Μείζον διπλωματικό επεισόδιο ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Λιβύη δημιούργησε ο επονομαζόμενος και «γκουρού του ελληνικού νεοφασισμού», γνωστός από τη χουντική δράση του –και όχι μόνον –κ. Κ. Πλεύρης. Αφορμή στάθηκε μια οφειλή από τον πρώην δικτάτορα της Λιβύης Μοαμάρ Καντάφι για τις πολλαπλές νομικές υπηρεσίες και διευκολύνσεις που του προσέφερε, όπως και για τις υπηρεσίες που παρείχε προς το δικτατορικό καθεστώς της Λιβύης.
«Οπλισμένος» με μια απόφαση ελληνικού δικαστηρίου, το οποίο του επιδίκασε το ποσό των 6 εκατ. ευρώ, ο Πλεύρης κατάφερε να κατασχέσει ένα γιγαντιαίο τάνκερ αξίας 65 εκατ. δολαρίων, λιβυκής ιδιοκτησίας, με 15μελές πλήρωμα Ινδών, προτού προλάβει να ξεφορτώσει το πετρέλαιο που μετέφερε από τη Λιβύη στο λιμάνι των Αγίων Θεοδώρων. Στις 25 Σεπτεμβρίου μάλιστα έχει ανακοινώσει ότι θα βγάλει το τάνκερ (μαζί με το φορτίο του) στο σφυρί με σκοπό να πάρει πίσω τα λεφτά που του χρωστά ο Καντάφι. Η πρωτοφανής ενέργεια ενός δικηγόρου να κατασχέσει ένα τάνκερ και η πρόθεσή του να το βγάλει σε πλειστηριασμό για να εισπράξει τα χρωστούμενα προκάλεσαν διπλωματικό πόλεμο με συνεχή διαβήματα της νέας λιβυκής κυβέρνησης προς την Αθήνα, σε μια περίοδο μάλιστα που η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου φλέγεται. Την άδεια εφαρμογής της δικαστικής απόφασης την έδωσε το 2009 η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή.
Το θέμα δεν είναι καθόλου απλό καθώς ασχολείται με αυτό το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και προσωπικά ο υπουργός κ. Ευ. Βενιζέλος. Εμπλέκονται επίσης το υπουργείο Εξωτερικών της Λιβύης, η πρεσβεία της στην Αθήνα και αραβικές χώρες ως μεσολαβητές στην κρίση. Αυτή η υπόθεση ωστόσο φέρνει και πάλι στο φως τις στενές σχέσεις που είχαν αναπτύξει οι συνταγματάρχες αρχιπραξικοπηματίες των Αθηνών με τη «Λαϊκή Σοσιαλιστική Λιβύη. Αραβική Τζαμαχιρία – Δημοκρατία των Μαζών», όπως ονόμαζε τότε τη χώρα του ο συνταγματάρχης Καντάφι.
Ολα ξεκίνησαν το 1969, όταν ένας βεδουίνος νομάς, ο συνταγματάρχης Καντάφι, ανέτρεψε τον βασιλιά Ιντρίς ενώ αυτός παραθέριζε στα Καμένα Βούρλα. Τότε ο κ. Πλεύρης ήταν διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του αρχιπραξικοπηματία Ιωάννη Λαδά (γνωστού και ως «Καθαρά Χέρια»), ο οποίος κυριολεκτικά έκανε ό,τι ήθελε χωρίς να ρωτήσει κανέναν. Πρότεινε λοιπόν ο κ. Πλεύρης την ίδια ημέρα του πραξικοπήματος στον Ιωάννη Λαδά: «Δεν του κόβουμε τα τηλέφωνα του Ιντρίς; Ετσι κι αλλιώς χαμένος είναι, ανετράπη». Το «κόψιμο» των τηλεφωνικών επαφών για τους χουνταίους εκείνη την περίοδο ήταν ζήτημα δευτερολέπτων και έτσι ο ανατραπείς Ιντρίς σταμάτησε να έχει επικοινωνία από τα Καμένα Βούρλα με τον έξω κόσμο και κυρίως με τη Λιβύη. Κάτι που εντυπωσίασε τον Καντάφι και ζήτησε μέσω της λιβυκής πρεσβείας στην Αθήνα από τους αρχιπραξικοπηματίες να μάθει το όνομα αυτού που έκοψε το τηλέφωνο. Ο Λαδάς ενημέρωσε ότι το έκανε ο διευθυντής του γραφείου του, δικηγόρος Πλεύρης.
