Κραδασμούς προκαλεί στη ΔΗΜΑΡ το «κείμενο των 58» για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς. Στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής του κόμματος, την Τρίτη, η οποία συγκλήθηκε λίγες ώρες έπειτα από τη συνέντευξη του κ. Φ. Κουβέλη στην εφημερίδα «Έθνος» στην οποία κινήθηκε στο γνώριμο απορριπτικό μοτίβο της εκλογικής συνεργασίας με το ΠαΣοΚ, ειπώθηκαν σκληρές κουβέντες, ορισμένες στιγμές σε υψηλούς τόνους.
Την ίδια ώρα ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης -στο περιθώριο της παρουσίασης του βιβλίου του πρώην προέδρου της Κύπρου κ. Γ. Βασιλείου– χαρακτήριζε την πρωτοβουλία των 58 ως «λύση που μπορεί να μας βγάλει από το αδιέξοδο» και προειδοποιούσε ότι «βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δογματισμούς και οράματα που πηγάζουν είτε από τις παλιές ιδεολογικές κατασκευές της παραδοσιακής αριστεράς είτε συναρτώνται με τον άκρατο εθνικισμό της δεξιάς».

Στη συνεδρίαση της ΔΗΜΑΡ, η κριτική επικεντρώθηκε στα πρόσωπα των κκ Στ. Λιβαδά και Γερ. Γεωργάτου, στους δύο που συμμετέχουν στην ΕΕ από τα συνολικά επτά στελέχη της ΔΗΜΑΡ που υπογράφουν το κείμενο-πρόσκληση για την Κεντροαριστερά. Συγκεκριμένα, οι υπογράφοντες το κείμενο κατηγορήθηκαν ότι υπονομεύουν το κόμμα και ότι δεν έπρεπε να υπογράψουν μέλη της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ όπως δεν υπέγραψαν και μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠαΣοΚ. Από την πλευρά του ο κ. Λιβαδάς απάντησε ότι είναι τραγική ειρωνία να εγκαλούνται στελέχη για ένα κείμενο συμφιλίωσης του χώρου όταν μέχρι και μία εβδομάδα πριν από την αποχώρηση του κόμματος από την κυβέρνηση πέντε κορυφαία στελέχη της ΔΗΜΑΡ και ισάριθμα στελέχη του ΠαΣοΚ συζητούσαν το ενδεχόμενο συμπόρευσης των δύο κομμάτων στη βάση ενός αντίστοιχου κειμένου. Επισήμανε επίσης ότι όσο η ΔΗΜΑΡ συμπεριφέρεται ως εθνική δύναμη θα επιδοκιμάζεται από τον κόσμο και αν λειτουργεί σαν μικρομάγαζο θα αποδοκιμάζεται.

Ο κ. Θ. Μαργαρίτης παρατήρησε ότι η Κεντροαριστερά δεν μπορεί να είναι μια δύναμη παράπλευρη στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο και ότι η ΔΗΜΑΡ δεν τάσσεται αξιωματικά κατά της συνεργασίας με το ΠαΣοΚ αλλά διαφωνεί με πτυχές της πολιτικής που ακολουθεί. Στη συνεδρίαση ακούστηκαν και απόψεις γεφύρωσης των διαφορών με πιο χαρακτηριστική την τοποθέτηση του βουλευτή Εύβοιας κ. Δημ. Αναγνωστάκη, ο οποίος ζήτησε να επανεξεταστεί η στάση του κόμματος καθώς μεταξύ των προσώπων που υπογράφουν το κείμενο των 58 συγκατελέγονται και πρόσωπα που βρίσκονται κοντά στη ΔΗΜΑΡ και είναι ομιλητές στις εκδηλώσεις της, εννοώντας τους κκ. Ν. Αλιβιζάτο και Ν. Χριστοδουλάκη.
Αίσθηση προκάλεσε η διακριτική διαφοροποίηση του κ. Σπ. Λυκούδη από τον πρόεδρο του κόμματος. Ο γραμματέας της ΔΗΜΑΡ τάχθηκε υπέρ του κειμένου των 58 αλλά έψεξε τα στελέχη του κόμματος που το υπέγραψαν. Επισήμανε ότι είναι λάθος να σπεύσει η ΔΗΜΑΡ να αρνηθεί προκαταβολικά την πρόσκληση για τη δημιουργία ενός κοινού φορέα και απηύθυνε έκκληση στον κ. Κουβέλη να σώσει το κόμμα από αυτό το λάθος, καθώς ο πολιτικός χρόνος είναι ασφυκτικός.
Στο τέλος εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία η εισήγηση του κ. Κουβέλη η οποία ήταν η ακόλουθη: «Κάθε πρωτοβουλία διαλόγου έχει τη χρησιμότητά της. Βεβαίως ο χαρακτήρας μιας κίνησης δεν κρίνεται από την αξία και την καλή προαίρεση των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτήν και την οποία δεν αμφισβητούμε. Μια τέτοια πρωτοβουλία όμως δεν μπορεί να παραβλέπει και να προσπερνάει κρίσιμα ζητήματα για τη συγκρότηση ενός νέου προοδευτικού πόλου, όπως η κατάσταση της κοινωνίας, η ουσιαστική κριτική στην ασκούμενη πολιτική από τη Νέα Δημοκρατία, που αναπαράγει την κρίση. Η αναγκαία πολιτική σταθερότητα ουδόλως ισοδυναμεί με την διατήρηση της ίδιας πολιτικής.

