Την προηγούμενη Τετάρτη το βράδυ όλα έδειχναν ότι οι συζητήσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές της οδηγούνταν σε αδιέξοδο. Η συνεδρίαση του Eurogroup δεν κατέληξε σε κανενός είδους συμφωνία, παρά το γεγονός ότι προς στιγμήν καλλιεργήθηκε η εντύπωση –και από την ελληνική πλευρά –ότι κάτι τέτοιο ήταν εφικτό. Υπό αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα όδευε ολοταχώς προς την απομόνωση. Παρά ταύτα την Πέμπτη το πρωί και έπειτα από πολλές παρασκηνιακές παρεμβάσεις και συνεννοήσεις βρέθηκε μια διέξοδος, ούτως ώστε να καταλαγιάσουν τα πάθη στο διάστημα που μεσολαβεί ως την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup που έχει προγραμματιστεί για αύριο Δευτέρα.
Οι πρώτες αψιμαχίες


Ηδη από τις προπαρασκευαστικές συναντήσεις εν όψει του Εurogroup της προηγούμενης Τετάρτης τα μηνύματα δεν ήταν θετικά. Οι Ι. Δραγασάκης, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ι. Βαρουφάκης, υπουργός Οικονομικών, και Γ. Χουλιαράκης, επικεφαλής του ΣΟΕ και εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Euroworking Group, διέβησαν τις πύλες του κτιρίου της Επιτροπής.
Εκεί είχαν μια συνάντηση με τον αντιπρόεδρο Βάλντις Ντομπρόφσκις, αρμόδιο για θέματα του ευρώ και του κοινωνικού διαλόγου στην «κυβέρνηση» Γιούνκερ.
Ηδη από αυτή τη συνάντηση άρχισε να μυρίζει μπαρούτι. Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη συζήτηση με τους αξιωματούχους της Κομισιόν ο κ. Βαρουφάκης ανέπτυξε με το γνωστό πάθος τις απόψεις του για τη λανθασμένη «αρχιτεκτονική» της Ενωσης, το λανθασμένο πρόγραμμα που εφαρμόστηκε, τα προβλήματα που προκάλεσε κ.τ.λ.
Οι συνομιλητές του, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, ζήτησαν μια συγκεκριμένη αντιπρόταση. Δεν υπήρχε. Αντιθέτως, ο υπουργός Οικονομικών εξέπληξε τους πάντες λέγοντας ότι η Ελλάδα δεν ζητεί νέα δάνεια αλλά απλώς πρόσβαση στη χρηματοδότηση μέσω της ΕΚΤ, και ότι για αυτά δεν πρόκειται να δεχθεί όρους αλλά να θέσει τους δικούς του, για τους οποίους οι κοινοτικές υπηρεσίες θα πείθονταν μόλις έπαιρναν στα χέρια τους το ολοκληρωμένο, αλλά υπό κατάρτιση, νέο πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης…
Οι συζητήσεις με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ι. Δραγασάκη δημιούργησαν την εντύπωση ότι υπάρχει μεγαλύτερο πεδίο συνεννόησης. Οπως όμως μεταδίδουν κοινοτικές πηγές, «ο Δραγασάκης εμφανίστηκε μάλλον αργά στην εικόνα και φαίνεται ότι έχει μια περισσότερο πολιτική προσέγγιση των πραγμάτων». Οσο για τον κ. Χουλιαράκη, τον τεχνοκράτη ο οποίος συμμετέχει στις ομάδες εργασίας που προετοιμάζουν τις συνεδριάσεις του Eurogroup, οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι «είναι ένας λογικός άνθρωπος».
Στην ετερόκλητη αυτή σύνθεση της ελληνικής αντιπροσωπείας κυριάρχησαν η εξωστρέφεια και το ταμπεραμέντο του κ. Βαρουφάκη. Οπως συνέβη και στη συνεδρίαση του Εurogroup λίγες ώρες αργότερα, όπου όλοι λίγο-πολύ είχαν πάει «υποψιασμένοι». Είχε προηγηθεί μια συνεδρίαση της ομάδας εργασίας, όπου είχε ζητηθεί από τον κ. Χουλιαράκη επίσης συγκεκριμένη πρόταση, χωρίς όμως να παρουσιαστεί.
Οι 18 απέναντι στην Ελλάδα


