Οι δηλώσεις του Μάθιου Νίμιτς κατά την επίσκεψή του στα Σκόπια ήταν σαν ξαναζεσταμένο φαγητό: αδιάφορες και άνοστες. Ο απεσταλμένος των Ηνωμένων Εθνών επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι διέγνωσε εποικοδομητική στάση, ότι οι συνομιλίες αφορούν μόνο στο ζήτημα της ονομασίας και ότι δεν τίθεται θέμα ταυτότητας. Υπήρξε μόνο μία εξαίρεση και αυτή είναι η ακόλουθη: «Το ζήτημα της ονομασίας είναι ζήτημα που αγγίζει πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γερμανίας, ενώ πολλές χώρες θέλουν να το δουν να επιλύεται δεδομένων των γεγονότων στον κόσμο».
Είναι η πρώτη φορά που ο κ. Νίμιτς πραγματοποιεί μία τέτοιου είδους δήλωση, από την άποψη ότι για πρώτη φορά αναδεικνύει ο ίδιος το ενδιαφέρον του Βερολίνου για επίλυση της εκκρεμότητας της ονομασίας. Συνδέει μάλιστα το ενδιαφέρον αυτό με γεγονότα που διεθνώς εκτυλίσσονται –με έμμεση αλλά σαφή αναφορά στις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία και στην ψύχρανση των σχέσεων Δύσης –Ρωσίας.
Η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ παρενέβη δις το τελευταίο διάστημα στο Σκοπιανό. Η πρώτη φορά ήταν στο πλαίσιο της άτυπης συνάντησης της διαδικασίας του Μπρντο, στην οποία συμμετέχουν οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων (οι πρώην γιουγκοσλαβικές δημοκρατίες και η Αλβανία) και εφέτος πραγματοποιήθηκε στο Ντουμπρόβνικ της Κροατίας. Σε αυτή τη συνάντηση, η κυρία Μέρκελ είχε πει ότι πρέπει να βρεθεί ένας συμβιβασμός, ότι αποτελεί βάρος για τη Γερμανία η διαιώνιση αυτή της εκκρεμότητας και ότι κάποια στιγμή τα Σκόπια πρέπει να γίνουν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του ΝΑΤΟ.
Η δεύτερη παρέμβαση της κυρίας Μέρκελ ήλθε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραδοσιακά παραχωρεί πριν από τις καλοκαιρινές διακοπές. Τόνισε εκεί ότι «συζητώ και με τον έλληνα Πρωθυπουργό» Αντώνη Σαμαρά και ότι «διεξάγω αυτές τις συνομιλίες εμπιστευτικά, κάτι που είναι αρκετά δύσκολο». Είχε όμως προσθέσει χαρακτηριστικά: «Θα έρθει με βεβαιότητα και πάλι η στιγμή κατά την οποία θα καταβάλω μεγάλη προσπάθεια για το θέμα αυτό».
Ο ρόλος Χόισγκεν
Διπλωματικές πηγές από τις Βρυξέλλες δήλωναν προς «Το Βήμα» ότι το γερμανικό ενδιαφέρον για το ονοματολογικό δεν είναι κάτι καινούριο. Ήταν πάντοτε παρόν, συνήθως όμως διακριτικά, όπως παραδοσιακά κινείται σε τέτοιου είδους ζητήματα η γερμανική διπλωματία. Ακόμη και κατά τη διάρκεια των παρασκηνιακών συνομιλιών επί κυβερνήσεως Γιώργου Παπανδρέου, οι Γερμανοί ενδιαφέρονταν να μαθαίνουν την πορεία των συνομιλιών. Οι ίδιες πηγές σημείωναν επίσης ότι στο πλευρό της Άνγκελα Μέρκελ βρίσκεται ένας άνθρωπος που έχει παρακολουθήσει τις εξελίξεις στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ) επί πάνω από μία δεκαετία.
Ο άνθρωπος αυτός είναι ο Κρίστοφ Χόισγκεν. Πρόκειται για τον διπλωματικό σύμβουλο της γερμανίδας καγκελαρίου, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά την πΓΔΜ ήδη από την εποχή που εργαζόταν στο γραφείο του πρώην ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, του ισπανού Χαβιέρ Σολάνα. Ήταν άλλωστε ο Χόισγκεν εκείνος που είχε κανονίσει τη συνάντηση του Μάθιου Νίμιτς με την Άνγκελα Μέρκελ στα τέλη του 2013 στο Βερολίνο.