Η συνέχεια είναι και για γέλια και για κλάματα. Ο Καντάφι καλεί τον Πλεύρη στη Λιβύη και τον ρωτά τι θέλει. Ο πονηρός Πλεύρης, όπως ο ίδιος αφηγείται, ζήτησε απλώς να παίξουν στην τέντα του Καντάφι μια παρτίδα σκάκι και τίποτε άλλο. Μόλις τελείωσε αυτή η παρτίδα, τοποθετήθηκε νομικός σύμβουλός του. Θέση με εξαιρετικές αμοιβές, την οποία ο Πλεύρης διατήρησε για πολλά χρόνια. Η εκδοχή βεβαίως αυτή είναι αθώα καθότι είναι γνωστές οι διασυνδέσεις του με νεοφασιστικές και νεοταξικές οργανώσεις που είχαν οργανωθεί σε κοινό μέτωπο με τον Καντάφι στη δεκαετία του ’70 σε μία αντισημιτική συμμαχία.
Τη σημαντικότερη υπόθεση για λογαριασμό του Καντάφι ανέλαβε ο κ. Πλεύρης όταν ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες απαίτησαν από το καθεστώς να τους πληρώσει αυτά που τους χρωστούσε για τα έργα που είχαν αναλάβει να κατασκευάσουν στη Λιβύη. Ηταν αρκετές οι ελληνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στη Λιβύη και απαιτούσαν συνολικά 35 εκατ. δολάρια. Ο Καντάφι όμως δεν πλήρωνε και έτσι η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια. Ο Πλεύρης συμφώνησε με τον Καντάφι ότι, αν κέρδιζε την υπόθεση εναντίον των ελληνικών συμφερόντων, θα έπαιρνε προμήθεια το 2% από τα χρήματα του δικτάτορα που θα γλίτωνε.
Αυτό, δηλαδή, που συνέβη είναι ότι ένας έλληνας δικηγόρος βρέθηκε νομικά αντίπαλος με κατασκευαστικές εταιρείες της πατρίδας του, αλλά αυτό φαίνεται πως δεν τον απασχολούσε. Εδωσε δικαστική μάχη και κέρδισε την υπόθεση. Υπολόγισε ότι η προμήθειά του ήταν 6 εκατ. ευρώ και έστειλε τον λογαριασμό μέσω της πρεσβείας στον Καντάφι. Ο δικτάτορας όμως δεν τον πλήρωνε. Και έτσι στράφηκε δικαστικά εναντίον του δικτάτορα, πρώην εργοδότη του. Το γεγονός ότι στη Λιβύη έγινε εμφύλιος πόλεμος, ενεπλάκησαν νατοϊκές δυνάμεις, το καθεστώς κατέρρευσε και ο δικτάτορας είχε φρικτό τέλος δεν εμπόδισε τον κ. Πλεύρη να διεκδικεί ως την τελευταία στιγμή δικαστικώς την προμήθειά του από τις νομικές υπηρεσίες που προσέφερε στη Λιβύη. Αλλωστε, όπως έλεγε, δεν είναι μια δικαστική διαμάχη ανάμεσα σε δύο κράτη αλλά διαμάχη ενός δικηγόρου με ένα κράτος. Στην αρχή επιχείρησε να κατασχέσει ένα οικόπεδο στο Ψυχικό ιδιοκτησίας της λιβυκής κυβέρνησης αλλά δεν τα κατάφερε γιατί του είπαν ότι το προόριζαν για την ανέγερση νέας πρεσβείας. Περίμενε την ευκαιρία ώσπου έμαθε ότι ένα λιβυκό τάνκερ θα ερχόταν στους Αγίους Θεοδώρους να ξεφορτώσει πετρέλαιο. Η ευκαιρία ήταν μοναδική. Κατέθεσε αίτηση κατάσχεσης του τάνκερ σε δικαστήριο της Κορίνθου και κέρδισε την υπόθεση.