Ετσι στη συνεδρίαση του Eurogroup οι 18 συνάδελφοι του κ. Βαρουφάκη τον άκουσαν επί αρκετή ώρα να παρουσιάζει ουσιαστικά μια διάλεξη οικονομικού περιεχομένου, ενώ Ισπανοί, Πορτογάλοι, Φινλανδοί κ.ά. άρχισαν να διαμαρτύρονται για το πώς η Ελλάδα εμφανίζεται να ζητεί συνεχώς χρόνο, χρήματα και ανοχή. Εν τέλει στην ουσία 18 κράτη-μέλη βρέθηκαν απέναντι σε ένα, έστω και με διαφοροποιημένες προσεγγίσεις, άλλοι πιο επιεικείς, άλλοι πιο επιθετικοί.
Παρόντες στη συνεδρίαση ήταν όλοι οι εμπλεκόμενοι: ο Μάριο Ντράγκι, διοικητής της ΕΚΤ, η Κριστίν Λαγκάρντ, γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του EFSF, και ο Πόουλ Τόμσεν, επικεφαλής του ΔΝΤ στην Ευρώπη.
Οι πιέσεις για υπογραφή μιας κοινής ανακοίνωσης που θα περιείχε τη φράση «συνέχιση και επιτυχής ολοκλήρωση του ισχύοντος προγράμματος» ήταν ασφυκτικές και σε αυτό το πλαίσιο οι αναφορές στα στοιχεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της χώρας εκτενείς και λεπτομερείς. Οπως είναι ήδη γνωστό, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αποχώρησε νωρίς, με τη βεβαιότητα ότι το κοινό ανακοινωθέν θα υπογραφόταν, καθώς είχε συμπεριληφθεί η διατύπωση περί πιθανής τροποποίησης του προγράμματος. Επειτα από μακρά τηλεφωνική επικοινωνία των κ.κ. Δραγασάκη και Βαρουφάκη με τον κ. Αλέξη Τσίπρα η ελληνική υπογραφή δεν μπήκε, κατά μία εκδοχή επειδή έτσι αποφάσισε ο Πρωθυπουργός, κατά μία άλλη, την οποία στηρίζει και η ελληνική κυβέρνηση, επειδή αυτή ήταν η κοινή απόφαση.
Ο Γιούνκερ, το ΔΝΤ και η «ενσωμάτωση»


Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, την επόμενη ημέρα ανέλαβε πρωτοβουλία ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος δημιούργησε μια γέφυρα μεταξύ του Αλ. Τσίπρα και του Γερούν Ντάισελμπλουμ. Οπως σημείωναν πρόσωπα που γνωρίζουν καλά τους όρους λειτουργίας των ευρωπαϊκών οργάνων, «αν δεν γινόταν μια συνεννόηση σε αυτό το επίπεδο, δεν θα υπήρχε καν λόγος διεξαγωγής του επόμενου Εurogroup».
Αναλυτές που έχουν παρακολουθήσει στενά την ελληνική κρίση τα τελευταία πέντε χρόνια ερμήνευαν ως εξής τις εξελίξεις του κρίσιμου αυτού διημέρου: Κατά τα λεγόμενά τους, η συζήτηση στο Εurogroup θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε συγκρούσεις και να έχει ανοίξει πληγές δύσκολα επουλώσιμες. Παρά ταύτα, επικράτησε η άποψη να δοθεί ένα στενό έστω πολιτικό περιθώριο στον νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό της Ελλάδας, ο οποίος θα εμφανιζόταν την Πέμπτη για πρώτη φορά σε σύνοδο κορυφής, με στόχο να παρουσιάσει σε ένα επίσημο τραπέζι τις θέσεις της κυβέρνησής του. «Αυτό που θέλει η Ευρώπη είναι να ενσωματώσει τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ και όχι να δημιουργήσει ένα συγκρουσιακό περιβάλλον, το οποίο δεν θα ωφελήσει κανέναν» ανέφερε το βράδυ της Πέμπτης πηγή προσκείμενη στην Κομισιόν. Υπό αυτήν την έννοια οι ίδιες πηγές είδαν το σκηνικό του Εurogroup ως απολύτως αναμενόμενο, αλλά με ένα ξεκάθαρο αποτέλεσμα: ότι ενέτεινε τις χρονικές πιέσεις για την εξεύρεση λύσης.
Μετά την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας το βράδυ της Τετάρτης πληροφορίες αναφέρουν ότι έντονες ήταν η κινητικότητα από την πλευρά του ΔΝΤ (προς το οποίο έχει καταβληθεί και μία δόση αποπληρωμής, ύψους 700 εκατ. ευρώ) και η παρασκηνιακή δράση της γαλλικής πλευράς –λόγω και της εμπλοκής της Lazard στις συζητήσεις.
Ετσι ο κ. Τσίπρας συναντήθηκε το πρωί της Πέμπτης, λίγες ώρες πριν από την άτυπη Σύνοδο Κορυφής, με τον ολλανδό επικεφαλής του Eurogroup και συμφώνησαν τη συνέχιση της συνεργασίας σε τεχνικό επίπεδο, προκειμένου να αναζητηθεί ο κοινός τόπος ανάμεσα στο ισχύον πρόγραμμα και στις προτάσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Η βάση της πιθανής συμφωνίας


Τι είναι αυτό που κάνει την ελληνική κυβέρνηση να εμφανίζεται ικανοποιημένη κατόπιν όλων αυτών –έστω κι αν η Ανγκελα Μέρκελ στη συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής κατέβασε τον πήχη των προσδοκιών διευκρινίζοντας ότι «η Ελλάδα έχει δύο επιλογές: είτε να ολοκληρώσει το πρόγραμμα είτε να ζητήσει επιμήκυνσή του»;
Σύμφωνα με πρόσωπα που έχουν γνώση του πλαισίου των συνομιλιών που είναι σε εξέλιξη, σε συνδυασμό με τα όσα λένε κοινοτικοί παράγοντες, «το κλειδί βρίσκεται στη διατύπωση. Ο Ντάισελμπλουμ έχει αναζητήσει κάθε πιθανό συνδυασμό εκφράσεων και ορισμών, ώστε να μην εμφανίζεται η Αθήνα να ζητεί παράταση του σημερινού προγράμματος».
Την ίδια στιγμή, μία από τις διεκδικήσεις της ελληνικής πλευράς έχει ήδη ικανοποιηθεί, καθώς ο όρος «τρόικα» αποτελεί ήδη παρελθόν και έχει αντικατασταθεί από τη φράση «εκπρόσωποι των θεσμών».
Πιθανολογείται δε ότι αν ως τη συνεδρίαση του Εurogroup της Δευτέρας έχουν εξευρεθεί οι τρόποι συνεννόησης για το θέμα του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων, τότε η βάση για μια συμφωνία θα υπάρχει και υπό αυτές τις συνθήκες η Αθήνα θα την υπογράψει.


Στενά περιθώρια
Το παζάρι για τους όρους και τα μέτρα

Το ζητούμενο θα είναι οι όροι της νέας συμφωνίας. Και όπως μετέδιδαν πηγές από τις Βρυξέλλες και από την Αθήνα, θα είναι αναπόφευκτο να μην υπάρξουν κάποιου είδους μέτρα, αν και δεν αποκλείεται να δοθεί ένα χρονικό περιθώριο για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως π.χ. το Ασφαλιστικό.
Επίσης είναι ήδη σε μεγάλο βαθμό γνωστό θα υπάρχει και μηχανισμός αξιολόγησης. Πιθανολογείται ότι ώσπου να υπάρξει η τελική διαμόρφωση των κειμένων κεντρικό ρόλο θα αναλάβει η Επιτροπή, κάτι που η ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται, ενώ δεν αποκλείεται οι αξιολογήσεις να γίνονται (και) στις Βρυξέλλες.
Το εσωτερικό μέτωπο

