Πεπεισμένοι για το ενδεχόμενο εκλογών (με αυξημένες πιθανότητες, μάλιστα) εμφανίζονται στον ΣΥΡΙΖΑ. Και επικαλούνται προς ενίσχυση της εντύπωσης αυτής πληροφορίες-εκτιμήσεις από την πρόσφατη συνάντηση του Πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά με την γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ.
Οπως σημειώνουν κομματικά και κοινοβουλευτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ένα από τα κεντρικά σημεία της συνάντησης αυτής ήταν η πολιτική εκκρεμότητα που υπάρχει στην Ελλάδα.
Με βάση αυτή τη θεώρηση, όπως αναλύεται και μεταφέρεται από στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η γερμανική κυβέρνηση έχει μεταφέρει στην Αθήνα την θέση της, βάσει της οποίας δεν πρόκειται να προχωρήσει καμία συζήτηση για κανένα από τα μείζονα θέματα, όσο δεν ξεκαθαρίζει το πολιτικό τοπίο.
Στο πλαίσιο αυτό η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται με μία κυρίαρχη εκτίμηση, την επιβεβαίωση ή διάψευση της οποίας αναμένει τις αμέσως προσεχείς ημέρες.
Βάσει αυτής, οι συναντήσεις με την τρόικα και οι συζητήσεις για τα καυτά ζητήματα των απολύσεων στο δημόσιο, του νέου εργασιακού και των νέων μισθολογίων, σε συνδυασμό με την επικείμενη κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού, θα λειτουργήσουν καταλυτικά και πιθανώς θα ανοίξουν το δρόμο για τις πρόωρες κάλπες.
Παρά ταύτα, το σενάριο αυτό εξακολουθεί να έχει έναν αδύναμο κρίκο και αυτός είναι η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Σε περίπτωση που το σενάριο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες επιβεβαιωθεί, η εκκρεμότητα θα παραμένει, χωρίς να διαφαίνεται πώς ακριβώς θα καταστεί δυνατός ο απεγκλωβισμός από αυτήν, ακόμη και έπειτα από εκλογές, οι οποίες μπορεί να έχουν απροσδιόριστες περιπλοκές.
Εν αναμονή πάντως όλων αυτών και των πιθανολογούμενων ενδείξεων εντός των ημερών, στον ΣΥΡΙΖΑ όλα τα ενδεχόμενα βρίσκονται στο τραπέζι της συζήτησης.
Από τη μία πλευρά, ο Γ. Δραγασάκης δίνει μία ακόμη εκδοχή ελάφρυνσης του χρέους, μιλώντας για «απόσυρση» ενός μέρους και όχι πλέον για κούρεμα του μεγαλύτερου τμήματος. Από την άλλη, στελέχη όπως ο Π. Λαφαζάνης και ο Δ. Στρατούλης στέλνουν τα μηνύματά τους, εμμένοντας στην άποψη περί «κουρέματος», επικαλούμενοι μάλιστα τα όσα ανάφερε προ δύο εβδομάδων στην ΔΕΘ ο Αλ. Τσίπρας.
Ολα ανοιχτά (πάλι…) για συνεργασίες
Την ίδια στιγμή, και στην σκιά των δημοσκοπήσεων που δίνουν μεν άνετη επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όχι αυτοδυναμία, τα σενάρια των συμμαχιών επανέρχονται εκ νέου στο τραπέζι, καθώς στην Κουμουνδούρου έχουν διαπιστώσει ότι η σχετική συζήτηση τους έχει ωφελήσει, προσελκύοντας ψηφοφόρους απ’ ευθείας στην δική τους δεξαμενή και αφαιρώντας δυναμική από κόμματα που εμφανίζονται διατεθειμένα να συνεργαστούν με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Υπό αυτό το πρίσμα ο Π. Σκουρλέτης επανήλθε την Δευτέρα στην λογική των συνεργασιών με όλους όσους δηλώσουν διατεθειμένοι να συμφωνήσουν σε μία εναλλακτική πολιτική.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, εκκρεμεί ο ορισμός κάποιων συναντήσεων μεταξύ του Αλ. Τσίπρα και των Στ. Θεοδωράκη και Π. Καμμένου, οι οποίοι έχουν εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον.
Μιλώντας στον ρ/σ Παραπολιτικά, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε μεταξύ των άλλων: «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι συνεπής σε μια βαθιά ενωτική αντίληψη που έχει υπηρετήσει όλα τα τελευταία χρόνια. Οικοδομεί συμμαχίες πρώτα απ’ όλα μέσα στην κοινωνία και αυτές βρίσκουν την αντανάκλασή στο και στο πολιτικό πεδίο. Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι με βάση το καταλυτικό αποτέλεσμα των εκλογών, να είστε βέβαιος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε αυτοδύναμος είτε με άλλες δυνάμεις, θα συγκροτήσει μια ισχυρή…. κυβέρνηση».
Παρά ταύτα, ο κ. Σκουρλέτης υπογράμμισε ότι όλα τα σενάρια συνεργασιών εξετάζονται, με μάλλον γενικές και «ευέλικτες» προϋποθέσεις και όρους: «είμαστε ανοιχτοί σε όλες εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες δεσμεύονται στη βάση ενός εναλλακτικού προγράμματος με προοδευτικό πρόσημο, εναλλακτικού ως προς το μνημόνιο. Αυτή είναι μια δέσμευσή μας απέναντι προς τον κόσμο. Πάνω σε αυτό καλούνται όσοι θέλουν να συνεργαστούν μαζί μας να δεσμευτούν και αυτοί. Αλλά, ταυτόχρονα, πρέπει να έχουν και το χαρακτηριστικό της πολιτικής φερεγγυότητας των προσώπων που πάνε να υπηρετήσουν», σημείωσε ο κ. Σκουρλέτης και συμπλήρωσε ότι αυτό θα αφορά «όλες τις πολιτικές δυνάμεις, όποιες θα υπάρχουν μετά τις εκλογές, οι οποίες με βάση και την καταλυτική επίδραση του αποτελέσματος, θα αποφασίσουν να στηρίξουν όλοι μαζί ένα πρόγραμμα εναλλακτικό για την έξοδο από την μνημονιακή πολιτική και την ανατροπή της».