Τώρα αυτό που φοβάται είναι ότι θα ενταθούν οι διπλωματικές πιέσεις για να ακυρώσουν την κατάσχεση αφού η λιβυκή κυβέρνηση πιέζει να δοθεί πίσω το τάνκερ. Αυτός είναι και ο λόγος που θέλησε να το βγάλει στις 25 Σεπτεμβρίου στο σφυρί. Το επισκέφθηκε μάλιστα τις προάλλες, συνομίλησε με το πλήρωμα, συνέφαγε με τους Ινδούς και έμαθε ότι ακόμη και ελλιμενισμένο το τάνκερ στοιχίζει 4.000 ευρώ την ημέρα (γιατί οι μηχανές του είναι αναγκασμένες να δουλεύουν), χρήματα που κανονικά πρέπει να καταβάλλουν οι λίβυοι πλοιοκτήτες.

Ιστορία
Η «4η Αυγούστου» και η Χρυσή Αυγή
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ιδρυτής της πρώτης νεοφασιστικής οργάνωσης στην Ελλάδα, δηλαδή του φιλομεταξικού κόμματος της «4ης Αυγούστου», προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο με άλλη χώρα. Το 1971 οι ιταλικές εφημερίδες έγραφαν πρωτοσέλιδα το όνομά του ως εμπλεκόμενο σε απόπειρα… πραξικοπήματος που είχε σχεδιαστεί από αξιωματικούς οπαδούς του Μουσολίνι.
Ο κ. Πλεύρης κατηγορήθηκε ότι αποτελούσε τον σύνδεσμο μεταξύ της χουντικής κυβέρνησης και των ιταλών νεοφασιστών και ότι προετοίμαζε την εξαγωγή των «αγαθών» (όπως τα ονόμασαν οι ιταλοί δημοσιογράφοι) της 21ης Απριλίου στην Ιταλία. Ηταν τότε διευθυντής του γραφείου του Ιωάννη Λαδά και το 1968 είχε διοργανώσει μια εκδρομή περίπου 70 ιταλών νεοφασιστών στην Αθήνα. Αφού οι Ιταλοί έκαναν ένα νυχτερινό «πέρασμα» από τα μπουζούκια της Πλάκας, φέρεται ότι κατέληξαν στο στρατόπεδο της Αυλώνας, για στρατιωτική μυστική εκπαίδευση. Λίγους μήνες αργότερα άρχισαν να σκάνε βόμβες σε πολλές ιταλικές πόλεις, τις οποίες χρεώθηκαν οι παράξενοι αυτοί τουρίστες της νυχτερινής Πλάκας. Ο κ. Πλεύρης απολογήθηκε στην ιταλική Δικαιοσύνη, αθωώθηκε και εν συνεχεία έσυρε στα δικαστήρια όλες τις ιταλικές εφημερίδες που τον είχαν κατηγορήσει ως αρχιπραξικοπηματία και τρομοκράτη. Και τότε υπήρξαν διαβήματα στη χουντική κυβέρνηση της Αθήνας, αλλά και της Ρώμης.
Μετά την πτώση της χούντας ο κ. Πλεύρης σε βιβλία του στράφηκε εναντίον των συνταγματαρχών, όχι γι’ αυτά που έκαναν, αλλά για όσα δεν έπραξαν. Δηλαδή τη δημιουργία ενός σκληρού φασιστικού καθεστώτος, τύπου Χίτλερ ή Μουσολίνι, το οποίο σύμφωνα με αυτόν θα οδηγούσε την Ελλάδα στην ολοκλήρωση του πεπρωμένου της, μακριά από τον κοινοβουλευτισμό (βιβλίο «Γεγονότα 1965-1975», εκδόσεις Ηλεκτρον). Προσφάτως μάλιστα σε ένα άλλο βιβλίο του («Ο Αντιδημοκράτης») στρέφεται ευθέως κατά της Χρυσής Αυγής κατηγορώντας τα μέλη της ότι δεν είναι γνήσιοι… εθνικοσοσιαλιστές.
Οι σχέσεις του με τον δικτάτορα Καντάφι τού άνοιξαν και άλλους δρόμους. Εγινε στη διάρκεια της χούντας καθηγητής στις Σχολές της Αστυνομίας και είχε αναγορευθεί την περίοδο εκείνη επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της… Γκουαδαλαχάρας της Λατινικής Αμερικής, ένα πανεπιστήμιο το οποίο για πολλούς αποτελούσε τότε τον προθάλαμο πολλών επίδοξων πραξικοπηματιών σε χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