Το φάσμα του πολιτικού Αρμαγεδδώνος αντιμετωπίζει η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα καθώς η διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές της χώρας βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού. Τα χρονικά και οικονομικά περιθώρια έχουν πλέον στενέψει δραματικά και οι επιλογές του Πρωθυπουργού έχουν ξεκάθαρα διλημματικό χαρακτήρα: υπογραφή μιας συμφωνίας με τους εταίρους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται η απόρριψή της, ή δρομολόγηση άλλων ραγδαίων και μονοδιάστατα αρνητικών εξελίξεων; Σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον εκδηλώνονται τις τελευταίες ημέρες μια σειρά πιέσεις, επιχειρούνται εκβιασμοί και αναζητούνται διέξοδοι –όχι πάντα προς την ίδια κατεύθυνση.
Η πρώτη που δέχεται πιέσεις από δύο μέτωπα είναι η κυβέρνηση. Μετά την ουσιαστική έναρξη των διαπραγματεύσεων προ τριών εβδομάδων και παρά την όποια πρόοδο συνομολογείται, οι διαθέσεις των διεθνών συνομιλητών της Αθήνας δεν επιδέχονται παρερμηνείες. Επιμένουν στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης για την απεμπλοκή της χρηματοδότησης, κάτι που σημαίνει τη λήψη επώδυνων πολιτικών αποφάσεων από την κυβέρνηση.
Με βάση αυτά τα στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνονται και από τις δημόσιες τοποθετήσεις ευρωπαίων αξιωματούχων, οι ελπίδες για υποχώρηση των δανειστών στα πεδία του Ασφαλιστικού και των Εργασιακών (συλλογικές διαπραγματεύσεις, ομαδικές απολύσεις κ.ά.) δεν θεωρούνται ρεαλιστικές αυτή τη στιγμή.
Το δεύτερο πεδίο εκδήλωσης πιέσεων προς την κυβέρνηση εντοπίζεται στο κόμμα, το οποίο, ακόμη κι αν δεν έχει κηρύξει πόλεμο, βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική γραμμή από το Μέγαρο Μαξίμου εκδηλώνοντας παράπονα για ελλιπή ενημέρωση και εγκατάλειψη προεκλογικών θέσεων.
Στο Μέγαρο Μαξίμου αναζητούνται αυτές τις ημέρες δυνατότητες ελιγμών ή έστω κάποιων διαχειριστικών πολιτικών κινήσεων. Αποφάσεις όμως δεν έχουν ληφθεί καθώς ο Αλ. Τσίπρας εξακολουθεί να ευελπιστεί ότι η αναμενόμενη συνάντησή του με την Ανγκελα Μέρκελ στη σύνοδο της Ρίγα στις 21-22 Μαΐου μπορεί να του προσφέρει κάποια περιθώρια ελιγμών ώστε να προχωρήσει σε συμφωνία και απεμπλοκή.
Τα σενάρια που συζητούνται στον κύκλο συνομιλητών του κ. Τσίπρα είναι δύο, ασύμβατα μεταξύ τους και υπό αυτή την έννοια ενδεικτικά της αντιφατικότητας που κυριαρχεί ακόμη και στο περιβάλλον του Πρωθυπουργού.
«Εκβιασμός» με την Ακροδεξιά


Το απαισιόδοξο σενάριο προβλέπει μια αμετακίνητη στάση των δανειστών και καταλήγει σε ένα σκηνικό εκατέρωθεν εκβιασμών μεταξύ Αθήνας, Βερολίνου και Βρυξελλών, με τη χώρα και την οικονομία σε τέλμα και ένα βήμα πριν από τον γκρεμό της χρεοκοπίας.

