H οικονομική κρίση και η τετραετία της σκληρής λιτότητας των μνημονίων έχουν χαράξει βαθιά την ελληνική κοινωνία, έχουν κάνει όμως τους πολίτες πιο υποψιασμένους, πιο ώριμους να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα και έτοιμους να εγκαταλείψουν στερεότυπα και να αναθεωρήσουν αντιλήψεις που κυριάρχησαν όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Την ίδια στιγμή ο βραδύς ρυθμός ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, που ακόμη δεν αποτυπώνεται χειροπιαστά στην καθημερινότητα των πολιτών, αλλά και η μη γραμμική εξέλιξη των εθνικών στόχων για απεμπλοκή από το ΔΝΤ προκαλούν σύγχυση στην κοινή γνώμη –σύγχυση που αντιμετωπίζεται όμως με ψυχραιμία από μεγάλο μέρος των πολιτών. Με άλλα λόγια, η οργή και η αγανάκτηση του 2010 έχουν μετατραπεί μέσα από μια διαδικασία αυτογνωσίας σε ρεαλισμό και πολιτική ωριμότητα.
Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα της νέας έρευνας της Κάπα Research που παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα» και δείχνει πως οι Ελληνες έχουν αντιληφθεί ότι το μοντέλο διακυβέρνησης πρέπει να αλλάξει, ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μπορούν να λυθούν καλύτερα μέσα από τις συνεργασίες κομμάτων και όχι από ισχυρές μονοκομματικές κυβερνήσεις, και ακόμη ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και μεσσίες που θα βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση αλλά χρειάζονται ευρωπαϊκή καθοδήγηση, σχέδιο και σταθερότητα στην οικονομία.
Η έρευνα καταγράφει σχετική άνοδο των πρώτων δύο κομμάτων, χωρίς όμως να μεταβάλλεται ο συσχετισμός των ευρωεκλογών. Ετσι στην πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ (με 27,4%) προηγείται 3,9 ποσοστιαίες μονάδες της ΝΔ (23,5%), ενώ παρά το έντονο κλίμα πόλωσης των τελευταίων ημερών το Ποτάμι, το ΚΚΕ και οι ΑΝΕΛ φαίνεται να διατηρούν την επιρροή που κατέγραψαν στις ευρωεκλογές. Αποδυναμωμένα εμφανίζονται το ΠαΣοΚ και η Χρυσή Αυγή.
Η έρευνα δείχνει ακόμη ότι η καθαρή διαχωριστική γραμμή Μνημόνιο/ Αντιμνημόνιο έχει πλέον «θαμπώσει»: Χρηματιστήριο, spreads και το φρένο για έξοδο από το Μνημόνιο έχουν φέρει σε σύγχυση τις στρατηγικές των δύο αντίπαλων κομμάτων.
Γίνεται σαφές ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μέσα από τη διαδικασία του Μνημονίου, αν και μάτωσε οικονομικά, γρήγορα αντελήφθη –και από τα παραδείγματα της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου –ότι οι μεταρρυθμίσεις στην οικονομία και η προσαρμογή στα δεδομένα του διεθνούς ανταγωνισμού και της παγκοσμιοποίησης είναι μονόδρομος αν θέλει η χώρα να σταθεί στα πόδια της. Ετσι, παρ’ όλο που η προσπάθεια της χώρας να αποκοπεί από τα δεσμά του ΔΝΤ απολαμβάνει σημαντική υποστήριξη (7 στους 10 δηλώνουν ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση), οι πολίτες εμφανίζονται ανήσυχοι και, συνεπώς, επιφυλακτικοί ως προς τη δυνατότητα της Ελλάδας να αποχωρήσει από το πρόγραμμα δανεισμού μέσα στο 2014 (4 στους 10 επιθυμούν τη συνέχιση του προγράμματος ως το 2016).
