Η Ευρώπη βρίσκεται πάλι αντιμέτωπη με ένα πελώριο προσφυγικό κύμα. Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, καθώς και σε πολλές άλλες ασιατικές και αφρικανικές χώρες, ξεριζώνει καθημερινά χιλιάδες πολίτες από τις μόνιμες εστίες τους. Η ασφαλής και πλούσια Ευρώπη αρνείται όμως να τους προσφέρει καταφύγιο. Και όσοι από αυτούς καταφέρνουν με κίνδυνο της ζωής τους να βάλουν πόδι στις νότιες ακτές της –ιδίως τις ελληνικές και ιταλικές –μένουν, λίγο ή πολύ, εγκλωβισμένοι σε αυτές: Η συμφωνία Δουβλίνο ΙΙ, γέννημα-θρέμμα της Γερμανίας και των πλούσιων χωρών του Βορρά, δεν τους επιτρέπει να ταξιδέψουν σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Το μαρτύριο της ανέχειας και της αβεβαιότητας αναπαράγεται έτσι –χώρια τα προβλήματα που δημιουργεί η παραμονή τους στις χώρες υποδοχής, και ιδίως στην ελληνική, που περνά από εξαετή πρωτοφανή οικονομική κρίση. Για όλα αυτά αλλά και για τις δυνατότητες μιας εναλλακτικής προσφυγικής πολιτικής μιλάει στην παρακάτω συνέντευξη ο υπεύθυνος για ευρωπαϊκά θέματα της γερμανικής ανθρωπιστικής οργάνωσης Pro Asyl Καρλ Κοπ.

Η κυβέρνηση Τσίπρα άλλαξε ήδη πολλές παραμέτρους της ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής. Ποια είναι η εκτίμησή σας για αυτήν;
«Ξέρετε καλά ότι ασκούσαμε αυστηρότατη κριτική στις προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις για τις απάνθρωπες μεθόδους της έναντι των ξένων. Επομένως χαιρόμαστε όταν ακούμε ότι οι τελευταίοι βρίσκουν τώρα στέγαση σε κλειστά καταλύματα με ελεύθερη πρόσβαση σε αυτά και ότι δεν κρατούνται πλέον φυλακισμένοι, όπως συνέβαινε προηγουμένως, σε στρατόπεδα κράτησης».
Μια ριζική στροφή λοιπόν στη μεταναστευτική πολιτική;
«Οχι. Αλλά βλέπουμε προόδους και τη θέληση για μια μεγάλη στροφή. Μόνο που η πραγματικότητα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη. Είναι φανερό ότι όσο περισσότερο αποφεύγει το Λιμενικό την απώθηση των ξένων από τα ελληνικά θαλάσσια ύδατα τόσο μεγαλύτερος θα είναι και ο αριθμός των προσφύγων από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν ή τη Σομαλία που θα βρίσκουν καταφύγιο στη χώρα. Μόνο, προσοχή: Οι διασωθέντες δεν είναι πρόσφυγες της Ελλάδας αλλά της Ευρώπης. Γι’ αυτό και η τελευταία θα έπρεπε να βοηθήσει τόσο για την υποδοχή τους στην Ελλάδα όσο και για τη μεταφορά τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες».

Αυτό θέλει προφανώς και η ελληνική κυβέρνηση, που χαρακτηρίζει τελευταία πρόσφυγες όλους τους νεοεισερχόμενους ξένους και θέλει να τους τροφοδοτήσει αμέσως με ταξιδιωτικά έγγραφα. Σωστή πρακτική;
«Θεωρητικά θα έπρεπε να εξετάσει κάθε άτομο ξεχωριστά για να διαπιστώσει αν είναι πραγματικά πρόσφυγας. Αυτό θα έπαιρνε όμως απελπιστικά πολύ χρόνο. Αναφορικά με τους Σύρους εξάλλου το πράγμα είναι ξεκάθαρο –πρόκειται για πρόσωπα που χρήζουν άμεσα διεθνούς προστασίας και γι’ αυτό μπορούν να πάρουν ομαδικά το στάτους και τα έγγραφα του πρόσφυγα. Με αυτά θα μπορούν να ταξιδεύουν στη συνέχεια ελεύθερα στις χώρες του Σένγκεν, χωρίς ωστόσο να μπορούν να εγκατασταθούν σε αυτές –αυτό δεν το επιτρέπει δυστυχώς το σύμφωνο του Σένγκεν».
Δεν είναι μια ειρωνεία της Ιστορίας το ότι οι Ελληνες παραπονιούνται για το βάρος του ενός εκατομμυρίου προσφύγων την ίδια στιγμή που ανοίγουν τα σύνορά τους σε 25 εκατομμύρια τουρίστες;
«Αυτό το κάνουν και άλλοι λαοί, όπως οι Ιταλοί, οι Ισπανοί και οι Γάλλοι. Οι πρόσφυγες βρίσκουν παντού κλειστές πόρτες –ανοιχτές είναι μόνο για τους τουρίστες. Με αποτέλεσμα να δίνουν περισσότερα χρήματα για την αναχαίτιση των προσφύγων ή για τον εγκλεισμό τους σε στρατόπεδα κράτησης από ό,τι για την ανθρώπινη μεταχείρισή τους. Και αυτό το πληρώνουν ιδίως τα παιδιά, για τα οποία δεν υπήρχε ως τώρα η παραμικρή πρόνοια. Σε αυτό φταίει βέβαια πάλι η Ευρώπη, η οποία δεν βοηθά την Ελλάδα ούτε και σε αυτό το σημείο».