«Αν θέλουν, ας μας ρίξουν. Υπάρχουν πολλές άλλες δυνατότητες αν θέλει κάποιος να εφαρμόσει μέτρα που εμείς δεν θα μπορούμε»
αναφέρει τακτικός συνομιλητής του Πρωθυπουργού. Σε μια κατ’ ιδίαν συνομιλία η ίδια πηγή μιλούσε ανοιχτά για μια εξέλιξη που οδηγεί στις κάλπες, υπονοώντας την ίδια στιγμή ότι κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε ως μέσο πίεσης ή ως συγκαλυμμένος εκβιασμός της Αθήνας προς τους εταίρους.
Παρά ταύτα, ο συγκεκριμένος συνομιλητής δεν αξιολογούσε ως προβληματικό το ενδεχόμενο να επικρατούν οριακές συνθήκες, κυρίως στον χώρο των τραπεζών, αν προκηρυχθούν εκλογές με αυτούς τους όρους. Τόνιζε όμως ότι περικοπές σε χαμηλοσυνταξιούχους, ομαδικές απολύσεις και άλλα αντιλαϊκά μέτρα «η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί ούτε να ψηφίσει, πόσω μάλλον να εφαρμόσει». Στον πυρήνα αυτής της επιλογής βρίσκεται η συγκαλυμμένη «απειλή» της ενίσχυσης της Ακροδεξιάς, την οποία η ελληνική κυβέρνηση μεταχειρίζεται ως πολιτικό επιχείρημα και απειλή έναντι των «γερακιών» της Ευρώπης.
Το πλέον αισιόδοξο σενάριο βασίζεται στην προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει στη διαπραγμάτευση κάποια ευνοϊκή λύση στα Εργασιακά και μια όχι τόσο επιθετική διευθέτηση στο Ασφαλιστικό, εν είδει πολιτικών «φύλλων συκής» για την απόπειρα αντιστάθμισης σκληρών φορολογικών μέτρων.

Σύμφωνα με συνεργάτες του Πρωθυπουργού, υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η συμφωνία «περνάει» από τη Βουλή και το κόμμα, έστω και με κάποιες διαρροές ή με εκπεφρασμένες αντίθετες απόψεις. Μέχρι στιγμής όμως ενδείξεις που να δικαιολογούν μια υποχώρηση των δανειστών δεν υπάρχουν.

Το «τολμηρό πολιτικό άλμα»


Το σενάριο αυτό βασίζεται στην εκτιμώμενη μεταξύ των συνομιλητών του απόφαση του Πρωθυπουργού να προχωρήσει σε συμφωνία, ακόμη και ερήμην του κόμματος. «Καθετί διαφορετικό θα είναι καταστροφή για τη χώρα και για τον ΣΥΡΙΖΑ και κάνουν λάθος όσοι πιστεύουν κάτι διαφορετικό» ανέφερε ένα από τα παλαιότερα και εμπειρότερα στελέχη. Η ίδια πηγή θεωρεί ότι «ο Τσίπρας γνωρίζει πλέον τις δραματικές επιπτώσεις σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία» και θεωρεί ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει δίλημμα.
Η ενεργοποίηση όμως αυτού του σεναρίου περιλαμβάνει, αφενός, τολμηρές και σχεδιασμένες κινήσεις από τον Πρωθυπουργό με στόχο την υπέρβαση της εγγενούς εσωκομματικής παθογένειας και αφετέρου ένα εκλογικό σενάριο. «Η μόνη λογική προσφυγής σε εκλογές προϋποθέτει την ψήφιση της συμφωνίας στη Βουλή, έστω και με διαρροές από την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως ο Τσίπρας λάβει υπόψη του ότι οι κοινωνικές ομάδες που αυτή τη στιγμή τον στηρίζουν αναμένουν από αυτόν την υπέρβαση, οφείλει να λάβει τολμηρές αποφάσεις και να θέσει όσους αντιδρούν στην ευρωπαϊκή πορεία προ των ευθυνών τους και των επιλογών τους» υπογραμμίζει ο ίδιος συνομιλητής.
Είναι φανερό από τη φύση και το περιεχόμενο αυτών των συζητήσεων ότι η ώρα των αποφάσεων για τον Πρωθυπουργό έχει φθάσει. Σύμφωνα δε με πληροφορίες και βάσει των διαθέσεων που έχουν εκδηλώσει κυβερνητικά στελέχη, η ενδεχόμενη απόφαση του κ. Τσίπρα να προχωρήσει σε ευρωπαϊκό δρόμο, έστω και με ανάληψη πολιτικού κόστους, θα σημάνει και κινήσεις «διόρθωσης» του κυβερνητικού σχήματος.