Για τον λόγο αυτόν η πλειονότητα των πολιτών θεωρεί θετική την ψήφο εμπιστοσύνης που πήρε η κυβέρνηση στην πρόσφατη συζήτηση στο Κοινοβούλιο, τάσσεται υπέρ της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή και κατά της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ζητώντας ουσιαστικά οι εκλογές για την ανάδειξη της νέας κυβέρνησης να γίνουν κανονικά το 2016.
Σε αυτό το περιβάλλον σύγχυσης και ανησυχίας, η κοινωνία συσπειρώνεται –έστω και οριακά –γύρω από τον εκλεγμένο ηγέτη της, γι’ αυτό και ο Αντ. Σαμαράς διατηρεί σταθερά το προβάδισμα στον δείκτη «καταλληλότητας για Πρωθυπουργός» με 42,5%. Ωστόσο είναι εμφανής η ενίσχυση των ηγετικών χαρακτηριστικών του Αλ. Τσίπρα κατά την περίοδο μετά τις ευρωεκλογές.
Ετσι ενώ οι πολίτες δείχνουν να έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους χειρισμούς του κ. Σαμαρά για την αντιμετώπιση των μεγάλων θεμάτων της χώρας (εθνικά, χρέος, ελλείμματα, οικονομική κρίση, ασφάλεια), θεωρούν καταλληλότερο τον κ. Τσίπρα για να λύσει θέματα που αφορούν τη ζωή του πολίτη (κοινωνικές ανισότητες, φορολογία, Παιδεία, ανεργία).
Αν και η δυσφορία προς την κυβέρνηση είναι σαφής και η συντριπτική πλειονότητα πιστεύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, εν τούτοις οι πολίτες δεν έχουν αποφασίσει για το ποια θα πρέπει να είναι η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πολίτες –που τάσσονται υπέρ ενός πιο αναλογικού εκλογικού συστήματος (51% ζητεί την κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών και την υιοθέτηση της απλής αναλογικής) –προκρίνουν για την επομένη των εκλογών μια κυβέρνηση που να βασίζεται σε συνεργασία περισσότερων κομμάτων αντί μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης. Προτιμούν μάλιστα η κυβέρνηση συνεργασίας να είναι ΝΔ – ΠαΣοΚ – Ποταμιού από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ΣΥΡΙΖΑ – ΠαΣοΚ – Ποταμιού ή ΣΥΡΙΖΑ – Ποταμιού.
Εντυπωσιακό μάλιστα είναι ότι ένας στους τρεις πολίτες που ζητούν κυβερνήσεις συνεργασίας υπερβαίνουν τα πολιτικά στερεότυπα και τάσσονται υπέρ ενός μεγάλου συνασπισμού ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ.


Χωρίς την τροϊκα
Θα κάνουμε τα λάθη που μας χρεοκόπησαν

Με επιφύλαξη αντιμετωπίζεται από την κοινή γνώμη η προοπτική απομάκρυνσης της τρόικας, καθώς το πολιτικό σύστημα φαίνεται να μην έχει ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς την ικανότητά του να εγγυηθεί την πορεία της χώρας: το 43,1% θεωρεί ότι χωρίς την επίβλεψη της τρόικας η χώρα θα διολισθήσει στα ίδια λάθη που έφεραν τη χρεοκοπία, ενώ ο κίνδυνος εξόδου της χώρας από το ευρώ θεωρείται ακόμη υπαρκτός (46,5%, έναντι 45,2% που πιστεύουν ότι ο κίνδυνος έχει αποφευχθεί).
Υπό αυτό το πρίσμα, ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού προτιμά τις δυσκολίες από την πλήρη αβεβαιότητα. Αναδεικνύεται συνεπώς η δυσκολία του πολιτικού συστήματος να βγάλει τη χώρα από την κρίση αλλά και να παρουσιάσει μιαν αξιόπιστη εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία της αυτογνωσίας η ελληνική κοινή γνώμη πέρασε από την αρχική οργή και αγανάκτηση στη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας που ζητεί τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και την καθοδήγησή της από τους ξένους, ώστε να επιστρέψει με ασφάλεια στις αγορές και στην ανάπτυξη.