Ανοιχτός σε διορθώσεις τυχόν αστοχιών που τεκμηριωμένα θα διαπιστωθούν, όσον αφορά την αναδιάταξη του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας (σχέδιο «Αθηνά»), εμφανίστηκε στην Βουλή ο υπουργός Παιδείας κ. Κ. Αρβανιτόπουλος, δηλώνοντας, ωστόσο, ότι «η αλλαγή αυτή είναι απαραίτητη, είναι ανάγκη, όχι για τα μνημόνια, ούτε για την τρόικα, αλλά για να αντιμετωπίσουμε το έλλειμμα στην κοινωνία της γνώσης και να κοιτάξουμε τους νέους κατάματα, τους οποίους μαστίζει η ανεργία». Όπως είπε κατά την συζήτηση στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, «τις όποιες αστοχίες επισημάνουμε, αλλά τεκμηριωμένα, να τις διορθώσουμε». «Ούτε δογματισμός μας διακατέχει ούτε το θέσφατο της αλήθειας διαθέτουμε. Αλλά δεν μπορούμε να χάσουμε χρόνο», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι «θα συνεχιστεί ο διάλογος». Ωστόσο, διευκρίνισε ότι «δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε» και κάλεσε τα κόμματα να δουν το ζήτημα με «δημιουργικό και θετικό τρόπο».

Ο κ. Αρβανιτόπουλος διαπίστωσε την καθολική αποδοχή των κομμάτων, παρά τις διαφορετικές θέσεις που διατύπωσαν, ότι πρέπει να αλλάξει ο ακαδημαϊκός χάρτης της χώρας. «Συμφωνούμε πώς φτάσαμε ως εδώ. Διαφωνούμε σε πολλά σημεία όταν πρόκειται για την διόρθωση αυτών των παθογενειών. Πρέπει όμως να συμφωνήσουμε επί της διαδικασίας που είναι νομοθετημένη. Δεν αυθαιρετούμε», είπε με έμφαση, απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ζήτησε την απόσυρση του σχεδίου «Αθηνά». Μάλιστα καταλόγισε στην αξιωματική αντιπολίτευση «ισοπεδωτική κριτική αλλά ούτε μια πρόταση». «Είστε αξιωματική αντιπολίτευση. Μπορεί να γίνει κανένα ατύχημα και γίνετε κυβέρνηση, κάτι που απεύχομαι, αλλά θα πρέπει να έχετε συγκροτημένο πρόγραμμα», ανέφερε.

Όσον αφορά την επιλογή να φέρει το υπουργείο Παιδείας με Προεδρικό Διάταγμα τον νέο ακαδημαϊκό χάρτη, ο κ. Αρβανιτόπουλος είπε ότι δεν είναι επιλογή του αυτό, αλλά προβλέπεται από τον νόμο Διαμαντοπούλου, ο οποίος ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία από την προηγούμενη Βουλή. Ενώ σχετικά με την κριτική δέχθηκε ακόμη και από τους κυβερνητικούς εταίρους για διάλογο «με κλειστές πόρτες», είπε ότι ο διάλογος ήταν εξαντλητικός τόσο με τα κόμματα όσο και με τους φορείς (τοπικούς και ακαδημαϊκούς). «Έχει παρελάσει από το υπουργείο κάθε φορέας. Αποτέλεσμα ήταν να υπάρξουν κάποιες αλλαγές», σημείωσε, ενώ διερωτήθηκε αν τα κόμματα θέλουν «να διατηρήσουμε πανεπιστήμια που έχουν ένα και δυο τμήματα». «Συγχωνεύθηκαν αυτά που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις και τους όρους που είναι αναγκαίοι για την μαθησιακή διαδικασία. Έχουμε ισχυρά δημόσια πανεπιστήμια. Και αυτή είναι η μέριμνά μας. Μας κατηγορήσατε για προχειρότητα. Προχειρότητα βρίσκω στην περιπτωσιολογία που κάνετε εσείς», τόνισε ο υπουργός Παιδείας, εστιάζοντας το πρόβλημα που εγείρουν οι διάφορες πλευρές στα τοπικά ζητήματα που έχουν ανακύψει από τις καταργήσεις/συγχωνεύσεις τμημάτων σε διάφορες πόλεις της χώρας. «Το πρόβλημα είναι στα τοπικά ζητήματα. Να έχουμε το θάρρος να πούμε στους νέους ότι ΄΄κάναμε λάθος, γιατί σας στέλναμε σε τμήματα που ήταν άδεια πουκάμισα και με πτυχία που δεν ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις΄΄», είπε, ενώ σημείωσε ότι η μέριμνα του υπουργείου ήταν «τουλάχιστον να μαζέψουμε ομοειδή τμήματα συγκροτώντας σχολές σε μια πόλη». «Είναι το πρώτο βήμα. Δεν θέλουμε οι νέοι μας να είναι καταναλωτές και δεν θέλουμε την οικονομική αφαίμαξη των οικογενειών», συμπλήρωσε. Απηύθυνε δε έκκληση προς τα κόμματα να μελετήσουν τα προγράμματα σπουδών των νέων τμημάτων και να μην μείνουν μόνον στην αλλαγή των τίτλων.