Η εθνική ανασυγκρότηση αποτελεί πράγματι την πρόκληση της επόμενης περιόδου. Αυτή, όμως, επηρεάζεται και σημαντικά καθορίζεται από την ασκούμενη πολιτική, η οποία και διαμορφώνει αρνητικούς συσχετισμούς και σχέσεις της μεταμνημονιακής Ελλάδας».
«Το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης», πρόσθεσε, «που προβάλλουμε εμείς είναι διακριτό, έχει προοδευτικό χαρακτήρα, περιλαμβάνει μια πραγματική επαναδιαπραγμάτευση για την αποδέσμευση από τους επαχθείς όρους του μνημονίου και έχει ως απαράβατο όρο την αντιμετώπιση όλων των πρακτικών που οδήγησαν στην κρίση.

Ο προοδευτικός τρίτος πόλος θα συγκροτηθεί με τη συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων. Όμως δεν υπάρχει αντικειμενικά ένα πολιτικό πλαίσιο που να επιτρέπει τη συζήτηση για εκλογική συνεργασία, όταν αυτό ταυτίζεται με σημερινές συντηρητικές κυβερνητικές επιλογές, επιλογές με τη σύμπραξη του ΠαΣοΚ. Η ΔΗΜΑΡ έχει τη δική της πρόταση για τη συγκρότηση του προοδευτικού πόλου-του πόλου του δημοκρατικού σοσιαλισμού- και είναι ανοικτή στο δημιουργικό διάλογο για την εκπόνηση ενός εναλλακτικού σχεδίου. Αυτό το εναλλακτικό σχέδιο έχει σαφές μέτωπο όχι μόνο με τον αριστερό λαϊκισμό, αλλά και με τις νεοφιλελεύθερες επιλογές. Στόχος μας είναι να υπάρξει η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση όχι μόνο από τον πολιτικό χώρο, αλλά και από την κοινωνία. Εργαζόμαστε σε αυτή την κατεύθυνση και πιστεύουμε ότι θα έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα».
Την ανάγκη να εκφραστεί η μεγάλη παράταξη που υπάρχει ανάμεσα στη Δεξιά και την Κομμουνιστική Αριστερά επικαλέστηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ. Ευ. Βενιζέλος, όταν μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κ. Παπούλια, ερωτήθηκε και για την Κεντροαριστερά αλλά και για την αρνητική στάση της ΔΗΜΑΡ.
«Το ΠαΣοΚ είναι πάντα ανοικτό, είναι πάντα ευρύχωρο, είναι έτοιμο να συνεργαστεί σεβόμενο τους πάντες, θέλει όμως και το ίδιο να το σέβονται και να καταλαβαίνουν τον αγώνα του και την αγωνία του για τη χώρα και για την ευρύτερη δημοκρατική προοδευτική παράταξη. Έχουμε πει όλοι είναι χρήσιμοι, κανείς δεν μπορεί να θέσει τους όρους του. Όλους τους χρειαζόμαστε, δεν εξαρτώμεθα από κανένα. Και εν πάση περιπτώσει ο καθένας κρίνεται με βάση το αν προτάσσει κριτήρια προσωπικά ή μικροκομματικά ή κριτήρια εθνικά, παραταξιακά, κοινωνικά», δήλωσε.

Και πρόσθεσε ότι οι πολίτες είναι αυτοί που λένε πως νοιώθουν και που τοποθετούν τον εαυτό τους. «Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δυστυχώς, έχουμε ένα κόμμα που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που δεν ανήκει στο χώρο της κεντροαριστεράς της ευθύνης, γιατί είναι ένα κόμμα συντεχνιακό, του παλιού δημόσιου τομέα, λαϊκιστικό, δημαγωγικό, που έχει μείνει στην εποχή προ της κρίσης και δεν αντιλαμβάνεται ότι τώρα πρέπει να δώσουμε απαντήσεις σε νέα προβλήματα. Με νέους όρους. Για τη δημοκρατία, για τους θεσμούς, για την ανάπτυξη, για την απασχόληση», είπε.