Παρά την διακινούμενη φημολολγία ότι στις διαπραγματεύσεις μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και δανειστών σημειώνεται πρόοδος, η εικόνα που διαμορφώνεται από το υπουργικό συμβούλιο της Πέμπτης οδηγεί στην εκτίμηση ότι το σκηνικό είναι ρευστό όσο ποτέ έως τώρα και οι εξελίξεις που προμηνύονται, ραγδαίες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε για μία ακόμη φορά αισιόδοξος ότι επίκειται αίσια εξέλιξη, πλην όμως οι επιφυλάξεις που εκφράζονται είναι πολλές και έντονες.

Κυβερνητικές πηγές μεταφέρουν μία εικόνα, σύμφωνα με την οποία η προσδοκία που καλλιεργείται από το Μέγαρο Μαξίμου συνοψίζεται για μία ακόμη φορά στο ότι μία ενδεχόμενη συμφωνία με τους δανειστές στις συζητήσεις που διεξάγονται μεταξύ τεχνικών κλιμακίων, θα οδηγήσει σε μία χαλάρωση της στάσης της ΕΚΤ, ώστε να εξευερεθούν πόροι χρηματοδότησης εντός των προσεχών εβδομάδων. Αλλα κυβερνητικά στελέχη όμως βλέπουν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό.

Μέλη του υπουργικού συμβουλίου επιβεβαιώνουν ότι στο τραπέζι αυτή τη στιγμή βρίσκονται διαφορετικά δεδομένα.

Με βάση αυτά, η βασική αξίωση των δανειστών είναι ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει καταλήξει εντός των αμέσως προσεχών ημερών σε ένα πακέτο προτάσεών και θέσεων, τα οποία θα αποτελούν την συνολική συμφωνία και όχι μία ενδιάμεση, όπως επιδιώκει το Μέγαρο Μαξίμου. «Ολα θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί ως τις αρχές Μαΐου, δεν υπάρχει ενδιάμεση συμφωνία και δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα Ιουνίου», τόνιζε αργά χθες το βράδυ κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η οποία μετέφερε και τα όσα ανέφερε ο Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στο υπουργικό συμβούλιο, η πίεση που ασκείται προς την Αθήνα έχει στόχο την ολοκλήρωση του τεχνικού σκέλους της διαπραγμάτευσης στις πρώτες εβδομάδες του Μαΐου, ώστε μία πιθανολογούμενη συμφωνία να επικυρωθεί σε ένα έκτακτο συμβούλιο κορυφής της ΕΕ περί τα τέλη του μηνός. Αυτές οι αναφορές συνοδεύονταν από την πεποίθηση ότι η πλευρά των δανειστών επιδιώκει την κλιμάκωση της πίεσης προς την Αθήνα, προκειμένου να κάμψει κάθε εστία αντίδρασης στους κύκλους τηε ελληνικής κυβέρνησης.

Υπό αυτές τις συνθήκες, το ενδεχόμενο συμβιβασμού φαντάζει αβέβαιο.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν καταρτίζεται και δεν κατατίθεται το πολυνομοσχέδιο. «Αν δεν ξέρουμε τι ακριβώς ζητεί η άλλη πλευρά δεν πρόκειται – και δεν έχει νόημα να έλθει ένα νομοσχέδιο στη Βουλή», ανέφερε η ίδια πηγή λίγη ώρα μετά το πέρας της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, στην συνεδρίαση της Πέμπτης κατέστη για μία ακόμη φορά σαφής η αντίθεση του Αριστερού Ρεύματος του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο διαφωνεί με έναν πάση θυσία συμβιβασμό και θεωρεί μάλλον απίθανο ενδεχόμενο έναν «έντιμο συμβιβασμό».

Η εκτίμηση αυτή αποτελεί και τη βάση για την συζήτηση περί δημοψηφίσματος, η οποία έγινε στο υπουργικό συμβούλιο.

