Σε προσδοκίες για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία που να τις δικαιολογούν, επενδύει πλέον η κυβέρνηση, με πρώτο στόχο την επιδίωξη χαριστικού τύπου κινήσεις προκειμένου να αποτραπεί η χρηματοδοτική ασφυξία της οικονομίας.
Επειτα από πολλές μεταπτώσεις, οι οποίες στο διάστημα των τελευταίων ημερών ανέτρεψαν άρδην τις τακτικές επιδιώξεις της κυβέρνησης, κατά τρόπο που την έφερε να ζητεί πλέον την Δευτέρα μία «συνολική συμφωνία», ενώ λίγες μόλις ημέρες νωρίτερα δήλωνε βέβαιη ότις έως την προηγούμενη Κυριακή θα είχε επιτευχθεί λύση με στόχο μια «ενδιάμεση συμφωνία», το Μέγαρο Μαξίμου και το κεντρικό οικονομικό επιτελείο καταφεύγουν σε απόπειρες πολιτικών παρεμβάσεων, με μοναδικό στόχο ενέσεις ρευστότητας και το αίτημα προς την ΕΚΤ να μην κλείσει η στρόφιγγα της ρευστότητας των τραπεζών.
Στο πλαίσιο αυτό, επιστρατεύεται ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ι. Δραγασάκης, ο οποίος την Τρίτη το απόγευμα μαζί με τον αναπληρωτή υπουργό Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Ευκλείδη Τσακαλώτο έχουν έκτακτη συνάντηση στην Φρανκφούρτη με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, μία μόλις ημέρα πριν την κρισιμότερη ίσως έως σήμερα συνεδρίαση του ΔΣ του Οργανισμού, όπου θα ληφθούν αποφάσεις για την ρευστότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή της κυβέρνησης, όπως διατυπώθηκε την Δευτέρα από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γαβρ. Σακελλαρίδη, ο οποίος δεν ανέφερε καν την συνάντηση Δραγασάκη –Τσακαλώτου με τον Μάριο Ντράγκι, η ελπίδα είναι πως θα αναγνωριστεί η πρόοδος που έχει συντελεστεί στις διαπραγματεύσεις και σε αυτή τη βάση θα αποφασιστεί η χορήγηση ρευστότητας προς την Ελλάδα, ακόμη κι αν δεν έχει επιτευχθεί μία συνολική συμφωνία.
Παρά ταύτα, δεν υπάρχει ένδειξη από τις Βρυξέλλες, η οποία να συμπίπτει με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Υπενθυμίζεται ότι στο περιθώριο του eurogroup της Ρίγα στις 24 Απριλίου ο επικεφαλής της ΕΚΤ είχε δηλώσει μεταξύ των άλλων τα εξής: «Ρευστότητα έκτακτης ανάγκης θα δίνεται για όσο χρονικό διάστημα οι ελληνικές τράπεζες είναι φερέγγυες και έχουν επαρκή ασφάλεια», ενώ είχε αναφερθεί στην «εύθραυστη κατάσταση στην Ελλάδα, τις συνεχιζόμενες εκροές από τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και το γεγονός ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων είναι τώρα στο υψηλότερο σημείο τους από το 2012».
Ο κ. Ντράγκι είχε τότε (στις 24 Απριλίου) σημειώσει πως «ο χρόνος εξαντλείται, και η ταχύτητα είναι η ουσία» ενώ όταν ρωτήθηκε αν υπάρχει περίπτωση εκταμίευσης μέρους της δόσης είχε απαντήσει: «όχι», συμπληρώνοντας: «Εχουμε συμφωνήσει για πλήρες πακέτο εντός τεσσάρων μηνών».
Παρά ταύτα, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται εν μέσω διαπραγματεύσεων στο τεχνικό επίπεδο, να επιχειρεί παράκαμψη της διαδικασίας και να διεκδικεί ενέσεις ρευστότητας επί τη βάσει μίας προόδου στις διαπραγματεύσεις, οι οποίες όμως δεν έχουν καταλήξει κάπου.