Η πολιτική επένδυση στη σταθερότητα αναδεικνύεται με αιφνιδιαστικό τρόπο σε βασικό στρατηγικό στόχο του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις αντιπολιτευτικές κορόνες και τις φραστικές παροτρύνσεις για «ανατροπή του μνημονιακού καθεστώτος». Εχοντας επίγνωση της κρισιμότητας της περιόδου ο Αλ. Τσίπρας εμφανίζεται τις τελευταίες εβδομάδες πιο θεσμικός από ποτέ, ενώ μια ένδειξη των διαθέσεών του σε ένα ενδεχόμενο μετεκλογικό τοπίο που δόθηκε την προηγούμενη εβδομάδα προκάλεσε αρκετές απορίες. Ξεπερνώντας το δίλημμα «αυτοδυναμία ή συνεργασίες» που ούτως ή άλλως κατατρύχει μονίμως τον ΣΥΡΙΖΑ, ο γραμματέας της ΚΟ Ν. Βούτσης έδειξε έναν τρίτο δρόμο: αυτόν του σχηματισμού κυβέρνησης με ψήφο ανοχής της Βουλής σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία με κάποιον κυβερνητικό εταίρο επί ενός προγράμματος.
Στην ουσία επρόκειτο για μια διαβεβαίωση, την οποία άλλωστε ο κ. Βούτσης διατύπωσε και ευθέως: ότι το κόμμα του, εφόσον θα είναι πρώτο έπειτα από τις εθνικές εκλογές, ακόμη κι αν έχει αδυναμία εξεύρεσης συμμάχων, δεν πρόκειται να επιδιώξει νέα προσφυγή στις κάλπες. Αντιθέτως, θα θελήσει να εξαντλήσει κάθε θεσμική δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης.
Με αυτή την εκδοχή ο ΣΥΡΙΖΑ κατεβάζει κατά μία άποψη για μία ακόμη φορά τον πήχη των προσδοκιών. Κυρίως όμως επιχειρεί να κατευνάσει ανησυχίες και φόβους, σύμφωνα με τις ερμηνείες που δίνουν στελέχη του στα λεγόμενα του κ. Βούτση.
Η επιδίωξη της αυτοδυναμίας αναπροσαρμόστηκε σταδιακά σε προτεραιότητα για συμμαχίες και πλέον μεταλλάσσεται σε ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης μειοψηφίας –μια λύση που ούτως ή άλλως ελάχιστες πιθανότητες συγκεντρώνει και περισσότερες απορίες προξενεί. Φαίνεται όμως ότι για τον Αλ. Τσίπρα και την ηγετική ομάδα του κόμματος οι προτεραιότητες είναι πλέον άλλες και τα μηνύματα που θέλουν να στείλουν εντός και εκτός Ελλάδας σύνθετα.
Σε αυτά περιλαμβάνεται σαφώς και η καλλιέργεια ενός (κομματικού και προσωπικού) προφίλ το οποίο θα εμφανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ περίπου ως εγγυητή της σταθερότητας στη χώρα και θα απαντά στις κατηγορίες περί του αντιθέτου οι οποίες εκτοξεύονται κατά συρροήν από το κυβερνητικό στρατόπεδο.
«Διαζύγια» και «φλερτ»


Σε αυτό το πλαίσιο μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και άλλων πολιτικών δυνάμεων παρατηρούνται τις τελευταίες ημέρες ιδιότυπες συμπτώσεις και αναπάντεχες ανατροπές, οι οποίες πιθανώς και να εξηγούν κάποιες από τις στρατηγικές αναπροσαρμογές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η σχέση μεταξύ αξιωματικής αντιπολίτευσης και ΑΝΕΛ έχει διαρραγεί ή τουλάχιστον πληγεί κατά τρόπο ανεξήγητο σε μια περίοδο κατά την οποία ο κ. Τσίπρας επιδιώκει τη δημιουργία του περίφημου μετώπου κατά κεντρικών κυβερνητικών επιλογών.
Τα περιστατικά που καταγράφηκαν τις προηγούμενες ημέρες είναι ενδεικτικά: λίγο αφότου το κόμμα του Π. Καμμένου έδωσε το «παρών» στην εκδήλωση κατά της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, είδε την «πλάτη» του ΣΥΡΙΖΑ σε μια δική του πρωτοβουλία. Οταν ο κ. Καμμένος κατέθεσε ερώτηση προς τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά ζητώντας ουσιαστικά εκ νέου τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ και το πώς φτάσαμε στο Μνημόνιο, στελέχη του επιχείρησαν να βολιδοσκοπήσουν την αξιωματική αντιπολίτευση για το κατά πόσον θα ήταν διατεθειμένη να συμπράξει στην ανακίνηση του θέματος. Βρήκαν κλειστές πόρτες και μηδενική ανταπόκριση.
Την ίδια στιγμή παρουσιάστηκαν ενδείξεις μιας αναζωπύρωσης του πολιτικού φλερτ μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και καραμανλικών με πρωτοβουλίες και συζητήσεις στους χώρους της Βουλής.
Μία από αυτές εκδηλώθηκε με την αναφορά του βουλευτή Ευβοίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ευ. Αποστόλου στη συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, την προηγούμενη Τρίτη, όπου συζητείτο το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με τίτλο «Περιβαλλοντική αναβάθμιση και ιδιωτική πολεοδόμηση –Βιώσιμη ανάπτυξη οικισμών –Ρυθμίσεις δασικής νομοθεσίας».
Τιμή στον Καραμανλή