Τι κερδίζει η Γερμανία από την άρνησή της να αναθεωρήσει τη συμφωνία Δουβλίνου ΙΙ;
«Τίποτε το ιδιαίτερο. Ολοι ξέρουν ότι η συμφωνία αυτή είναι διάτρητη. Οι περισσότεροι σύροι πρόσφυγες που φθάνουν στην Ιταλία περνούν γρήγορα με έννομο ή παράνομο τρόπο στη Γερμανία. Και η τελευταία κερδίζει μάλιστα από αυτό, επειδή η οικονομία της βρίσκεται στα φόρτε της και έχει ανάγκη από νέους εργαζομένους, και δη καλά εκπαιδευμένους, όπως είναι οι περισσότεροι πρόσφυγες από τη Συρία και το Ιράκ».
Γιατί τότε η εμμονή στην άρνηση;
«Προφανώς από φόβο ότι θα κατακλυστεί από μετανάστες άλλων χωρών, που δεν είναι επαρκώς ή και καθόλου εκπαιδευμένοι».
Και πώς το επιτυγχάνει;
«Με το να αναγκάζει την Ελλάδα να κτίσει έναν φράχτη στον Εβρο ή να στέλνει το Λιμενικό της να αναχαιτίσει τους πρόσφυγες στο Αιγαίο. Το ότι έτσι πνίγονται εκατοντάδες άτομα δεν την ενδιαφέρει».
Οι Γερμανοί δεν είναι όμως οι μοναδικοί σκληρόκαρδοι…
«Εχετε δίκιο σε αυτό. Υπάρχουν αμέτρητα περιστατικά που το επιβεβαιώνουν. Ενα παράδειγμα: Πριν από λίγο καιρό το τουρκικό Λιμενικό πυροβόλησε ένα πλοίο γεμάτο μετανάστες που είχε πάρει δρόμο για το Αιγαίο και το ανάγκασε να γυρίσει πίσω στις τουρκικές ακτές. Υπήρξαν πολλοί τραυματίες. Ο ιταλός υπουργός Εσωτερικών, αντί να διαμαρτυρηθεί γι’ αυτό, εξέφρασε τις ευχαριστίες του στις τουρκικές Αρχές».
Ποιο είναι το δικό σας μοντέλο υποδοχής και ένταξης των μεταναστών στην Ευρώπη;
«Ο πυρήνας του είναι η αρχή της αμοιβαιότητας. Οι Ελληνες αφήνουν τους πρόσφυγες να μπουν στη χώρα τους και τους μεταχειρίζονται σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου: ανθρώπινα δικαιώματα, ξενώνες, περίθαλψη. Ετσι οι πρόσφυγες αποφεύγουν τους δουλεμπόρους και βρίσκουν σίγουρο καταφύγιο. Με τη σειρά της, η Ευρώπη παρέχει όλη την απαραίτητη οικονομική, τεχνική, ιατρική και εν γένει επιστημονική υποστήριξη για την υποδοχή. Ακολουθεί η διανομή των προσφύγων στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες με κριτήριο όχι τόσο τον αριθμό των κατοίκων όσο την οικονομική ευρωστία τους, καθώς και τις δυνατότητες καλύτερης ενσωμάτωσης των ξένων στη νέα τους πατρίδα. Και τις καλύτερες προϋποθέσεις για αυτό, όπως είπα ήδη, τις προσφέρουν οι χώρες στις οποίες υπάρχουν ήδη ισχυρές κοινότητες ξένων, όπως η Γερμανία. Το σκάνδαλο πάντως να επωμίζονται τα μεγάλα βάρη της μετανάστευσης οι χώρες της Νότιας Ευρώπης, που περνούν πρωτοφανή οικονομική κρίση, πρέπει να σταματήσει».
Ετσι όμως η Ευρώπη θα γινόταν ο μαγνήτης για όλους της Γης τους κολασμένους…
«Αυτό συμβαίνει ήδη. Μόνο αυτή τη στιγμή περιμένουν 4,5 εκατομμύρια μετανάστες στις όχθες της Τουρκίας, του Λιβάνου και της Βόρειας Αφρικής για να μπουν στην Ευρώπη. Ολοι τους είναι αναγκαστικά υποχείρια των δουλεμπόρων, και όχι λίγοι θα πνιγούν στη Μεσόγειο στην προσπάθειά τους να φθάσουν στην απέναντι όχθη. Οι πρόσφυγες θα έλθουν έτσι ή αλλιώς. Το ερώτημα είναι λοιπόν όχι το εάν αλλά το πώς έρχονται –εκτεθειμένοι σε θανάσιμους κινδύνους ή με όρους ασφάλειας. Η Ευρώπη θα πρέπει επιτέλους να αποφασίσει υπέρ του δεύτερου –ή, με άλλα λόγια, υπέρ μιας διπλής αλληλεγγύης: και με την Ελλάδα και με τους πρόσφυγες».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