Συνθήκες υποταγής στις αποφάσεις του Εurogroup διαμορφώνονται στην Κύπρο έπειτα από το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα και το τελεσίγραφο της ΕΚΤ για διακοπή της χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω του ELA τη Δευτέρα. H Λευκωσία τις τελευταίες ημέρες μοιάζει σαν καιόμενη βάτος, μόνο που το θαύμα που ανέμενε μετατράπηκε αργά και βασανιστικά σε μαρτύριο. Οι Ευρωπαίοι, με κινητήριο μοχλό τη Γερμανία, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να κάνουν ούτε σπιθαμή πίσω στις σκληρές απαιτήσεις τους για βαθύ «κούρεμα» στις υψηλές καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ ώστε να συναινέσουν στην παροχή βοήθειας στην Κύπρο. Η κυπριακή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται πλέον ότι δεν μπορεί να υπάρξει plan B χωρίς κούρεμα των καταθέσεων. Οπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χρήστος Στυλιανίδης, οι επόμενες ώρες θα κρίνουν το μέλλον της Κύπρου. «Η Βουλή θα κληθεί να πάρει μεγάλες και δύσκολες αποφάσεις, αναμφίβολα θα υπάρξουν και οδυνηρές πτυχές σε όποια απόφαση και αν ληφθεί, όμως η χώρα πρέπει να σωθεί», τόνισε. Αργά το βράδυ της Παρασκευής αναμενόταν να συνεδριάσει η Κυπριακή Βουλή προκειμένου να επικυρώσει τη συμφωνία που θα της παρουσίαζε η κυβέρνηση.

Η ανησυχία πάντως μετριάζεται στην Αθήνα, καθώς έπειτα από την κατ’ αρχήν απόφαση της κυβέρνησης του προέδρου κ. Ν. Αναστασιάδη να προχωρήσει στο σπάσιμο της Λαϊκής Τράπεζας σε «καλή» και «κακή», οι διαβουλεύσεις προχώρησαν ταχύτατα προς την κατεύθυνση της διασφάλισης των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα.

Η ανακοίνωση του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ μετά την τηλεδιάσκεψη της Πέμπτης είναι ενδεικτική του εκνευρισμού που έχει επικρατήσει τα τελευταία 24ωρα στην Κύπρο. Ο κ. Ντάισελμπλουμ δηλώνει μεν ότι οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν μια νέα πρόταση, αλλά είναι ξεκάθαρος όταν σημειώνει ότι «οι διαπραγματεύσεις επί ενός προγράμματος προσαρμογής» θα πρέπει να διεξαχθούν «στη βάση της ανάλυσης της τρόικας που πρέπει να λάβει χώρα». Και όλα αυτά «με σεβασμό στις παραμέτρους που έχουν πρωτύτερα καθοριστεί από το Eurogroup».
Ακριβώς η φράση αυτή, τόνιζαν πηγές από τις Βρυξέλλες, σημαίνει ότι το «κούρεμα» καταθέσεων με την επιβολή εφάπαξ φορολόγησης δεν μπορεί να αποφευχθεί και μάλιστα το ποσοστό του για τα ποσά άνω των 100.000 ευρώ θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά άνω του 9,9%. Τούτο καθίσταται αναπόφευκτο από τη στιγμή που το Eurogroup υπογραμμίζει «τη σημασία πλήρους εγγύησης των καταθέσεων κάτω των 100.000 ευρώ», επιστρέφοντας ουσιαστικά στο αρχικό μοντέλο των πιέσεων που άσκησαν την περασμένη Παρασκευή τόσο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όσο και η Κριστίν Λαγκάρντ.
Ο χρόνος πλέον μετράει αντίστροφα για τη Λευκωσία. Η κυπριακή κυβέρνηση πρέπει να παρουσιάσει επισήμως και γραπτώς τις προτάσεις της. Μόνο τότε θα ξανασυνεδριάσει το Eurogroup. Η κλεψύδρα αδειάζει τη Δευτέρα στις 25 Μαρτίου. Τότε, σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, λήγει η παροχή έκτακτης ρευστότητας προς τις κυπριακές τράπεζες που παρέχει η Φραγκφούρτη μέσω του μηχανισμού ELA. Καθίσταται μάλιστα σαφές ότι η συνέχιση της έκτακτης ρευστότητας προϋποθέτει ουσιαστικά την εφαρμογή ενός προγράμματος με τη συνεργασία ΕΕ και ΔΝΤ, κάτι που ουσιαστικά «ευνουχίζει» οποιοδήποτε όφελος ρωσικής συνδρομής.
Αυτό σημαίνει ότι η Λαϊκή Τράπεζα, που είναι ο μεγάλος ασθενής, θα καταρρεύσει. Και είναι που προς αποφυγήν αυτού ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου κ. Παν. Δημητριάδης ανακοίνωσε τον διαχωρισμό σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, με τις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ να περνούν στη δεύτερη και να είναι πιθανό να χαθούν.
Το αν αυτή η πρόταση θα γίνει αποδεκτή παραμένει άγνωστο. Το μοναδικό θετικό στοιχείο είναι ότι το σχέδιο για την αναδιάρθρωση της Λαϊκής Τράπεζας και για την επιβολή περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων έγινε «αποδεκτό υπό όρους», όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος του επιτρόπου Ολι Ρεν, Σάιμον Ο’Κόνορ.
Ψύχραιμοι παρατηρητές από τη Λευκωσία έκαναν λόγο, μιλώντας στο «Βήμα», για την απόλυτη σύγχυση. Από το περασμένο Σάββατο διεξάγονται αλυσιδωτές κινήσεις μικροπολιτικής σκοπιμότητας με τον χρόνο να τρέχει εις βάρος της Κύπρου. Το ΑΚΕΛ ζητούσε δημοψήφισμα για το αν πρέπει να αναζητηθούν άλλοι τρόποι διάσωσης πέραν της τρόικας. Ιδιαίτερα αρνητικά ήταν τα σχόλια για τον πρόεδρο του ΔΗΚΟ κ. Μ. Κάρογιαν, που έπαιξε δυνατά το «ρωσικό χαρτί» και δεν δίστασε να φλερτάρει πολιτικά με το ΑΚΕΛ για το ενδεχόμενο ακόμη και σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Το χειρότερο όμως, κάτι που μαρτυρούσαν και ευρωπαίοι διπλωμάτες, ήταν ότι σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα έχει τρωθεί μεγάλο μέρος του πολιτικού κεφαλαίου του προέδρου Αναστασιάδη που πολλοί θεώρησαν ότι ήθελε να προστατέψει τους μεγαλοκαταθέτες και τους ρώσους ολιγάρχες. Ενα άλλο ζήτημα που έχει προκαλέσει αλγεινή εντύπωση είναι η προθυμία των κυπρίων πολιτικών να λεηλατήσουν τα ταμεία προνοίας ώστε να περιορίσουν την εφάπαξ εισφορά επί των καταθέσεων. Τα τρία κόμματα της γερμανικής κυβέρνησης είχαν συνομιλίες στην καγκελαρία για το κυπριακό ζήτημα, ενώ ενημερώνονται συνεχώς από τον υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε. Στο Βερολίνο, η άποψη που φαίνεται ότι κυριαρχεί είναι πως τα εναλλακτικά σενάρια που επεξεργάζεται η Λευκωσία δεν καθιστούν το κυπριακό χρέος βιώσιμο μακροπρόθεσμα.

