Προσδοκίες για επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές δημιουργούν η προοπτική πρωτογενούς πλεονάσματος και η σχεδιαζόμενη αναδιάρθρωση του χρέους. Στόχος της κυβέρνησης είναι ύστερα από τέσσερα χρόνια να προχωρήσει το 2014 σε μια περιορισμένη έκδοση πολυετών ομολόγων, η επιτυχημένη διάθεση των οποίων εκτιμάται ότι θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τη χώρα. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πιστεύει ότι η έξοδος στις αγορές θα βοηθήσει στην εμπέδωση του κλίματος ότι «πάμε καλά» και θα δώσει σημαντική ώθηση στην προσπάθεια ανάκαμψης της πραγματικής οικονομίας. Βεβαίως σε καμία περίπτωση ενδεχόμενη επιστροφή στις αγορές δεν σημαίνει ότι η χώρα έχει λύσει τα προβλήματά της και πως θα βγει από το πρόγραμμα. Ο υπουργός Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρας μπορεί να δηλώνει αισιόδοξος, όμως δεν πετάει στα σύννεφα. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η Ελλάδα δεν θα αλλάξει αν βγει στις αγορές τον επόμενο χρόνο. Θα αλλάξει όμως η εικόνα της και αυτό είναι πολύ σημαντικό για μια οικονομία που πασχίζει πέντε χρόνια να ξεφύγει από το τέλμα της ύφεσης.

«Η επιστροφή στις αγορές θα είναι ψήφος εμπιστοσύνης για την ελληνική οικονομία» λένε στην πλατεία Συντάγματος και σημειώνουν ότι «επικοινωνιακά δεν υπάρχει δυνατότερο όχημα από τις αγορές». Το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει βήμα-βήμα την επιστροφή στις αγορές και ξεκινά εκστρατεία ενημέρωσης των επενδυτών για την πρόοδο που έχει σημειώσει η χώρα και τις θετικές προοπτικές της οικονομίας. Επικεφαλής έχει τεθεί ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ κ. Στ. Παπαδόπουλος. Με πολυετή προϋπηρεσία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, γνωρίζει πολύ καλά τη γλώσσα των αγορών.


«Οι επενδυτές θέλουν εξασφαλίσεις ότι θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους»
λέει επικεφαλής dealing room μεγάλης τράπεζας. Οι αναλύσεις βιωσιμότητας του χρέους, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι «για τις Συνόδους Κορυφής και τα Eurogroup, για να έχουν οι αρχηγοί κρατών και οι υπουργοί Οικονομικών των 17 χωρών της ευρωζώνης ένα νούμερο να συζητούν και να συμφωνούν». Τους επενδυτές πρέπει να τους πείσεις ότι έχεις να τους πληρώσεις τους τόκους και πως όταν θα λήξει το ομόλογο θα τους συμφέρει να το ανανεώσουν.
Αυτό το γνωρίζει καλά ο κ. Στουρνάρας, ο οποίος επιμένει στον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος. Η επίτευξη του στόχου όχι μόνο θα δείξει στους επενδυτές ότι η Ελλάδα έχει τα χρήματα να πληρώσει τους τόκους, αλλά πρωτίστως θα δώσει ισχυρή ώθηση στην αξιοπιστία της χώρας, ότι δηλαδή μπορεί να υλοποιεί αυτά που υπόσχεται.
Αρα το πρωτογενές πλεόνασμα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να βγει η Ελλάδα στις αγορές. Είναι επίσης το εισιτήριο που στέλνει την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την αναδιάρθρωση του χρέους, που είναι η δεύτερη προϋπόθεση για την επιστροφή στις αγορές.

«Οι αποφάσεις του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 έχουν θέσει το πλαίσιο αναδιάρθρωσης του χρέους»
λένε κυβερνητικές πηγές. Σ’ εκείνο το Eurogroup αποφασίστηκε ότι αν η Ελλάδα κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, δηλαδή να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα, οι εταίροι μας θα πράξουν αυτό που πρέπει να πράξουν για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της χώρας και για να γίνει βιώσιμο το χρέος. Σύμφωνα με ορισμένους κύκλους, δεν πολυπίστευαν ότι η Ελλάδα μπορούσε να επιτύχει τον στόχο για το 2013. Ωστόσο ο στόχος αυτός βρίσκεται σήμερα πολύ κοντά. Βεβαίως ερωτηματικά εγείρονται αν και κατά πόσον το πρωτογενές πλεόνασμα είναι διατηρήσιμο ή πρόκειται για εφάπαξ επίτευγμα από το ξεζούμισμα των φορολογουμένων. Ο χρόνος θα δώσει απάντηση.