Εχοντας εκφράσει την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ σε όλους τους τόνους, ο κ. Αποστόλου απέτισε έναν φόρο τιμής στον Κωνσταντίνο Καραμανλή επισημαίνοντας τις… οικολογικές ευαισθησίες του και λέγοντας: «Αυτό το νομοσχέδιο θα χαράξει την περιβαλλοντική προστασία για άλλα 40 χρόνια, διότι τα 40 προηγούμενα χρόνια πέσαμε πάνω σε ένα Σύνταγμα, το Σύνταγμα του 1975, που ήταν το κατ’ εξοχήν περιβαλλοντικό Σύνταγμα της Ευρώπης. Το λέω προς τους βουλευτές της ΝΔ. Ο μέντοράς τους, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το θεσμοθέτησε και κοιτάξτε να δείτε πού έχει καταντήσει».
Ταυτοχρόνως ο ΣΥΡΙΖΑ συνέπεσε με τους καραμανλικούς της ΝΔ σε κάποιες κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες.
Στα μέσα της εβδομάδας η αξιωματική αντιπολίτευση κατέθεσε τροπολογία υπέρ της αποδοχής χωρίς πρόστιμα των φορολογικών δηλώσεων φυσικών προσώπων οι οποίες θα κατατεθούν ως την 31η Ιουλίου και των τροποποιητικών δηλώσεων που θα κατατεθούν ως την 30ή Αυγούστου.
Μία ημέρα αργότερα έξι βουλευτές καραμανλικής επιρροής (Γ. Βλάχος, Αλ. Κοντός, Αλ. Λυκουρέντζος, Ευρ. Στυλιανίδης, Ι. Τζαμτζής και Κ. Τσιάρας) κατέθεσαν ερώτηση προς τον υπουργό Οικονομικών η οποία περισσότερο θα ταίριαζε στην αξιωματική αντιπολίτευση και ζητούσαν τη μείωση του τέλους επιτηδεύματος, του ποσοστού προκαταβολής φόρου «από το υπέρογκο 55%», του ύψους των τεκμηρίων διαβίωσης, του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα και του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων.

Διλήμματα
Η Κεντροαριστερά και ο Λαφαζάνης

Οπως εκτιμούν κάποια μετριοπαθή στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τα όσα δημοσίως διακηρύσσονται από άλλους συναδέλφους τους, το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών μάλλον θα πρέπει να ξεχαστεί. Οι ίδιες πηγές δεν αποκλείουν μάλιστα και το ενδεχόμενο να ξεπεράσει η κυβέρνηση τον σκόπελο της προεδρικής εκλογής, αν και επισημαίνουν ότι «ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς».
Σε αυτό το πνεύμα η μετριοπαθής αυτή μερίδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βλέπει ως σημαντικότερη πρόκληση της περιόδου την εγκαθίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλ. Τσίπρα ως συνομιλητή ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων, όχι κατ’ ανάγκην αριστερών.
Είναι εμφανές από συζητήσεις με πρόσωπα αυτής της προσέγγισης ότι τα μάτια τους αυτή την εποχή είναι στραμμένα στην Ιταλία. Μπορεί ο κ. Τσίπρας να έχει στη γειτονική χώρα στάτους πολιτικού σουπερστάρ στους χώρους της Αριστεράς, ο ίδιος όμως γνωρίζει πως οι ομοϊδεάτες του δεν αναμένεται να κυβερνήσουν την Ιταλία σε ορατό χρόνο.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι προσπάθειες του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι και το πνεύμα με το οποίο συνομιλεί με το Βερολίνο αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον από την πλειοψηφική πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, έως το σημείο της αναζήτησης διαύλων επικοινωνίας με την ιταλική κεντροαριστερή κυβέρνηση.
Παρά ταύτα, οι διαθέσεις αυτές δεν εκφράζονται δημοσίως, καθώς μια απόπειρα προσέγγισης με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ή Κεντροαριστερά πιθανότατα θα πυροδοτούσε εσωκομματικά δράματα άνευ προηγουμένου στην Κουμουνδούρου. Οπως λένε κάποιοι από τους συνομιλητές του κ. Τσίπρα, «αυτό το σύνδρομο πρέπει να ξεπεράσουμε: όποτε γυρνάει ο Τσίπρας από την Ευρώπη να πηγαίνει στα όργανα και να αντιμετωπίζει την επίθεση του Λαφαζάνη».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