Με την πρόοδο στις επαφές μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και «θεσμικών εκπροσώπων των δανειστών» να θεωρείται προεξοφλημένη, αν και «ο Διάβολος κρύβεται στη λεπτομέρεια», το στοιχείο που προβληματίζει πλέον αγορές, πιστωτές και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι κατά πόσον η ελληνική κυβέρνηση θα κατορθώσει να «περάσει» τη συμφωνία από την ετερογενή κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι αντιδράσεις σε φραστικό επίπεδο, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, αναμένονται λίαν συντόμως. Το αν και κατά πόσον οι αντιδράσεις αυτές θα οδηγήσουν σε άλλους είδους προβλήματα θα κριθεί από το περιεχόμενο του προγράμματος, για την ολοκλήρωση του οποίου ο δρόμος είναι ακόμη μακρός. Βασικό στοιχείο της εξίσωσης πάντως είναι και το γεγονός ότι η νέα συμφωνία θα πρέπει να περάσει και από τα κοινοβούλια των άλλων κρατών-μελών της ΟΝΕ, όπως συνέβη και με τις προηγούμενες.
Ηδη από την Παρασκευή το πρωί η ομάδα περί τον υπουργό Οικονομικών κάθησε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους τεχνοκράτες της πάλαι ποτέ τρόικας.
Η ελληνική ομάδα, η οποία παραμένει στις Βρυξέλλες, στελεχώνεται εν πολλοίς από εκπροσώπους της Lazard, έχει επικεφαλής τον καθηγητή Γ. Χουλιαράκη, ο οποίος έπειτα από το βάπτισμα του πυρός της προηγούμενης εβδομάδας συζητεί πλέον επί της ουσίας με τους εκπροσώπους των δανειστών.
Συνομιλητές των εκπροσώπων της ελληνικής κυβέρνησης είναι τρία στελέχη με πολύ καλή «εικόνα» των οικονομικών δεδομένων της Ελλάδας, καθώς πρόκειται για στελέχη της… τρόικας: ο Ντέκλαν Κοστέλο εκ μέρους της Κομισιόν, ο Κλάους Μαζούχ από την ΕΚΤ και ο Ρίσι Γκογιάλ εκ μέρους του ΔΝΤ. Επικεφαλής της ομάδας των θεσμικών εκπροσώπων των δανειστών θα είναι ο Τόμας Βίζερ του Euroworking Group.
Ο στόχος του πλεονάσματος

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου και εν όψει της αυριανής συνεδρίασης ήταν αφότου γίνουν όλες οι απαραίτητες συζητήσεις να «περάσει» το βασικό αίτημα της Αθήνας: η αποδοχή εκ μέρους των δανειστών ενός αναθεωρημένου στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού του 2015 στα επίπεδα του 1,5% του ΑΕΠ αντί για 3%. Το ποσοστό αντιστοιχεί σε περίπου 2,8 δισ. ευρώ, χωρίς τα οποία η κυβέρνηση δεν έχει την παραμικρή δυνατότητα υλοποίησης έστω και ενός μέρους των όσων έχει εξαγγείλει για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Σύμφωνα δε με πληροφορίες, στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκονται πολύ ειδικά στοιχεία, όπως το νέο επαπειλούμενο δημοσιονομικό κενό ή τα γενικότερα προβλήματα στην εκτέλεση του προϋπολογισμού –κάτι που οδήγησε τον κ. Τσίπρα και στην περίφημη έκκληση προς τους πολίτες να εκπληρώσουν τις υπάρχουσες φορολογικές υποχρεώσεις τους –και οι δυνατότητες αντιμετώπισής τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