Η Ευρώπη κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση πολλών χωρών εν όψει ευρωεκλογών, αλλά για να επικριθεί και όχι για να αποφασίσουμε «ποια Ευρώπη θέλουμε». Δεν είναι πλέον μόνο οι ευρωσκεπτικιστές που την επικρίνουν αλλά και οι ευρωπαϊστές –αυτοί της προσάπτουν κυρίως έλλειμμα δημοκρατικότητας. Καχύποπτοι βαδίζουν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι στον δρόμο για τις κάλπες της άλλης Κυριακής.
Η εκλογή του προέδρου της Επιτροπής για πρώτη φορά «από τον λαό», αν και είναι στη σωστή κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού της ΕΕ, αποδεικνύεται λίγη για να συγκινήσει και να κάνει τη διαφορά. Υπάρχει άραγε γάλλος Δεξιός που θα ψηφίσει Σοσιαλιστές ή Αριστερά στις ευρωεκλογές επειδή θέλει τον Μάρτιν Σουλτς ή τον Αλέξη Τσίπρα για πρόεδρο της Επιτροπής; Και αντίστοιχα, ιταλός Αριστερός που θα ψηφίσει Δεξιούς στις ευρωεκλογές επειδή αναγνωρίζει ως προσωπικότητα τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ;
Και σ’ αυτές τις ευρωεκλογές οι Ευρωπαίοι, για άλλη μια φορά, θα ψηφίσουν σε μεγάλο βαθμό με εθνικά κριτήρια –για να επιβραβεύσουν ή να τιμωρήσουν την εθνική τους κυβέρνηση –ή δεν θα κάνουν καν τον κόπο να πάνε να ψηφίσουν. Οι Βρυξέλλες προσπαθούν πάντως να πείσουν για τον εκδημοκρατισμό της ΕΕ με το σύνθημα «Αυτή τη φορά είναι διαφορετικά».

«Η Συνθήκη της Λισαβόνας τέθηκε σε εφαρμογή το 2009, μετά την ανάληψη των καθηκόντων της απερχόμενης Επιτροπής, γι’ αυτό είναι η πρώτη φορά που το ευρωπαϊκό Συμβούλιο
(σ.σ.: που αποτελείται από τους αρχηγούς των 28 κρατών-μελών της ΕΕ), όταν θα προτείνει πρόεδρο της Επιτροπής, πρέπει να λάβει υπόψη του το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών», είπε ο Κλάους Βέλε, γενικός γραμματέας του Ευρωκοινοβουλίου, μιλώντας στις Βρυξέλλες σε δημοσιογράφους, μεταξύ των οποίων και το «Βήμα», την περασμένη εβδομάδα.
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι αισθάνονται ότι οι αποφάσεις της ΕΕ λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες και εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για τη δημοκρατική νομιμοποίηση των διαδικασιών που οδήγησαν, για παράδειγμα, στα αντιλαϊκά μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης. Σε μια προσπάθεια να προσωποποιηθεί η διαδικασία και να κινήσει το ενδιαφέρον των ψηφοφόρων, οι Κεντροδεξιοί πρότειναν τον Γιούνκερ, πρώην πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου, για πρόεδρο της Επιτροπής, οι Σοσιαλιστές τον γερμανό Σουλτς, νυν πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, οι Αριστεροί τον κ. Τσίπρα, οι Φιλελεύθεροι τον Γκι Φέρχοφστατ, πρώην πρωθυπουργό του Βελγίου, και οι Οικολόγοι τη γερμανίδα Σκα Κέλερ. Οπως όμως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, κανένας από αυτούς δεν έχει μαζική απήχηση τους Ευρωπαίους.
Το πρόβλημα ξεκινάει από τη διατύπωση της ίδιας της Συνθήκης της Λισαβόνας η οποία δεν εγγυάται ότι ο υποψήφιος της πλειοψηφίας θα γίνει και πρόεδρος της Επιτροπής. Η συνθήκη αναφέρει ότι οι 28 ηγέτες των κρατών-μελών της ΕΕ πρέπει «να λάβουν υπόψη τους τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών» όταν θα συναντηθούν για να επιλέξουν ποιος θα διαδεχθεί τον Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο –πιθανότατα στο δείπνο που θα έχουν στις 27 Μαΐου για να συζητήσουν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών.
