Μπορεί ο κ. Αλ. Τσίπρας να αιφνιδίασε το εσωκομματικό και το ευρύτερο ακροατήριό του με τις πρόσφατες αναφορές του στο μεταρρυθμιστικό έργο του Χαρίλαου Τρικούπη, του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στον πυρήνα όμως της σκέψης και του σχεδιασμού του βρίσκεται μια διαδικασία που παραπέμπει – σε πρώτο επίπεδο – στον Ανδρέα Παπανδρέου: «Εδώ και τώρα Αλλαγή» ήταν το σύνθημα που κυριάρχησε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και πληροφορίες, ο κ. Τσίπρας σκέπτεται και εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσει σε μια τέτοια διαδικασία (πιθανόν και συνθηματολογία) σε περίπτωση που κληθεί να κυβερνήσει την Ελλάδα. Σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτει τις τελευταίες ημέρες σε συνομιλητές του, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν «ποντάρει» απλώς στη φθορά της τρικομματικής κυβέρνησης και στην ανέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Παρά το γεγονός ότι εκτιμά πως η σταδιακή απαξίωση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά είναι περίπου δεδομένη, η βασική προτεραιότητα και φιλοδοξία του φαίνεται ότι υπερβαίνει την αντιπαράθεση «μνημόνιο – αντιμνημόνιο».

Με βάση συζητήσεις των τελευταίων ημερών, η κυρίαρχη πολιτική επιδίωξη του κ. Τσίπρα είναι να έχει εξασφαλίσει το συντομότερο δυνατόν τη μέγιστη δυνατή λαϊκή υποστήριξη ώστε αφενός να εκφράσει ένα ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο απέναντι στην πολιτική που επιβάλλεται από τα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων και η οποία αφετέρου θα του δώσει την απαραίτητη νομιμοποίηση για μια σειρά θεσμικές και συνταγματικές αλλαγές.

Φαίνεται δε ότι οι αλλαγές στο πεδίο αυτό αντιμετωπίζονται από τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ και το επιτελείο του ως βασική προϋπόθεση για την άσκηση της εναλλακτικής πολιτικής που επιχειρεί να περιγράψει τους τελευταίους μήνες.
Ο κ. Τσίπρας μιλάει κατά το τελευταίο διάστημα για μια σειρά αλλαγές σε θεσμικό και συνταγματικό επίπεδο. Τονίζει δε ότι στόχος του είναι να αξιοποιήσει το κοινωνικό ρεύμα το οποίο εκτιμά ότι θα διαμορφωθεί και θα αναζητήσει έκφραση στον ΣΥΡΙΖΑ ώστε οι αλλαγές αυτές να προχωρήσουν με ταχείς ρυθμούς, σε τέτοιον βαθμόν ώστε με το που θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας να προχωρήσει σε μια συνταγματική μεταρρύθμιση.
Αποφάσεις με δημοψηφίσματα


Οταν του επισημαίνεται ότι μια τέτοια διαδικασία απαιτεί χρόνο και συγκεκριμένες κοινοβουλευτικές προϋποθέσεις, απαντά πως υπάρχουν εναλλακτικές δυνατότητες: δεν είναι άλλες από την προσφυγή σε δημοψηφίσματα, τα οποία κατά την εκτίμησή του συνιστούν μία από τις βασικές δυνατότητες αξιοποίησης του λαϊκού παράγοντα προκειμένου να προχωρήσουν γρήγορα οι θεσμικές αλλαγές.
Ενα από τα ερωτήματα που προς το παρόν παραμένουν αναπάντητα είναι σε ποια πεδία θα επιχειρηθούν οι συνταγματικές και θεσμικές παρεμβάσεις. Από το περιβάλλον του κ. Τσίπρα ομολογούν ότι είναι νωρίς για μια τόσο συγκεκριμένη συζήτηση, σημειώνουν δε παράλληλα ότι ακριβώς αυτό είναι το αντικείμενο της ειδικής επιτροπής που προσφάτως συστάθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ υπό τον κ. Ν. Κωνσταντόπουλο.
Εγκυρες πληροφορίες συντείνουν στο ότι ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του θεωρούν κομβικής σημασίας τις αλλαγές σε λεγόμενους «ενδιάμεσους θεσμούς», όπου μπορούν και πρέπει κατά την εκτίμησή τους να γίνουν καίριες παρεμβάσεις. Μεταξύ αυτών επισημαίνουν ενδεικτικά τις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, στην κατεύθυνση της πλήρους και απόλυτης απεξάρτησης από την εκτελεστική εξουσία, αλλά και το πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ, δημόσιων και ιδιωτικών, ένα πεδίο όπου κατά τον ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνονται μείζονες θεσμικές διαστρεβλώσεις. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι με κάθε ευκαιρία ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και οι στενοί συνεργάτες του επισημαίνουν την εκτίμησή τους ότι «μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ δεν μας αντιμετωπίζουν όπως θα όφειλαν ως αξιωματική αντιπολίτευση».
Ενδιαφέρον έχει και η εκτίμηση του κ. Τσίπρα για το πρόσφατο «θρίλερ» μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας σε σχέση με την πορεία του προγράμματος. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε αντίθεση και με πολλούς συντρόφους του, δεν συμμερίζεται την άποψη ότι πρόκειται για ένα «στημένο παιχνίδι» ή για επικοινωνιακό τρυκ. Εκτιμά, αντιθέτως, ότι «η τρόικα αποτελείται από τεχνοκράτες οι οποίοι κινούνται με βάση τα όσα έχουν συμφωνηθεί και υπογραφεί από την κυβέρνηση». Υπό αυτή την έννοια, θεωρεί ότι «το πρόβλημα βρίσκεται στο τι έχει υπογράψει ο κ. Σαμαράς και στο πώς τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με την αδυναμία του να τα εφαρμόσει, ειδικά στο πεδίο των εσόδων».
Ως προς τις εξελίξεις στο εσωτερικό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο ο κ. Τσίπρας θεωρεί ότι τα «ανοίγματά» του έχουν ήδη αποδώσει και προσδοκά ότι αυτό θα αποτυπωθεί και στο εκλογικό αποτέλεσμα. Κρίνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ, με βάση και τη στροφή που έχει δρομολογήσει η ηγεσία του, σε μεγάλο βαθμό έχει ενσωματώσει και μεγάλα κοινωνικά στρώματα που εντάσσονται στον χώρο της Κεντροαριστεράς και σημειώνει ότι το μεγάλο ζητούμενο είναι η εξασφάλιση ενός κατά το δυνατόν μεγαλύτερου εκλογικού ποσοστού που θα προσφέρει τη νομιμοποίηση για την άσκηση της «άλλης» πολιτικής.
Κάποιοι κοιτούν στον Περισσό


