Λίγες μόλις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, οι εσωκομματικές εκκρεμότητες στον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως παγιώνονται. Η πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής ήταν ενδεικτική, όπως και η τελευταία της Πολιτικής Γραμματείας την προηγούμενη Πέμπτη. Αν και η συζήτηση δεν παρουσίασε νέα στοιχεία –η Αριστερή Πλατφόρμα και ο Π. Λαφαζάνης επανέλαβαν τις θέσεις τους για τα ενδεχόμενα ρήξης με την Ευρώπη και εξόδου από το ευρώ, ο Αλ. Τσίπρας και η πλειοψηφία παρέμειναν πιστοί στην «λύση εντός ΕΕ» -, η εικόνα που διαμορφώθηκε γεννά προβληματισμό και στο εσωτερικό του κόμματος, το οποίο πλέον καλείται να απαντήσει στο ερώτημα που θέτει ο ίδιος ο επικεφαλής του προς τους επικριτές του: «Θέλουμε να νικήσουμε;».
Το ζήτημα της διαφωνίας προεδρικών – μειοψηφίας έχει εξελιχθεί σε σίριαλ, το οποίο όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί και ότι αποτελεί πλέον πηγή ανησυχίας για τους κομματικούς επιτελείς, ιδίως δε για το περιβάλλον του κ. Τσίπρα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το θέμα δεν αφορά πλέον μόνο τις γνωστές και διακηρυγμένες θέσεις των εσωκομματικών τάσεων, αλλά και το κατά πόσον ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστεί πλήγματα από την πολυφωνία και τις διαμετρικά αντίθετες απόψεις στο εσωτερικό του, καθώς και από τον τρόπο με τον οποίο αυτές εκφράζονται.
Το στοιχείο της εσωκομματικής δημοκρατίας είναι αυτό που προτάσσεται από στελέχη όλων των τάσεων όποτε εκδηλώνεται το φαινόμενο –σχεδόν σε κάθε συνεδρίαση κομματικού οργάνου. Ομως πίσω από τη θεμιτή αυτή πολυφωνία κρύβεται μια πραγματικότητα που προς το παρόν είναι άγνωστο αν θα κοστίσει εκλογικά (και πόσο) στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
«Δεν αρκεί η κατάργηση του Μνημονίου»
Η Αριστερή Πτέρυγα και η Πλατφόρμα επιμένουν: υπό τις παρούσες συνθήκες οι προτάσεις της προεδρικής πλειοψηφίας περί λύσης εντός ευρώ είναι ανεδαφικές. Μοναδική διέξοδος, η ρήξη με την Ευρώπη και η ανατροπή όλων των κανόνων. Εξ ου και μια επισήμανση του κ. Λαφαζάνη που έχει περάσει απαρατήρητη τις τελευταίες ημέρες.
Οπως υπογραμμίζει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, η δέσμευση για κατάργηση του Μνημονίου δεν επαρκεί, καθώς αυτό που επείγει είναι η κατάργηση όλων εφαρμοστικών νόμων της τελευταίας τετραετίας, μια διαδικασία πολύ πιο σύνθετη και επίπονη από πολιτικής και τεχνικής απόψεως.
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας και το περιβάλλον του εμμένουν σε μια διαφορετική λογική. «Η ανατροπή στην Ελλάδα θα δημιουργήσει ντόμινο στην Ευρώπη» λένε και επιμένουν ότι τα πολιτικά μηνύματα των εκλογών θα δώσουν από μόνα τους την λύση.
Σε αυτό το περιβάλλον, η μία εσωκομματική πτέρυγα απευθύνεται στην άλλη, με αγεφύρωτες διαφωνίες και προτάσσοντας πάντοτε το ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας και της διαφορετικότητας της άποψης όποτε η ένταση ανεβαίνει. Είναι ένα στοιχείο που στον ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μεν παγιωμένη πρακτική, όμως ουδέποτε δοκιμάστηκε σε απαιτητικές συνθήκες, όπως π.χ. αυτές που δημιουργούνται όταν ένα κόμμα βρίσκεται στην εξουσία και έχει ευθύνη διακυβέρνησης.
Κατόπιν αυτών, το ερώτημα που πλανάται εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ είναι πώς θα επηρεαστεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων σε περίπτωση που το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κερδίσει τις εθνικές εκλογές και κληθεί να κυβερνήσει.

Ο πρόεδρος πετάει το γάντι
Αίσθηση προξένησε ένα ερώτημα που ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε προς την πολυτασική ΚΕ του κόμματος την προηγούμενη Κυριακή, σπεύδοντας να δώσει ο ίδιος την απάντηση. «Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμα να νικήσουν, θέλουν να νικήσουν, αντιλαμβάνονται την ιστορική αυτή ευθύνη;», είπε και συνέχισε με μεγαλύτερη έμφαση, «είμαστε έτοιμοι να νικήσουμε; Να πάρουμε στα χέρια μας τις τύχες της χώρας και των ανθρώπων της; Να δώσουμε αποτελεσματικά ως κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας τη μάχη για την απελευθέρωση από τα μνημόνια;», σε μια διατύπωση η οποία είχε σαφέστατα εσωκομματικούς αποδέκτες και περιείχε σημαντικές αιχμές.