Θεωρητικά, οι 28 ηγέτες θα μπορούσαν να αγνοήσουν την επιθυμία των λαών της Ευρώπης αν επικρατήσει λ.χ. σε ψήφους ο κ. Τσίπρας ή οποιοσδήποτε άλλος δεν είναι της απόλυτης έγκρισής τους. «Το Συμβούλιο θα μπορούσε να αποφασίσει να ματαιώσει τη διαδικασία. Ολα θα εξαρτηθούν από το πώς θα εφαρμοστεί την πρώτη φορά. Αυτό θα διαμορφώσει το μέλλον», συνεχίζει ο κ. Βέλε παραδεχόμενος ότι η διατύπωση στη Συνθήκη της Λισαβόνας είναι ασαφής και αφήνει περιθώριο για πολλές ερμηνείες.
Ενα από τα μεγάλα ζητήματα των φετινών ευρωεκλογών είναι η «νομιμότητα» των οργάνων της ΕΕ. Το ζήτημα αυτό το βάζουν με δριμύτατα στο τραπέζι οι ευρωσκεπτικιστές αλλά απασχολεί όλους τους ευρωπαίους πολίτες και αγγίζει ακόμη και το Ευρωκοινοβούλιο, το μοναδικό ευρωπαϊκό όργανο που εκλέγεται απευθείας από τον λαό: πόσο «νόμιμο» είναι ένα Ευρωκοινοβούλιο που εκλέγεται από λιγότερο από το 40% των 350 εκατομμυρίων που έχουν δικαίωμα ψήφου;

«Δεν υπάρχει ένα ποσοστό αποχής πάνω από το οποίο να μπορούμε να πούμε «αυτό το Ευρωκοινοβούλιο δεν είναι νόμιμο»»,
είπε ο Ζομ Ντουκ Γκιγιό, εκπρόσωπος του Ευρωκοινοβουλίου, στη συνάντηση στις Βρυξέλλες στην οποία συμμετείχε και το «Βήμα» την περασμένη εβδομάδα. «Στις ΗΠΑ υπήρξαν εκλογές στις οποίες η αποχή ξεπέρασε το 60% αλλά δεν έγινε κανένας λόγος για νομιμότητα. Στην πραγματικότητα, το ζήτημα της νομιμότητας του Ευρωκοινοβουλίου δεν συνδέεται με ποσοστά αποχής αλλά είναι πολιτικό».
Ο γερμανός ευρωβουλευτής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς Γιούργκεν Κλούτε, μιλώντας στην ίδια συνάντηση, τοποθέτησε αλλού το κατώφλι της νομιμοποίησης: «Μια δημοκρατία έχει νομιμοποίηση όταν εξασφαλίζει την ευμάρεια των πολιτών της. Η δημοκρατία στην Ευρώπη εδραιώθηκε ακριβώς γιατί εξασφάλισε οικονομική ανάπτυξη στην οποία συμμετείχαν όλοι. Η κρίση όμως αύξησε τις ανισότητες. Πολλοί αποκλείονται από την ευμάρεια σήμερα λόγω της πολιτικής που ακολουθήθηκε από τις κυβερνήσεις τους. Αν δεν επιλύσουμε αυτό το πρόβλημα, δεν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το ευρύτερο πρόβλημα της ΕΕ».
Σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές / δημοσκοπικές προβολές για τη σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου που θα προκύψει την ερχόμενη Κυριακή, το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ, που στο απερχόμενο Ευρωκοινοβούλιο κατείχε την πλειοψηφία) ανταγωνίζεται ψήφο – ψήφο με τους Σοσιαλιστές για την πρώτη θέση –οι δημοσκοπήσεις δίνουν γύρω στους 210 ευρωβουλευτές στο καθένα.
Η νέα Ευρωβουλή θα έχει 751 βουλευτές (από τους 766 της σημερινής) το οποίο σημαίνει ότι απαιτούνται 376 βουλευτές για πλειοψηφία.