Παράλληλα με όλα αυτά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν δείχνει να ανησυχεί για τις διαφορετικές θέσεις στις τάξεις του κόμματός του. Τις εντάσσει στο πλαίσιο της αναμενόμενης εσωτερικής συζήτησης και διαβεβαιώνει ότι οι διαδικασίες για το ιδρυτικό συνέδριο του νέου ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρήσουν με στόχο τη διεξαγωγή του περί τα τέλη Ιουνίου. Παρά ταύτα, οι εκπρόσωποι της εσωκομματικής αντιπολίτευσης φαίνεται ότι κοιτάζουν και ποντάρουν αλλού.
Πιο συγκεκριμένα, στην εσωτερική συζήτηση του ΚΚΕ και τις πιθανολογούμενες αλλαγές στον Περισσό. Σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις, μεγάλη μερίδα της Αριστερής Πλατφόρμας αναμένει τις εξελίξεις από το συνέδριο του ΚΚΕ την άνοιξη, με την ελπίδα ότι εκεί τουλάχιστον θα αναδειχθεί (έστω και αν δεν κυριαρχήσει) μια διαφορετική άποψη ως προς την πολιτική συμμαχιών του Περισσού και την αναθεώρηση της περιχαράκωσης των τελευταίων ετών.
Κάτι τέτοιο μοιραία θα δώσει την ευκαιρία στην Αριστερή Πλατφόρμα να αναθερμάνει τη συζήτηση περί κυβέρνησης της Αριστεράς. Επειδή δε οι εξελίξεις στο ΚΚΕ ποτέ δεν συντελούνται με καταιγιστικούς ρυθμούς, η συγκεκριμένη παράμετρος εξηγεί και τη νέα θέση του κ. Π. Λαφαζάνη περί μετάθεσης του χρόνου διεξαγωγής του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ μετά το φθινόπωρο ή και αργότερα.

Εκτιμήσεις
«Μετά τις γερμανικές εκλογές θα είναι αργά»

Το μεγάλο ερώτημα αφορά την εκτίμηση της πολιτικής συγκυρίας και του χρόνου στον οποίο ο κ. Τσίπρας «βλέπει» πολιτικές εξελίξεις. Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το σημείο είναι σχεδόν κατηγορηματικός: η φθορά της κυβέρνησης και του κ. Σαμαρά σταδιακά θα μεγαλώνει και η όποια συζήτηση περί της εκ μέρους της κυβέρνησης αναδιαπραγμάτευσης όρων του μνημονίου είναι άνευ ουσίας.
Στο πλαίσιο αυτό επιβεβαιώνει στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις του την εκτίμηση ότι οι εκλογές στη χώρα πρέπει να γίνουν πριν από τις γερμανικές του φθινοπώρου και αυτό επειδή εκτιμά ότι, με δεδομένο το αδιέξοδο της ακολουθούμενης πολιτικής, μόνο μια νέα κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή μπορεί να διεκδικήσει από το Βερολίνο κάτι διαφορετικό ή να ασκήσει κάποια πίεση σε συνεργασία με άλλες κυβερνήσεις. Στο ίδιο πεδίο ο κ. Τσίπρας βλέπει νίκη της κυρίας Μέρκελ στις εκλογές του φθινοπώρου και με βάση αυτό θεωρεί μάλλον απίθανη μια στροφή της γερμανικής πολιτικής έπειτα από την εκλογική αναμέτρηση.
Παράλληλα θεωρεί ότι σε αυτή την κατεύθυνση διαμορφώνεται μια ευνοϊκή συγκυρία, δεδομένων των εξελίξεων στην Ιταλία και της διογκούμενης κοινωνικής αντίδρασης και αναταραχής στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, στοιχεία που θεωρεί ότι μπορεί να «μεταφερθούν» και στην Ελλάδα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