Σύμφωνα με τα όσα μεταφέρουν στελέχη της κυβέρνησης, το σκηνικό αυτή τη στιγμή έχει ως εξής: ο Αλ. Τσίπρας εμφανίζεται αμφίθυμος, χωρίς να εκδηλώνει ανοιχτά τις διαθέσεις του, αν και κάποιοι εκτιμούν ότι είναι διατεθειμένος να προχωρήσει ακόμη και σε έναν «ετεροβαρή» συμβιβασμό, όπως έλεγε αργά το βράδυ της Πέμπτης στέλεχος του Αριστερού Ρεύματος.

Η ίδια πηγή όμως σημείωνε ότι αν υπό αυτές τις συνθήκες φθάσουμε σε δημοψήφισμα, το αντικείμενο της διακύβευσης δεν μπορεί να είναι συγκεχυμένο και με κατάληξη την πάση θυσια παραμονή στο ευρώ, αλλά σαφές: ρήξη ή συμβιβασμός.

Λίγη ώρα μετά τη λήξη του ΥΣ της Πέμπτης, στην ιστοσελίδα iskra.gr αναρτήθηκε σχόλιο, υπό τον τίτλο «»Εταίροι» και δανειστές καλούν την κυβέρνηση σε ταπεινωτική συνθηκολόγηση». Εκεί μεταξύ των άλλων αναφέρεται:

«Είναι πλέον φανερό ότι οι κυρίαρχοι αντιδραστικοί κύκλοι των διεθνών πολιτικο-οικονομικών ελίτ και οι «θεσμικοί» εκπρόσωποι τους επιχειρούν να σύρουν την ελληνική κυβέρνηση σε πλήρη συνθηκολόγηση – συμφωνία νέο-μνημονιακής κοπής, με εφαλτήριο και την ετεροβαρή συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Στρατηγικός τους στόχος είναι να ταπεινώσουν τον ελληνικό λαό και να παραδειγματίσουν, παράλληλα, και τους υπόλοιπους λαούς που συνθλίβονται από τις αντιλαϊκές και αντεργατικές πολιτικές που θέλουν να επιβάλλουν ως μονόδρομο.

Η μάχη που δίνει η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να έχει επιτυχημένη έκβαση μόνο με την εφαρμογή μέχρι τέλους και ενάντια σε κάθε εκβιασμό του ριζοσπαστικού της προγράμματος, το οποίο ενέκρινε ο ελληνικός λαός και το οποίο σε σημαντικό βαθμό συμπυκνώνει αιτήματα των αγώνων που έδωσε τα χρόνια της μνημονιακής λεηλασίας. Η εξελισσόμενη αναμέτρηση ανάμεσα στην Ελλάδα και τους δανειστές της διαθέτει σαφή ταξικά χαρακτηριστικά και ιστορικές διαστάσεις. Οι λαοί της Ευρώπης, που ασφυκτιούν στη μέγγενη της μονεταριστικης λιτότητας του άτεγκτου ευρωενωσιακού πλαισίου ακουμπούν τις ελπίδες τους στην προοδευτική για τον ελληνικό λαό διέξοδο, που θα αποτελέσει φάρο ελπίδας και για τους ίδιους.

Η ελληνική κυβέρνηση αναλαμβάνοντας το ιστορικό αυτό βάρος καλείται να εμψυχώσει τον ελληνικό λαό με την αταλάντευτη στάση της και να του μιλήσει απερίφραστα για τις εναλλακτικές επιλογές που διαθέτει η χώρα, μακριά από δαιμονοποιήσεις και αφορισμούς, που καταλήγουν να ρίχνουν νερό στο μύλο της εκβιαστικής κινδυνολογίας η οποία εκπορεύεται από τους πιο αντιδραστικούς κύκλους του διεθνούς πολιτικο-οικονομικού κατεστημένου και των εγχώριων εκπροσώπων του».