Ούτε μια αμιγώς δεξιά ούτε μια αμιγώς αριστερή συμμαχία είναι εφικτές για να συγκεντρωθεί πλειοψηφία και το πιθανότερο σενάριο είναι μια «μεγάλη συμμαχία» ΕΛΚ – Σοσιαλιστών. Αυτό εμπεριέχει τον κίνδυνο να ενισχύσει στους Ευρωπαίους την εντύπωση ότι η ΕΕ είναι το κλαμπ μιας ελίτ που λαμβάνει αποφάσεις ερήμην των λαών.
Τρία μεγάλα «αγκάθια»

Ακροδεξιοί: πολλοί, αλλά διασπασμένοι

Ολες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι ακροδεξιοί θα αυξήσουν σημαντικά τη δύναμή τους στο νέο Ευρωκοινοβούλιο. Αλλά ως ομάδα δεν θα έχουν μεγάλη ισχύ, επειδή είναι διασπασμένοι (από τη μία το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, ο Ολλανδός Χέερτ Βίλντερς και η παρέα τους, από την άλλη το βρετανικό UKIP, το Κόμμα των Φινλανδών –πρώην Αληθινοί Φινλανδοί –και η δική τους παρέα και, βέβαια, η Χρυσή Αυγή, το βουλγαρικό ΑΤΑΚΑ και το ουγγρικό Γιόμπικ που κανείς δεν θέλει στην παρέα του). Οι ακροδεξιοί, όμως, μπορούν να επηρεάσουν το Ευρωκοινοβούλιο: πρώτον, να μπλοκάρουν ή να επιβραδύνουν τις διαδικασίες του (π.χ. την εκλογή της νέας Επιτροπής), δεύτερον να αμαυρώσουν την εικόνα του με τα λαϊκιστικά τερτίπια τους που τραβούν την προσοχή (αλλά κινδυνεύουν να προσδώσουν στο Ευρωκοινοβούλιο την εικόνα ενός «κλουβιού με τις τρελές» και μάλιστα σε μια συγκυρία που αγωνίζεται να επανακτήσει την «νομιμότητά» του) και, τρίτον, να «μολύνουν» τις πολιτικές των κυριάρχων κομμάτων (που μπαίνουν στον πειρασμό να χαϊδέψουν τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους).
Κρίση, κατανάλωση, ασφάλεια και Υγεία
Κατ’ αρχάς το Ευρωκοινοβούλιο στοιχίζει 3,10 ευρώ στον κάθε ευρωπαίο πολίτη τον χρόνο (ενώ η Μπούντεσταγκ 8,20 ευρώ στον κάθε Γερμανό, η Εθνοσυνέλευση 8,10 ευρώ στον κάθε Γάλλο και το Κογκρέσο 5,80 ευρώ στον κάθε Αμερικανό). Η απερχόμενη Ευρωβουλή το 2009-14 αφιέρωσε 260 ημέρες στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, πραγματοποίησε 20.696 ψηφοφορίες, υπερψήφισε 16.390 τροπολογίες και απέρριψε 18.449 και υιοθέτησε 952 νομοθετικές πράξεις. Πολλές από αυτές αφορούσαν την οικονομική κρίση (τραπεζική ένωση, δημοσιονομική πολιτική κ.λπ.), αλλά και την προστασία των καταναλωτών (π.χ. μείωση κόστους περιαγωγής), την ασφάλεια (π.χ. αυστηρότερες ποινές για τους «δουλεμπόρους»), την Υγεία, τις μεταφορές, την ενέργεια κ.ά.
Αντίδραση στην απέραντη λιτότητα
Πολλοί ψηφοφόροι, σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, ιδίως σε εκείνα της Νότιας και της Ανατολικής Ευρώπης, εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για τη δημοκρατική νομιμοποίηση των διαδικασιών που οδήγησαν στα αντιλαϊκά μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης. Η αντίδραση στον μονόδρομο των Μνημονίων μπορεί, μεταξύ άλλων, να εκφραστεί με την υπερψήφιση ευρωσκεπτικιστών, τόσο στις πλούσιες χώρες (με το επιχείρημα «μη σπαταλάμε τα λεφτά μας στηρίζοντας ξένα κράτη») όσο και στις υπερχρεωμένες χώρες (με το επιχείρημα «η πολιτική των Βρυξελλών και του Βερολίνου επέφερε ανθρωπιστική καταστροφή»).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