Παράλληλα, ο κ. Αρβανιτόπουλος έκανε ένα βήμα σύγκλισης με την ΔΗΜΑΡ, η οποία εμφανίστηκε αρχικώς να διαφωνεί με το επίμαχο σχέδιο, υιοθετώντας επί της ουσίας τις προτάσεις της για κοινοπραξίες πανεπιστημίων, τεχνολογικών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων ανά περιφέρεια κλπ. «Εξετάζουμε τα νομικά ζητήματα. Το δοκιμάζουμε στο συνομοσπονδιακό μοντέλο των πέντε πανεπιστημίων που προωθούμε», είπε.

Τα «γαλάζια» αιτήματα για εξαιρέσεις

Εν τω μεταξύ, δέκτης πολλών αιτημάτων «γαλάζιων» βουλευτών για εξαίρεση από το σχέδιο «Αθηνά» τμημάτων που βρίσκονται στην εκλογική τους περιφέρεια, έγινε ο υπουργός Παιδείας. Το αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ δήλωναν ότι συμφωνούν με την προωθούμενη μεταρρύθμιση, ζητούσαν από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να εξαιρέσει από την κατάργηση τμήματα σχολών που είναι στην περιφέρειά τους. Παρόμοια αιτήματα, έθεσαν και βουλευτές των άλλων κομμάτων. Όπως είπε χαρακτηριστικά η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ κυρία Μαρία Ρεπούση «αν εισακουστούν όλα τα αιτήματα όχι μόνο δεν θα έχουμε λιγότερα τμήματα, αλλά περισσότερα», ενώ αναφερθείσα στο σχέδιο τόνισε ότι «χρειαζόμαστε μια πρόταση εμπνευσμένη που να βλέπει μπροστά, με ανταγωνιστικά ΑΕΙ». Η βουλευτής του ΠαΣοΚ κυρία Εύη Χριστοφιλοπούλου, σημείωσε ότι «μόνο η εφαρμογή των κριτηρίων κατά ακριβοδίκαιο τρόπο θα πείσει για την αναγκαιότητα των αλλαγών» και πρόσθεσε ότι «χρειάζεται ένα σχέδιο οριζόντιο και αντικειμενικό με συγχώνευση ομοειδών τμημάτων». Ενώ εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Αν. Κουράκης επανέλαβε την θέση του κόμματός του για «απόσυρση του σχεδίου ΄΄Αθηνά΄΄ και έναρξη διαβούλευσης άλλου τύπου».

Προβληματισμός για την μείωση των εισακτέων

Εν τω μεταξύ, έντονος προβληματισμός επικρατεί μεταξύ βουλευτών αναφορικά και με την δραστική μείωση του αριθμού εισακτέων στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους δεν κρύβουν ότι γίνονται δέκτες διαμαρτυριών για άδικη αντιμετώπιση των υποψηφίων, καθώς μόλις δυο μήνες πριν τις πανελλαδικές εξετάσεις αποφασίστηκε η μείωση του αριθμού εισακτέων σε σημαντικό βαθμό, αλλάζοντας άρδην τα δεδομένα εισαγωγής τους. Όπως έλεγαν χαρακτηριστικά σε «πηγαδάκια» στην Βουλή, στην θεωρητική κατεύθυνση, σε τρείς μόνο σχολές της Αθήνας -Νομικής, Ψυχολογίας και Φιλολογίας- οι εισακτέοι, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, μειώνονται κατά 600 θέσεις! Οι διαμαρτυρίες, όπως εξηγούσαν, έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι εάν ισχύσουν οι μειώσεις αυτές, αυτόματα θα εκτιναχθούν οι βάσεις εισαγωγής και σημείωναν ότι εάν ένας υποψήφιος ήθελε περίπου 18.000 μόρια για να εισαχθεί σε μία από τις παραπάνω σχολές, τώρα θα πρέπει να συγκεντρώσει γύρω στα 19.000 μόρια. Επιπλέον, η μείωση των εισακτέων ασκεί μεγάλη ψυχολογική πίεση στους υποψηφίους καθώς λίγο πριν την κρίσιμη «μάχη» που έχουν να δώσουν ανατρέπονται όλα τα δεδομένα και επιβαρύνονται περαιτέρω (ιδιαίτερα μαθήματα κλπ.). Ακόμη και βουλευτές που συμφωνούν σε μία λογική μείωσης του αριθμού των νέων φοιτητών, έλεγαν ότι αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να συμβεί αιφνιδιάζοντας τους υποψηφίους, καθώς δεν το γνώριζαν από την αρχή της χρονιάς.