Στο πλαίσιο λοιπόν της απόφασης του Eurogroup η κυβέρνηση ετοιμάζεται να διαπραγματευθεί την αναδιάρθρωση του χρέους και την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού στο ελληνικό πρόγραμμα. Βεβαίως θέμα νέου «κουρέματος» δεν τίθεται. Το Βερολίνο το έχει αποκλείσει. Αλλά και για το οικονομικό επιτελείο το θέμα του νέου «κουρέματος» του χρέους έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Μια μετατόπιση στο απώτερο μέλλον, όσο πιο μακριά γίνεται, των υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου θεωρείται ότι αποτελεί βιώσιμη λύση για το θέμα της εξυπηρέτησης του χρέους. Ζητούμενο για την κυβέρνηση σε πρώτη φάση είναι να βγάζει τα χρήματα που απαιτούνται για να πληρώνει τους τόκους. Για τη μείωση του χρέους θα πηγαίνουν πρωτίστως τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις και την εκμετάλλευση της δημόσιας περιουσίας. Σε κάθε περίπτωση αυτό που μετράει είναι ο λόγος του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αν ο παρονομαστής του κλάσματος (το ΑΕΠ) βελτιώνεται, τότε και ο λόγος θα υποχωρεί. Και αυτό θα συμβεί από τη στιγμή που η χώρα θα έχει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Η επιμήκυνση των διμερών δανείων που μας έχουν χορηγήσει οι ευρωπαίοι εταίροι μας στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου θεωρείται εφικτή από το οικονομικό επιτελείο. Οπως εφικτή είναι και η επιμήκυνση των δανείων του EFSF. Οι δύο αυτές πηγές καλύπτουν περίπου το 60% του χρέους. Και όταν μιλάμε για επιμήκυνση, το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, είναι ότι η μέση διάρκεια των δανείων αυτών από περίπου 12-16 χρόνια που είναι σήμερα θα γίνει 30-50 χρόνια. Αντικείμενο διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα είναι και το αν θα υπάρξει περίοδος χάριτος, δηλαδή να μην πληρώνουμε τόκους π.χ. για τα 10 πρώτα χρόνια και αν οι τόκοι αυτοί θα πληρωθούν αργότερα ή καθόλου. Ολα αυτά θα μειώσουν το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Με τα σημερινά δεδομένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, τα επόμενα χρόνια οι πληρωμές τόκων είναι της τάξεως των 6 δισ. ευρώ ετησίως. Με την επιμήκυνση και τις άλλες ρυθμίσεις του χρέους οι δαπάνες για τόκους μπορεί να μειωθούν στα επίπεδα των 4 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσό, το οποίο ως ποσοστό σε ένα ΑΕΠ της τάξεως των 170 δισ. ευρώ είναι μόλις 2,3%. «Ποτέ η Ελλάδα δεν είχε χαμηλότερο» επισημαίνουν στο υπουργείο Οικονομικών. Πράγματι, ιστορικά οι δαπάνες για τόκους ήταν της τάξεως του 10%. Απέχει πολύ από τα επίπεδα του 15% που ήταν το 2010, όταν οι αγορές έκλεισαν για την Ελλάδα και η χώρα αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια και να μπει στο μνημόνιο. «Η επιμήκυνση δημιουργεί χώρο για χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα» λένε στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.
Οσον αφορά το θέμα της κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού του προγράμματος, το οποίο σύμφωνα με τον πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ θα βρίσκεται στην ατζέντα του Eurogroup στη σύσκεψη του Οκτωβρίου, εκτιμάται ότι μπορεί να λυθεί με επιμήκυνση των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες. Πρόκειται για ομόλογα ύψους 9,3 δισ. ευρώ, τα οποία λήγουν τα επόμενα χρόνια. Οσον αφορά τους τίτλους που έχει αγοράσει η ΕΚΤ στο πλαίσιο της στήριξης των ευρωπαϊκών ομολόγων ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ξεκαθάρισε πως αν χρειαστεί παράταση του χρόνου αποπληρωμής τους «θα απαιτηθούν περαιτέρω όροι», κάτι που η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει.
Για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού, που το ΔΝΤ πιέζει να κλείσει πριν από το τέλος του χρόνου, θεωρούν επίσης ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα κεφάλαια ύψους 10 δισ. ευρώ που περίσσεψαν από το πακέτο χρηματοδότησης ύψους 50 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καθώς επίσης και τα κεφάλαια που θα εισπράξει το κράτος την επόμενη τριετία από την πώληση των συμμετοχών του στις τράπεζες.