Τα όρια
«Συμφωνία μόνο αν είναι έντιμη και αμοιβαία επωφελής»
«Αισιοδοξούμε ότι είμαστε πολύ κοντά σε μια συμφωνία» είπε ο Πρωθυπουργός το βράδυ της Παρασκευής μιλώντας στο συνέδριο του «Economist» αναφερόμενος στο τελικό στάδιο της διαπραγμάτευσης. Συμπλήρωσε όμως ότι «παραμένουν ανοιχτά θέματα» και υπογράμμισε ότι «τις επόμενες ημέρες πρέπει να δουλέψουμε σκληρά για να υπάρξει μια συναντίληψη της πραγματικής κατάστασης του ασφαλιστικού συστήματος».
Εν όψει αυτών δήλωσε ότι «δεν υπάρχει δυνατότητα και πιθανότητα να υποχωρήσουμε στο θέμα των μισθών και των συντάξεων». Στην ομιλία του πάντως ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι «η συμφωνία πρέπει να κλείσει μόνο αν είναι έντιμη και αμοιβαία επωφελής» και ενεργοποίησε και τη λογική της «καμένης γης», ενώ επιχείρησε έναν σύντομο απολογισμό των πρώτων 100 ημερών της διακυβέρνησής του.


Σκέψεις ανασχηματισμού
Αλλαγές προσώπων σε περίπτωση συμφωνίας

Στο τραπέζι βρίσκονται ήδη σενάρια ανασχηματισμού για την επόμενη ημέρα. Στο Μέγαρο Μαξίμου και στα ηγετικά κυβερνητικά κλιμάκια έχουν καταγράψει τις πρόσφατες δηλώσεις υπουργών όπως του Ι. Βαρουφάκη, ο οποίος από το βήμα του συνεδρίου του «Economist» δήλωσε ότι «ως υπουργός Οικονομικών θα αρνηθώ να βάλω την υπογραφή μου σε ένα πακέτο που μακροοικονομικά δεν θα είναι συνεπές». Υπό αυτή την έννοια και εφόσον ο Πρωθυπουργός λάβει την κρίσιμη απόφαση, πιθανολογείται ότι η επόμενη ημέρα μιας συμφωνίας δεν θα βρει τον κ. Βαρουφάκη στη θέση του υπουργού Οικονομικών. Αντιστοίχως, υπάρχουν πληροφορίες που φέρουν τον Π. Λαφαζάνη και τους υπουργούς της Αριστερής Πλατφόρμας να απομακρύνονται οικεία βουλήσει από τις θέσεις τους –και ασχέτως της στάσης που θα τηρήσουν κοινοβουλευτικά –σε περίπτωση που υπογραφεί μια συμφωνία ασύμβατη με τις αρχές και τις θέσεις τους. Ερωτηματικά τίθενται πλέον και για τον Π. Σκουρλέτη, σε περίπτωση που η συμφωνία υπάρξει χωρίς τις επιθυμητές προβλέψεις στα εργασιακά.
Πέραν αυτών, κάποιες πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι υπάρχουν εισηγήσεις προς το Μέγαρο Μαξίμου για γενικευμένες αλλαγές στη σύνθεση του κυβερνητικού σχήματος μετά την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, καθώς ο στόχος πλέον θα είναι η αποτελεσματικότητα και η απόδοση έργου της κυβέρνησης. Στα σενάρια αυτά περιλαμβάνονται και ενδεχόμενα ανοίγματα του κ. Τσίπρα προς άλλα πρόσωπα ή πολιτικές δυνάμεις, αν και όλα αυτά τοποθετούνται σε έναν πιο απομακρυσμένο χρονικό ορίζοντα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