Ο ίδιος απάντησε αμέσως μετά «προσωπικά, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία. Οπως πιστεύω ότι δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία κανένας από εσάς», προσθέτοντας «για να πείσουμε εκατομμύρια ανθρώπους, για να γίνει η απάντησή μας κοινός τόπος και πολιτικό κεκτημένο, είναι ανάγκη να τη δίνουμε κάθε μέρα, όχι μόνο με λόγια, αλλά με τη στάση, την αποφασιστικότητα, τη γνώση, την επίγνωση των δυσκολιών, την ωριμότητα, την αυτοσυγκράτηση, τον υπολογισμό όλων των παραμέτρων σε κάθε μας κίνηση. Είναι ανάγκη να τη δίνουμε καθημερινά με την ενίσχυση της ενότητας και της στιβαρής εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ, με τη συγκροτημένη παρουσία μας σε όλα τα μέτωπα των κοινωνικών αγώνων».
Η απάντηση του κ. Λαφαζάνη ήταν πως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ φοβάται να πει τα πράγματα με το όνομά τους, ότι κινείται εκτός συνεδριακής γραμμής και ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει τον ριζοσπαστισμό του, δεν θα δει εξουσία ούτε με το κιάλι.
Οι παπανδρεϊκοί διχάζουν την Κουμουνδούρου
Η ένταση στην εσωκομματική ατμόσφαιρα αντικατοπτρίστηκε και στη διαδικασία κατάρτισης του ευρωψηφοδελτίου, το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις μετατράπηκε σε εστία σφοδρής σύγκρουσης, επιτείνοντας την αρνητική εικόνα για τις ισορροπίες και την αδυναμία συμβιβασμών στο εσωτερικό του κόμματος.
Βασικό αντικείμενο της αντιπαράθεσης ήταν και παραμένει η νέα απόπειρα πολιτικής διεύρυνσης εκ μέρους του Αλ. Τσίπρα, η οποία συνάντησε σθεναρή αντίδραση από την πλευρά Λαφαζάνη.
Κατά την εσωκομματική συζήτηση και προτού ακόμη υπάρξουν επίσημες εισηγήσεις, σημειώθηκαν ενδεικτικά επεισόδια όταν π.χ. έπεσε στο τραπέζι μία σκέψη για την υποψηφιότητα του Ι. Βαρουφάκη. Με το σκεπτικό ότι ο γνωστός οικονομολόγος είχε υπάρξει συνεργάτης του Γ. Παπανδρέου, η Αριστερή Πλατφόρμα αντέδρασε λέγοντας ότι αν πρόκειται να είναι υποψήφιος ο Βαρουφάκης θα πρέπει να είναι και ο οικονομολόγος Κ. Λαπαβίτσας, γνωστός για τις θέσεις του υπέρ της εξόδου από το ευρώ. Η συζήτηση αυτή έγινε ερήμην και των δύο οικονομολόγων και περισσότερο φανερώνει το κλίμα στο εσωτερικό του κόμματος, παρά οτιδήποτε άλλο.
Το τελευταίο επεισόδιο διαδραματίστηκε στη συνεδρίαση της Γραμματείας την Πέμπτη το απόγευμα, όταν ο κ. Τσίπρας επανέφερε το θέμα της υποψηφιότητας του Κρ. Αρσένη, ο οποίος στις ευρωεκλογές του 2009 είχε αποτελέσει προσωπική επιλογή του κ. Παπανδρέου. Με το σκεπτικό αυτό, η Αριστερή Πλατφόρμα αντέδρασε και πάλι, ο κ. Τσίπρας αρνήθηκε κάθε συζήτηση και κατηγόρησε εμμέσως τους διαφωνούντες για υπονομευτική τακτική και το θέμα εν τέλει λύθηκε διά της ψηφοφορίας στο όργανο, όπου ο κ. Τσίπρας διαθέτει ούτως ή άλλως πλειοψηφία.
Μικρότερης εμβέλειας προβληματισμός αναπτύχθηκε τις προηγούμενες ημέρες και για το όνομα της υποψηφίου για την Ευρωβουλή Σετιχά Σουλεϊμάν με την ιδιότητα της εκπροσώπου των Ρομά. Από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (και όχι μόνο) στη Θράκη υπήρξαν αντιδράσεις και προκειμένου να αποφευχθούν εξελίξεις όπως εκείνες με την υποψηφιότητα του Θ. Καρυπίδη στις περιφερειακές εκλογές, ο γραμματέας του κόμματος Δ. Βίτσας μετέβη στην Ξάνθη στο τέλος της εβδομάδας. Αυτός ήταν μεταξύ των άλλων και ο λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε να καλυφθεί μία ακόμη θέση στο ευρωψηφοδέλτιο από εκπρόσωπο της μουσουλμανικής μειονότητας, καθώς κρίθηκε ότι η συμμετοχή της κυρίας Σετιχά Σουλεϊμάν δεν «κάλυπτε» επαρκώς το θέμα της εκπροσώπησης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