Ρωσικά παιχνίδια
«Νιετ» από τη Μόσχα, προειδοποιήσεις από την Αγκυρα
Η κυπριακή κρίση απέδειξε την αυταπάτη τού να αναζητήσει κανείς βοήθεια εκτός Ευρώπης. Η πολυπόθητη ρωσική βοήθεια, την οποία εναγωνίως επεδίωξε ο κύπριος υπουργός Οικονομικών κ. Μιχ. Σαρρής από την περασμένη Τετάρτη στη Μόσχα, δεν ήρθε. Παρά την εμφανή ενόχληση που εξέφρασαν τόσο ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν όσο και ο πρωθυπουργός Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, η «ρωσική αρκούδα» δεν δέχθηκε κανένα από τα μεγαλεπήβολα σχέδια περί νέου δανείου, παραχώρησης δικαιωμάτων επί του φυσικού αερίου στην Gazprom ή βάσης για τον ρωσικό στόλο. Το μόνο που φέρεται να κέρδισε ο κ. Σαρρής ήταν η επιμήκυνση του ρωσικού δανείου των 2,5 δισ. ευρώ, χωρίς ακόμη να υπάρχει η οποιαδήποτε ανακοίνωση.
Την ίδια στιγμή, με προχειρότητα φαίνεται ότι διαχειρίστηκε η Κύπρος και την πιθανή αξιοποίηση του παράγοντα «φυσικό αέριο». Δεν είναι μόνο ότι είναι πολύ πρόωρο να πει κανείς πόσο μεγάλα είναι τα κοιτάσματα και πόσα θα είναι τα έσοδα από την εκμετάλλευσή τους. Ο ίδιος ο ρώσος πρωθυπουργός Μεντβέντεφ ουσιαστικά «γκρίζαρε» την κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) διατυπώνοντας επιφυλάξεις για το κατά πόσον μπορεί η Μόσχα να αισθάνεται ασφαλής για να προχωρήσει σε επενδύσεις όταν υπάρχουν έντονες τουρκικές αμφισβητήσεις. Ακόμη και η πρόταση να δοθεί στην Gazprom η κατασκευή του τερματικού σταθμού LNG αγνοεί στοιχειώδεις ισορροπίες, καθώς δεν έχουν ερωτηθεί δυτικές εταιρείες, όπως οι Noble Energy, Total, Eni, στις οποίες έχουν παραχωρηθεί οικόπεδα.
Επιπλέον, η Aγκυρα έσπευσε αμέσως να αντιδράσει. Τούρκοι αξιωματούχοι διεμήνυσαν, με δηλώσεις τους στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters, ότι η Αγκυρα δεν πρόκειται να επιτρέψει στη Λευκωσία να προχωρήσει σε νέες κινήσεις στο θέμα του φυσικού αερίου διότι ο φυσικός πλούτος ανήκει τόσο στους Ελληνοκυπρίους όσο και στους Τουρκοκυπρίους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