Γιατί όμως ενδιαφέρονται οι Γερμανοί; Η σταθερότητα των Βαλκανίων, στα οποία διατηρούν σημαντικές επενδύσεις, είναι ένας από τους λόγους. Κρίσιμο σημείο στην εξίσωση της σταθερότητας αφορά στο μέλλον του Κοσόβου. Το Βερολίνο θέλει να μπορέσει η Πρίστινα να σταθεί στα πόδια της και για τον λόγο αυτό στήριξε και την προσέγγιση με το Βελιγράδι –αφού πρώτα πίεσε τους Σέρβους. Μία σταθερή πΓΔΜ είναι απαραίτητη ώστε να μην αναφυούν προβλήματα στο Κόσοβο, ιδιαίτερα επειδή και στις δύο περιοχές υπάρχει αλβανικός πληθυσμός.
Παράλληλα, διπλωματικοί κύκλοι υπογραμμίζουν ότι το «χαμηλό βαρομετρικό» στις σχέσεις Δύσης –Ρωσίας έχει οδηγήσει ακόμη και τους Ευρωπαίους στη συνειδητοποίηση ότι τα Βαλκάνια (ιδιαίτερα τα Δυτικά) πρέπει να δεθούν όσο στενότερα γίνεται με το ευρωατλαντικό σύστημα ώστε να μην επιτραπεί στη Μόσχα να εκμεταλλευτεί όποια κενά υπάρξουν και ενισχύσει την επιρροή της. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενεργειακή απεξάρτηση των χωρών αυτών από τη Ρωσία παίζει σημαντικό ρόλο.
Σταθερή στις θέσεις της η Αθήνα
Από την Αθήνα πάντως, το μήνυμα που εκπέμπεται και το οποίο αναμένεται να μεταφέρει ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατά τη συνάντηση που θα έχει με τον Μάθιου Νίμιτς το μεσημέρι της Τετάρτης στο υπουργείο Εξωτερικών είναι σαφές: η Αθήνα έχει κάνει τα βήματα που της αναλογούν και πρέπει πλέον τα Σκόπια να κινηθούν. Η ελληνική πλευρά έχει παράλληλα διαφοροποιήσει ελαφρώς την τακτική και τη ρητορική της, επιδιώκοντας να αποδραματοποιήσει τη διαφορά για την ονομασία ως βασική αιτία που δεν προχωρά η ευρωατλαντική προοπτική των Σκοπίων, δίνοντας πλέον έμφαση και στην πτυχή της μη συμμόρφωσης της βαλκανικής χώρας με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης.
Σε ό,τι έχει να κάνει με πιθανή ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ, η πρόσφατη αποστροφή του νέου προέδρου της Κομισιόν Ζαν –Κλοντ Γιούνκερ κατά τις προγραμματικές του δηλώσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι δεν προβλέπεται νέο κύμα διεύρυνσης για την επόμενη πενταετία ήχησε ωραία στην Αθήνα. Η ανησυχία είχε επικεντρωθεί άλλωστε σε πιθανή κινητικότητα στο ΝΑΤΟ ενόψει της Συνόδου Κορυφής της Ουαλίας (4-5 Σεπτεμβρίου). Ωστόσο, η προοπτική συζήτησης περί διεύρυνσης της Συμμαχίας έχει πλέον απομακρυνθεί έπειτα από τη συζήτηση που έγινε στην τελευταία σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών.
Ακόμη και οι ενταξιακές φιλοδοξίες του Μαυροβουνίου (που είχαν χαρακτηριστεί ως «κερκόπορτα») πάγωσαν. Οι Γερμανοί θα μπορούσαν φυσικά να σκεφτούν διάφορες ευφάνταστες και ενδιάμεσες λύσεις για ενίσχυση της συνεργασίας ΝΑΤΟ –Σκοπίων, όπως έκαναν και για την περίπτωση της Γεωργίας –δύσκολα όμως θα ξέφευγαν από το συμπεφωνημένο πλαίσιο.