρυμένη και συμμετείχαν και οι βουλευτές, ερμηνεύεται ως ένδειξη της απόφασης που έχει λάβει ο Πρωθυπουργός: όπως εκτιμάται, καμία συζήτηση και ενημέρωση επί του ακριβούς περιεχομένου της συμφωνίας δεν πρόκειται να υπάρξει, μέχρις ότι γραφτούν τα τελικά κείμενα.
Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, η τακτική αυτή που ακολουθεί ο Πρωθυπουργός, προμηνύει πως ο κ. Τσίπρας θα είναι εκείνος που εν τέλει θα πει «take it or leave it» στους βουλευτές του (πρωτίστως) και τα κόμματα του «φιλοευρωπαϊκού τόξου» του κοινοβουλίου (δευτερευόντως).