Πώς η Ελλάδα μπορεί να γίνει χώρα ευκαιρίας για τα ξένα επενδυτικά κεφάλαια
Ο κίνδυνος των εκλογών και η πορεία των επιτοκίων

Παράγοντες της αγοράς θεωρούν εφικτή την έξοδο στις αγορές αν έχει επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα και αναδιάρθρωση του χρέους. Ωστόσο δεν λείπουν οι αβεβαιότητες, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Στο εσωτερικό ο βασικός κίνδυνος είναι ενδεχόμενη προσφυγή στις κάλπες. «Η προκήρυξη εκλογών σβήνει κάθε προοπτική εξόδου στις αγορές» λέει τραπεζικό στέλεχος, όπως άλλωστε και η μη υλοποίηση των συμφωνηθέντων με την τρόικα. «Δεν μπορεί να επιχειρήσεις έξοδο στις αγορές, π.χ., με την Ανγκελα Μέρκελ να λέει ότι η Ελλάδα δεν έκανε το ένα ή το άλλο» προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Οσον αφορά το εξωτερικό, η μεγαλύτερη αβεβαιότητα προέρχεται από την πολιτική που θα ακολουθήσει η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed). «Αν ανέβουν τα αμερικανικά επιτόκια, η διάθεση των επενδυτών δεν θα είναι εξίσου ευνοϊκή» αναφέρουν.
Σε κάθε περίπτωση η έξοδος στις αγορές εκτιμάται ότι θα εξαρτηθεί από τη ζήτηση για ομόλογα που θα υπάρχει εκ μέρους των επενδυτών, την εικόνα πιστής εφαρμογής του προγράμματος που θα πρέπει να δείχνει προς τα έξω η Ελλάδα και την κατάλληλη προετοιμασία της έκδοσης.
Στο στόρι που θα πουλήσει η κυβέρνηση στους επενδυτές βασικό στοιχείο είναι η μοναδικότητα του ελληνικού χρέους. «Το PSI άλλαξε τη διάρθρωση του χρέους, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ανήκει πλέον στον δημόσιο τομέα. Είμαστε μοναδική περίπτωση να χρωστάμε στους εταίρους μας στην ευρωζώνη με τους οποίους έχουμε κοινά πολιτικά συμφέροντα. Πρόκειται για μοναδικό φαινόμενο που λειτουργεί υπέρ μας» λένε πηγές του υπουργείου Οικονομικών. Και οι ιδιώτες επενδυτές όμως φαίνεται ότι «αγοράζουν» αυτό το στόρι. Αυτό άλλωστε δείχνει η πρόταση του επενδυτικού κεφαλαίου Japonica να αγοράσει ελληνικά ομόλογα, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει βρει ανταπόκριση. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αυτό δείχνει ότι «όσοι έχουν ελληνικά ομόλογα πιστεύουν ότι θα βγάλουν λεφτά από αυτά». Οι ίδιοι σημειώνουν ότι αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι η απόδοση του ελληνικού ομολόγου παραμένει σταθερή στο 10%. Δεν πέφτει γιατί όλοι έχουν σχηματίσει τα χαρτοφυλάκιά τους, αναφέρουν dealers στην αγορά ομολόγων και επισημαίνουν ότι για να υποχωρήσουν τα επιτόκια πρέπει να μπουν καινούργιοι επενδυτές. Σύμφωνα με τους ίδιους, για να τονωθεί το ενδιαφέρον των επενδυτών θα πρέπει να γίνουν κινήσεις για την ενίσχυση της ρευστότητας και της εμπορευσιμότητας των τίτλων. «Με ενίσχυση της ρευστότητας το επιτόκιο θα μπορούσε να υποχωρήσει κατά μισή – μία ποσοστιαία μονάδα» αναφέρουν.
Οσον αφορά το πού θα διαμορφωθεί το επιτόκιο των ελληνικών ομολόγων σε περίπτωση που επιχειρηθεί η έξοδος στις αγορές, το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι ένα επιτόκιο της τάξεως του 7% είναι εφικτό. «Αν το επιτόκιο υποχωρήσει από τα επίπεδα του 10% όπου βρίσκεται σήμερα στο 7% που μπορεί να προκύψει με την έκδοση ομολόγων, αυτομάτως η Ελλάδα γίνεται χώρα ευκαιρίας για τα επενδυτικά κεφάλαια και τους επενδυτές» αναφέρουν στο υπουργείο Οικονομικών. Ενδεχόμενη βελτίωση του κλίματος για τη χώρα θα αποτυπωθεί και στην πραγματική οικονομία, επηρεάζοντας την ψυχολογία και φέρνοντας πιο κοντά την ανάκαμψη. Αυτός είναι και ο απώτερος στόχος του οικονομικού επιτελείου που πορεύεται βήμα-βήμα πάνω στο συγκεκριμένο σχέδιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